«Πνιγμένο» μέσα στις τσιμεντένιες πολυκατοικίες στη συνοικία των Αγίων Ανάργυρων και χτισμένο πριν από ογδόντα χρόνια, αποτελεί ίσως το τελευταίο εναπομείναν κτίσμα που θυμίζει στον επισκέπτη την αρχοντιά της πόλης στα τέλη του 19ου αιώνα και τις αρχές του 20ου. Αυτό είναι το Σουηδικό Σπίτι της Καβάλας. Εντυπωσιακό μέσα στις αυστηρές αρχιτεκτονικές γραμμές του, χτισμένο πάνω σε ένα λόφο της πόλης, προσφέροντας άπλετη θέα στο θαλάσσιο κόλπο. Χάρη σε αυτό το οικοδόμημα, ογδόντα χρόνια μετά, η πόλη της Καβάλας εξακολουθεί ν' αποτελεί σημείο αναφοράς για πάρα πολλούς Σουηδούς καλλιτέχνες, που φιλοξενούνται σ' ένα χώρο γεμάτο αναμνήσεις, που διακρίνεται από λιτή πολυτέλεια, λούζεται στο φως του ήλιου, διαθέτοντας έναν μοναδικής ομορφιάς κήπο με δεκάδες λουλούδια, οπωροφόρα δέντρα, καλλωπιστικά φυτά, ακόμα και μια ξεχωριστή ποικιλία αμπέλου.
Η επιμελήτρια του Σουηδικού Σπιτιού στην Καβάλα, Elisabeth Gullberg Kaidi, άνοιξε τις πόρτες του, και μίλησε στο ΑΠΕ - ΜΠΕ για τα ιστορικά γεγονότα που το σημάδευσαν, για τους άρρηκτους δεσμούς φιλίας και συνεργασίας ανάμεσα στη Σουηδία και την Καβάλα. Μίλησε για τις αναμνήσεις των ανθρώπων που φιλοξένησε και συγχρόνως παρουσίασε το πώς έβλεπαν στη Σουηδία το σουηδικό αυτό «φυλάκιο» σε μια μικρή επαρχιακή πόλη της βόρειας Ελλάδας με λιμάνι στα παράλια του Αιγαίου πελάγους στις αρχές του 20ού αιώνα.
Οι Σουηδοί φτάνουν στην Καβάλα για τα καπνά της.
Η σουηδική Ανώνυμη Εταιρία Svenska Tobaksmonopolet, Σουηδικό Μονοπώλιο Καπνού, ιδρύθηκε το 1915 με σκοπό να συγκεντρώσει πόρους για το Δημόσιο Ταμείο, προκειμένου να χρηματοδοτήσει μια μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος, καθώς επίσης να καλύψει τις αυξημένες αμυντικές δαπάνες που είχαν προκύψει από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Την εποχή εκείνη ήταν της μόδας να καπνίζουν τσιγάρα με προσθήκη ανατολικών καπνών και για το λόγο αυτό η ζήτηση ήταν μεγάλη. Καλλιέργειες αυτής της ποικιλίας υπήρχαν σε πολλά μέρη της Ελλάδας, της Τουρκίας και της Βουλγαρίας, καθώς το κλίμα και το έδαφος ευνοούσαν ιδιαίτερα την ανάπτυξή της. Στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, η Καβάλα, χαρακτηριζόταν από τους γνώστες του καπνού ως η πρωτεύουσα ή η «Μέκκα» του καπνού. Το 1910, είχαν εγκατασταθεί 61 εμπορικοί οίκοι στην πόλη και μόλις λίγο περισσότεροι από τους μισούς ήταν ελληνικοί.
«Μεγάλες ποσότητες ακατέργαστου καπνού», σημειώνει η Elisabeth Gullberg Kaidi, «μεταφέρονταν από τα χωριά της γύρω περιοχής στην Καβάλα. Εν συνεχεία ο καπνός έπρεπε να αποθηκευθεί, να γίνει η διαλογή και η επεξεργασία του, για να φτάσει εν τέλει να φορτωθεί σε κάποιο εμπορικό πλοίο στο λιμάνι προς εξαγωγή. Υπολογίζεται ότι 15.000 εργάτες απασχολούνταν στην επεξεργασία του καπνού στην Καβάλα κατά τη δεκαετία του 1930. Το Σουηδικό Μονοπώλιο Καπνού υπήρξε ένας από τους πολλούς ξένους εμπορικούς οίκους που προμηθεύονταν ακατέργαστο καπνό από τις όμορες περιοχές της Καβάλας, και εκατοντάδες τόνοι ελληνικού καπνού εξάγονταν στη Σουηδία ετησίως. Η ζήτηση για ανατολικά καπνά («μπασμάς») αυξήθηκε τη δεκαετία του 1930 και, ως εκ τούτου, οι δουλειές του Μονοπωλίου πήγαιναν πολύ καλά. Δεδομένου ότι οι απεσταλμένοι εκπρόσωποι ενίοτε χρειάζονταν να παραμείνουν στην Καβάλα συνεχόμενα για πολλούς μήνες, προκειμένου να παρακολουθήσουν τη μακρά διαδικασία από την αγορά μέχρι το τελικό προϊόν, προέκυψε η ανάγκη μιας μόνιμης κατοικίας για το διευθυντή και τους υπαλλήλους της εταιρίας.
Ο David Larsson, που ήταν ο διορισμένος εμπειρογνώμονας καπνού και υπεύθυνος προμηθειών του Σουηδικού Μονοπωλίου Καπνού, διηγείται τη συνάντησή του με έναν εκ των καπνεμπόρων το 1930, στο γραφείο του: «Το βλέμμα σου σέρνεται αβέβαιο πάνω από το δέρμα του καναπέ, το οποίο παρά τη στιγμιαία σύγχυση διαπιστώνεις ότι είναι δερματίνη, πάνω στα χοντροκομμένα και προχειροβαμμένα δοκάρια της σκεπής που δημιουργούν την αίσθηση ενός γραφείου μεταφορών και που, σύμφωνα με τη σκανδιναβική σου αντίληψη, δεν αντιστοιχούν στο κατάλληλο περιβάλλον για δουλειές εκατομμυρίων».
Μια πόλη σε άνθηση εξαιτίας του εμπορίου των καπνών
Την εποχή εκείνη, πολλοί ξένοι εμπορικοί οίκοι είχαν ήδη ανεγείρει κατοικίες, κτήρια γραφείων και αποθήκες καπνού στην Καβάλα, τα οποία αποτελούσαν μια χαρακτηριστική πτυχή της εικόνας της πόλης. Τα κτήρια αυτά ακολουθούσαν συχνά το αρχιτεκτονικό στυλ που ήταν δημοφιλές εκείνη την περίοδο στην εκάστοτε χώρα προέλευσης, και πολλές φορές ήταν εντυπωσιακά και δαπανηρά. Κάποια από αυτά υπάρχουν ακόμα και σήμερα, για παράδειγμα η επίσημη κατοικία του ουγγρικού εμπορικού οίκου που δημιούργησε ο καπνέμπορος Pierre Herzog στα τέλη της δεκαετίας του 1890 και που σήμερα λειτουργεί ως Δημαρχείο.
Παρόλο που η Σουηδία έκανε εισαγωγές καπνού από την Καβάλα από τη δεκαετία του 1920, καθυστέρησε αρκετά η ανέγερση ενός σουηδικού κτηρίου στην πόλη. Μόλις το 1934 αγοράστηκε το πρώτο οικόπεδο, οπότε το Σουηδικό Μονοπώλιο Καπνού ήταν ο τελευταίος ξένος εμπορικός οίκος που ανέγειρε το κτήριό του στην Καβάλα. Το Σουηδικό Σπίτι διαφοροποιείται ωστόσο, ήδη λόγω επιλογής θέσης, από τους άλλους ξένους οίκους. Ενώ οι άλλοι εμπορικοί οίκοι προτίμησαν το κέντρο της πόλης ή το λιμάνι ως θέση για τα γραφεία και τις επίσημες κατοικίες τους, το Σουηδικό Μονοπώλιο Καπνού επέλεξε ένα οικόπεδο που βρίσκεται ψηλά πάνω στην πόλη με πανοραμική θέα προς το Αιγαίο, σε μια περιοχή που εκείνη την εποχή ήταν σχεδόν ακατοίκητη.
Τα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά του Σουηδικού Σπιτιού
Την αρχική αρχιτεκτονική μελέτη ανέλαβε ο αρχιτέκτονας Emil Lindqvist, που είχε ήδη κάνει πολλές μελέτες για το Μονοπώλιο. Ωστόσο, τα σχέδιά του δεν έμοιαζαν πολύ με τα τελικά που δημιούργησε ο Έλληνας αρχιτέκτονας Παναγιώτης Μανουηλίδης (1894-1977). Ο Μανουηλίδης ζήτησε και του εστάλησαν σχέδια σύγχρονων σπιτιών της Σουηδίας προς μελέτη, τα οποία την εποχή εκείνη συχνά είχαν φανερές επιρροές από τον μοντερνισμό του Bauhaus της Γερμανίας. Σε αντίθεση με τα κτήρια των υπολοίπων ξένων εμπορικών οίκων, το Σουηδικό Σπίτι είχε όλα τα χαρακτηριστικά στοιχεία της πιο μοντέρνας αρχιτεκτονικής εκείνης της εποχής: μια ακόσμητη και φωτεινή όψη, επίπεδη στέγη και στο εσωτερικό του πρακτική διαρρύθμιση με γενναιόδωρους κοινόχρηστους χώρους. Το μεγάλο καθιστικό και τα πέντε υπνοδωμάτια για τους υπαλλήλους βρίσκονταν στο ισόγειο, ενώ το ιδιαίτερο διαμέρισμα του διευθυντή ή μονίμου απεσταλμένου υπαλλήλου ήταν στον πρώτο όροφο. Ο κατώτερος όροφος (που σήμερα στεγάζει το γραφείο και το ιδιαίτερο διαμέρισμα του επιμελητή) είχε και έχει απευθείας πρόσβαση στο μεγάλο κήπο.«Το Σουηδικό Σπίτι στην Καβάλα», υπογραμμίζει η Elisabeth Gullberg Kaidi, «αποτελεί ένα από τα λίγα καλοδιατηρημένα δείγματα του φονξιοναλισμού ή της σχολής του Bauhaus και χτίστηκε την περίοδο του μεσοπολέμου στην Ελλάδα». Ο αρχιτέκτονας Hans Broberg που μελέτησε την ιστορία του κτηρίου γράφει σε ένα άρθρο του στο περιοδικό Hellenika του 1986 ότι, ύστερα από διεξοδική μελέτη της κάτοψης, διέκρινε πόσο στενά συνδέεται με τις σουηδικές βίλες των αρχών της δεκαετίας του 1930, όπως λόγου χάρη του Sven Markelius.
Το Σουηδικό Σπίτι και η Καβάλα πηγή έμπνευσης
Κατά το διάστημα που το Σουηδικό Σπίτι λειτουργούσε ως ξενώνας έχει συγγραφεί ένας διόλου αμελητέος αριθμός βιβλίων από τους επισκέπτες κατά τη διαμονή τους. Ανάμεσα σε αυτά, επιστημονικά και λογοτεχνικά βιβλία, καθώς επίσης ένας μεγάλος αριθμός άρθρων, εργασιών και επιστημονικών μελετών σε πολλούς τομείς. Πολλά από αυτά βρίσκονται στη βιβλιοθήκη του Σπιτιού, που σήμερα αριθμεί περίπου 2.500 τίτλους, οι οποίοι μπορούν να αναζητηθούν και ηλεκτρονικά μέσω της διαδικτυακής πύλης της Βιβλιοθήκης των Βορείων Χωρών στην Αθήνα. Το Σπίτι έχει επίσης σταθεί πηγή έμπνευσης για μια σειρά λευκωμάτων και εικαστικών εκθέσεων, γεγονός που δείχνει αφενός την ιδιαιτερότητα του χώρου και της ατμόσφαιρας που προσφέρει και αφετέρου πόσο εμπνέει στη δημιουργία, και δη σε πολλούς διαφορετικούς τομείς.
Πέρα από τη λειτουργία του Σπιτιού ως όασης για συγγραφείς και άλλους ανθρώπους των γραμμάτων και τεχνών, σκοπός του είναι επίσης να ενισχύει τις πολιτιστικές ανταλλαγές μεταξύ Σουηδίας και Ελλάδας. Στο πέρασμα των χρόνων οι ανταλλαγές αυτές έχουν γίνει μέσω μιας διαρκούς συνεργασίας με το Δήμο Καβάλας που έχει οδηγήσει σε μια σειρά πολιτιστικών εκδηλώσεων με συμμετοχές και από τις δύο χώρες, όπως για παράδειγμα συμπόσια γλυπτικής, εικαστικές και φωτογραφικές εκθέσεις, συναυλίες και συμπόσια μετάφρασης και ποίησης.
«Τα τελευταία 40 χρόνια», τονίζει η Elisabeth Gullberg Kaidi, «που το Σπίτι της Καβάλας αποτελεί πλέον ιδιοκτησία του Σουηδικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου Αθηνών, έχει φιλοξενήσει περίπου 6.000 επισκέπτες. Σήμερα δεν υπάρχουν πλέον σχέδια για την πώλησή του ή τη μείωση των δραστηριοτήτων του. Χάρη στη δραστηριότητα αυτή, το Ινστιτούτο έρχεται σε επαφή με διαφορετικούς κύκλους της σουηδικής κοινωνίας απ' ό,τι μέσω της έρευνας και εκπαίδευσης για την Αρχαία Ελλάδα, πυρήνα της δραστηριότητάς του στην Αθήνα».
ΦΩΤΟ: Αρχείο Κωνσταντίνου Πετρίδη, Αρχείο Σουηδικού Σπιτιού
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr