Ιδρύθηκε στην Αθήνα το 1918 και φιλοξενήθηκε σ' ένα από τα ελάχιστα διατηρούμενα οθωμανικά μνημεία της Αθήνα με την επωνυμία Μουσείον Ελληνικών Χειροτεχνημάτων, ενώ από το 1959 μέχρι πρόσφατα ονομαζόταν Μουσείο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης. Οι συλλογές του περιλαμβάνουν αντικείμενα της καθημερινής ζωής και των εθιμικών εκδηλώσεων, του σπιτιού και της εργασίας, χρηστικά και διακοσμητικά, που χρονολογούνται από τον 18ο έως τον 20ό αιώνα.
Στη διάρκεια των εκατό χρόνων της μέχρι τώρα ζωής του, οι συλλογές και οι δραστηριότητές του πολλαπλασιάστηκαν, το ίδιο και τα κτήρια στα οποία στεγάζει τις εκθέσεις, τις εκδηλώσεις και τις άλλες λειτουργίες του, δημιουργώντας ένα πλέγμα χώρων πολιτισμού στην ευρύτερη περιοχή της Πλάκας. Σήμερα, το Μουσείο Νεότερου Ελληνικού Πολιτισμού οργανώνει τη νέα μόνιμη έκθεσή του σε μια ολόκληρη γειτονιά στο Μοναστηράκι. Παράλληλα λειτουργούν οι δύο εκθεσιακοί του χώροι, το Λουτρό των Αέρηδων, το μόνο από τα δημόσια Λουτρά της Αθήνας που σώζεται μέχρι σήμερα, στην οδό Κυρρήστου 8 στην Πλάκα και το σπίτι της Πανός 22 όπου στεγάζει τη μόνιμη έκθεση «Άνθρωποι και εργαλεία: όψεις της εργασίας στην προβιομηχανική κοινωνία».
Σύμφωνα με τα λεγόμενα της διευθύντριας του Μουσείου Νεώτερου Ελληνικού Πολιτισμού, Ελενας Μελίδη, το οικοδομικό τετράγωνο που θα στεγαστεί το νέο Μουσείο ορίζεται από τους δρόμους: Ανδριανού, Άρεως, Κλάδου και Βρυσακίου. Η Πανός 22, καθώς και το περίφημο Λουτρό των Αέρηδων θα παραμείνουν παράρτημα του Μουσείου. Θα λειτουργούν ως αυτόνομοι εκθεσιακοί χώροι. Κι όσο για το τζαμί - την πρώτη στέγη του Μουσείου - θα ενταχθεί στο νέο Μουσείο και θα φιλοξενήσει την εκθεσιακή ενότητα που θα αναφέρεται στην ιστορία του Μουσείου.
Το Μουσείο Νεώτερου Ελληνικού Πολιτισμού γιορτάζει φέτος εκατό χρόνια από την ίδρυσή του.
Πρωτοβουλία ανθρώπων της τέχνης και των γραμμάτων, το Μουσείο συστάθηκε πριν από ακριβώς έναν αιώνα. Μέσα στην περίοδο του Μεσοπολέμου, ανταποκρίθηκε στην ανάγκη της εποχής να αναδειχθεί η λαϊκή τέχνη και να αναζητηθεί σε αυτήν η συνέχεια του ελληνικού πολιτισμού από τους αρχαίους και τους βυζαντινούς χρόνους έως το σήμερα. Το αφήγημα της ελληνικότητας έβρισκε στα χειροτεχνήματα των ανθρώπων της ελληνικής υπαίθρου τη θριαμβευτική απόδειξη της καλαισθησίας και δεξιοτεχνίας του ελληνικού έθνους. Γεωμετρικά και φυτικά μοτίβα, σύμβολα και αλληγορίες, στο ύφασμα, το ξύλο, το ασήμι, με χρώματα και σαβάτια και χαράγματα, ένα πληθωρικό σύμπαν ομορφιάς γέμισε τον περιορισμένο χώρο του απαξιωμένου έως τότε Τζαμιού, ενός από τα ελάχιστα διατηρούμενα οθωμανικά μνημεία της Αθήνας.
Και ήρθε ο πόλεμος. Το Μουσείο έκλεισε. Πέρασαν χρόνια μέχρι να ξανανοίξει για το κοινό. Ήταν πια η δεκαετία του 1950, και στο μεταξύ, όλα είχαν αλλάξει. Η ύπαιθρος είχε ρημαχτεί και οι άνθρωποί της εγκατέλειπαν τη ρόκα, τη γκλίτσα, τα μαντριά και τα χωράφια, και κατέκλυζαν τις πόλεις, αλλάζοντας δουλειά, ντύσιμο, φέρσιμο, ομιλία. Όλα τα στοιχεία του παλιού τρόπου ζωής, υλικά και άυλα, κινδύνευαν με εξαφάνιση. Το Μουσείο αποδύθηκε σ' έναν αγώνα διάσωσης. Μάζευε ό,τι μπορούσε, για να περισώσει όχι μόνο τα αριστουργήματα των χεριών αλλά και την ανάμνηση του τόσο κοντινού και τόσο διαφορετικού χθες. Οι συλλογές του μεγάλωσαν πολύ, με ενδύματα και κοσμήματα, κεντήματα και υφαντά του σπιτιού, κεραμικά και ξυλόγλυπτα κ.ο.κ. Το 1973 μετακόμισε στο κτήριο της οδού Κυδαθηναίων 17. Εκεί η έκθεση μεγάλωσε και πλαισιώθηκε με πολλές άλλες δραστηριότητες: περιοδικές εκθέσεις, εκπαιδευτικά προγράμματα, διαλέξεις και συνέδρια, ερευνητικές αποστολές και εκδόσεις, παραστάσεις και εκδηλώσεις κάθε είδους. Το Μουσείο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης, όπως ονομαζόταν από το 1959, έγινε ένα πολύπλευρο, εξωστρεφές ίδρυμα, σημείο αναφοράς στην Πλάκα.
Τη δεκαετία του 1980, ο αστικός τρόπος ζωής έχει πια παγιωθεί. Έχει παλιώσει αρκετά ώστε τα αντικείμενά του να παίρνουν σιγά-σιγά μια θέση στη μνήμη, τη νοσταλγία και τη μουσειακή «καταξίωση». Εργαλεία και ηλεκτρικές συσκευές, ρούχα και αξεσουάρ μόδας, παιχνίδια και άλλα πολλά, μπαίνουν στις συλλογές του Μουσείου. Μαζί τους μπαίνουν πια στο Μουσείο και οι συναρπαστικές ιστορίες τους, καθώς τα αντικείμενα τεκμηριώνονται και ερμηνεύονται ως τεκμήρια ζωής και γι' αυτό καταγράφονται σχολαστικά οι μαρτυρίες των ανθρώπων που τα χρησιμοποίησαν και συγκεντρώνονται φωτογραφίες, έγγραφα κ.ά. Το αποτέλεσμα είναι ένας πλούτος περιεχομένου, που επιβάλλει ένα νέο όνομα και μια νέα μόνιμη έκθεση σε νέο χώρο.
Κι έτσι τώρα, στο κατώφλι του δεύτερου αιώνα της ζωής του, το Μουσείο Νεώτερου Ελληνικού Πολιτισμού, όπως λέγεται πλέον, ετοιμάζεται να μετακομίσει στην «Αυλή των Θαυμάτων», μια ολόκληρη γειτονιά στο Μοναστηράκι, όπου η μακραίωνη ιστορία της πόλης ξεδιπλώνεται σε ένα μωσαϊκό από κτηριακά κατάλοιπα: το υστερορρωμαϊκό τείχος, μια παλαιοχριστιανική βασιλική, τμήματα ενός αρχοντικού και ένα εκκλησάκι του 17ου αιώνα, σπίτια του 19ου και του 20ού αιώνα. Μέσα στα επόμενα δύο χρόνια θα στηθεί εκεί η νέα μόνιμη έκθεση, στην οποία ο νεώτερος ελληνικός πολιτισμός θα προβάλλεται σφαιρικά και τα αντικείμενα θα γίνονται αφορμή και μέσον για να αναδειχθούν ο τρόπος της ζωής, οι αντιλήψεις και τα αισθητική πρότυπα, η τεχνογνωσία και η τέχνη των ανθρώπων του πρόσφατου παρελθόντος.
Η νέα έκθεση
Στη νέα μόνιμη έκθεση το ενδιαφέρον μετατοπίζεται στον άνθρωπο. Ο νεότερος ελληνικός πολιτισμός προβάλλεται σφαιρικά, μέσα από μια ερμηνευτική προσέγγιση της υλικής και της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς. Τα αντικείμενα της λαϊκής τέχνης γίνονται η αφορμή και το μέσον για να αναδειχθούν ο τρόπος της ζωής, οι αντιλήψεις και τα αισθητικά πρότυπα, η τεχνογνωσία και η τέχνη των ανθρώπων του πρόσφατου παρελθόντος, αυτά που καθόρισαν την ταυτότητα του παρόντος και προοικονομούν, ώς ένα βαθμό, το μέλλον.
Με τις προδιαγραφές ενός σύγχρονου Μουσείου
Με αντικείμενα που χρονολογούνται από τα μέσα του 18ου αιώνα έως τη δεκαετία του 1970, διαδραστικές ψηφιακές εφαρμογές, πολυμέσα και ποικίλο εποπτικό υλικό, το νέο Μουσείο θα είναι ένα σύγχρονο μουσείο, όπου κυριαρχούν οι αρχές της βιωματικής προσέγγισης, της ψυχαγωγικής εκπαίδευσης και της ανανεωσιμότητας. Εκτός της μόνιμης έκθεσης, θα υπάρχει χώρος εκπαιδευτικών προγραμμάτων, χώροι περιοδικών εκθέσεων και εκδηλώσεων, υπαίθριο θέατρο, καφετέρια και πωλητήριο.
Ολες οι φωτογραφίες είναι από φωτογραφικό αρχείο του Μουσείου.
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr