Μα καλά, πιστεύεις ότι θα πεις καλύτερα «Το κελί 33», ρωτάει το TheTOC.gr τον Γιώργο Μαργαρίτη. Κι εκείνος απαντά με βεβαιότητα «Ναι, τώρα έχω την πείρα»...
Ο μοναδικός συνεχιστής της σχολής του Βαμβακάρη, του Τσιτσάνη, του Παπαϊωάννου, ο αυθεντικός Τρικαλινός με ερμηνείες που έχουν γράψει ιστορία και θαυμαστές εντός και εκτός Ελλάδας, ο λαϊκός τραγουδιστής που αγαπούν φανατικά οι ροκάδες, μιλά για τους μεγάλους, όσους γνώρισε και όσους δεν γνώρισε (κι όπως λέει, ραγίζει η καρδιά του όταν λέει τα τραγούδια τους), όπως τον Μάρκο Βαμβακάρη και τον Μανώλη Χιώτη.
Ο Γιώργος Μαργαρίτης θυμάται ...
Τον Βασίλη Τσιτσάνη, επίσης Τρικαλινό, που γνώρισε 13 χρονών παιδί και είχε την τύχη να τον ακούσει να παίζει τη ρομάντσα, όπως λέει, «Συννεφιασμένη Κυριακή», όταν ο ακόμη έφηβος, Μαργαρίτης δεν ήξερε τί είναι το μπουζούκι.
Τον Ακη Πάνου, που του έδωσε «μια εξάδα», έξι τραγούδια, αλλά «τα τραγούδια του Ακη έχουν «απαίτηση» από τον τραγουδιστή, θέλουν να είναι εκεί, στη θέση του, όχι γυρολόγος...»
Τον Στέλιο Καζαντζίδη που «... τον έχω πάνω απ' το κεφάλι μου».
Τον «αδελφό» του Τάκη Σούκα, που του έδωσε τις πρώτες μεγάλες επιτυχίες του.
Αλλά και τον Λαυρέντη Μαχαιρίτσα, τον «σπουδαίο της άλλης πλευράς», όπως λέει, που τού έδωσε «αυτό το γλυκό τραγούδι, το «Πεθαίνω για σένα» και δύο ακόμη.
Η αληθινή ιστορία του Γιώργου Μαργαρίτη
(όπως τη μετέφερε ο ίδιος στον στιχουργό Κώστα Μπαλαχούτη)
«Ο Γιώργος Μαργαρίτης είναι λαϊκός τραγουδιστής με Λ και Τ κεφαλαία και βαριά. Γεννήθηκε στο Πετρωτό Τρικάλων αλλά στις φλέβες του ρέει και Μικρασιάτικο αίμα. Ο παππούς του Κώστας Μαργαρίτης κατάγονταν από την ευρύτερη περιοχή της Σμύρνης.
Οι γονείς του ήταν βιοπαλαιστές και τα παιδικά του χρόνια στερημένα.
Από μικρός φανέρωσε την κλίση του για το τραγούδι. Σε μια από τις επισκέψεις του Βασίλη Τσιτσάνη στη γενέτειρα του, στα Τρίκαλα, στο καφενείο που διατηρούσε η οικογένεια του, ο μικρός Γιώργος έπεισε τον πατέρα του να τον παρουσιάσει στο μεγάλο μουσικοσυνθέτη. Πράγματι ο πιτσιρίκος τραγούδησε παρουσία του Τσιτσάνη και άφησε καλές εντυπώσεις. Ο Τσιτσάνης του έδωσε τη σύσταση του για να τον βρει αργότερα στην Αθήνα. Κι έτσι όταν ο Μαργαρίτης έφηβος ακόμη ήρθε στην πρωτεύουσα ο τρανός συντοπίτης τον υποδέχτηκε με θέρμη. Όμως ο Γιώργος έπρεπε να μεστώσει πρώτα… Και πράγματι έτσι έγινε.
Στα χρόνια του ΄70 πέρασε απ’ το σχολειό των ζόρικων μπουζουκάδικων, απόκτησε ρεπερτόριο, εμπειρίες και γνώση. Στην δεκαετία του ΄80 εμφανίστηκε σαν πρωταγωνιστής στην δισκογραφία με όχημα τα περίτεχνα τραγούδια του Τάκη Σούκα. Ακολούθησαν δυναμικές συνεργασίες με πρωτομάστορες όπως ο Βασίλης Βασιλειάδης, ο Αντώνης Ρεπάνης, ο Άκης Πάνου, ο Χρήστος Νικολόπουλος, ο Τάκης Μουσαφίρης και άλλους δασκάλους σημειώνοντας χρυσούς και πλατινένιους δίσκους. Επίσης έκανε την αναφορά του στα κλασικά λαϊκά τραγούδια του Μπάμπη Μπακάλη σε συνεργασία με το συνθέτη με το δίσκο «Με αυτά τα τραγούδια μεγάλωσα». Έκτοτε κινήθηκε αναλόγως, χωρίς λοξοδρομήσεις και παρατυπίες. Στέρεος και ξάστερος, σίγουρος για τον εαυτό του και τις δυνατότητές του, δίχως να μιμείται κανέναν, χωρίς να επιδιώκει να φαντάζει κάποιος άλλος.
Τα τελευταία χρόνια μπολιάστηκαν από δισκογραφικές συνεργασίες με σπουδαίους δημιουργούς όπως ο Θανάσης Πολυκανδριώτης, ο Μάνος Ελευθερίου, ο Ηλίας Κατσούλης, ο Μανώλης Ρασούλης, ο Πέτρος Βαγιόπουλος αλλά και καλλιτέχνες της «μοντέρνας» όχθης –όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο ίδιος ο Μαργαρίτης –σαν τους Λαυρέντη Μαχαιρίτσα, Θοδωρή Μανίκα, Γιάννη Λογοθέτη κ.ά. που απέφεραν επιτυχίες που αγάπησε το πανελλήνιο.
Παράλληλα ο Μαργαρίτης πραγματοποίησε ένα μοναδικό αφιέρωμα στο «μέντορά» του Τσιτσάνη με έναν διπλό δίσκο που σημείωσε πλατιά καλλιτεχνική και εμπορική αποδοχή ενώ ανάλογη τύχη είχε και το τριπλό δισκογραφικό του αφιέρωμα στο κλασικό ρεπερτόριο με τον εμβληματικό τίτλο «Ένας αιώνας λαϊκό τραγούδι».
Την ίδια ώρα όμως, ο Γιώργος σαν ανήσυχος και διορατικός καλλιτέχνης εκφράζει την εποχή του με έναν ολοκαίνουργιο δίσκο-πρόταση όπου συναντά δημιουργούς όπως ο Δημήτρης Παπαδημητρίου, ο Γιάννης Χαρούλης, ο Νίκος Ζιώγαλας, ο Γιώργος Ζήκας, ο Λάκης Παπαδόπουλος (με τα ψηλα ρεβέρ), ο Σταμάτης Κραουνάκης, ο Λάκης Λαζόπουλος, ο Χρήστος Παπαδόπουλος, o Οδυσσέας Ιωάννου, ο Θοδωρής Γκόνης, ο Γιώργος Ανδρέου, ο Βαγγέλης Κορακάκης κ.ά.
Με την όρεξη δε που έχει αναμένονται και άλλες εκπλήξεις τόσο σε αυτήν την κατεύθυνση όσο και στις κλασικές στράτες. Άλλωστε όπως ο ίδιος δηλώνει: «Εγώ εκεί ανήκω. Στο Μάρκο, στο Τσιτσάνη, στον Παπαϊωάννου και τους άλλους μεγάλους μας. Όλοι αυτοί όπως μιλούσαν έτσι τραγουδούσαν. Κι εγώ αυτός είμαι, ούτε προσποιήθηκα, ούτε μεγαλοπιάστηκα» .
Κλείνοντας να σημειώσουμε πως ο Μαργαρίτης και τα τραγούδια που ερμηνεύει έχουν κερδίσει τη μάχη με το χρόνο ενώ όπου κι αν εμφανίζεται επικρατεί το αδιαχώρητο κυρίως από νέους ανθρώπους που αισθάνονται τη βιωματική σχέση που έχει με το ρεπερτόριο του, την αλήθεια και την αυθεντικότητα του».