
Με πρόσχημα την εκκαθάριση του Ιρλανδικού Δημοκρατικού Στρατού (IRA), τον Ιανουάριο του 1972 o βρετανικός στρατός πραγματοποιεί εκτεταμένες συλλήψεις καθολικών στο Μπέλφαστ, που μεταφέρονται σε ένα νέο στρατόπεδο συγκέντρωσης. Η μειονότητα των καθολικών κατοίκων εξαγγέλλει συγκέντρωση και πορεία στο Λόντοντερι, με στόχο την αποφυλάκιση των πολιτικών κρατουμένων και την αποχώρηση των βρετανικών στρατευμάτων από τη Βόρεια Ιρλανδία.

Η Ένωση Πολιτικών Ελευθεριών, που πρωτοστατεί καταφέρνει να συγκεντρώσει 10.000 ανθρώπους σε μια από τις καθολικές συνοικίες. Ξεκινούν για το κέντρο του Λόντοντερι, αλλά ο βρετανικός στρατός έχει αποκλείσει την περιοχή με ισχυρές δυνάμεις. Αλεξιπτωτιστές βρίσκονται σε διάφορα σημεία της πόλης. Η διαδήλωση είχε αρχίσει να διαλύεται όταν ορισμένοι από τους διαδηλωτές άρχισαν να επιδίδονται σε έναν απλό πετροπόλεμο με στόχο τους στρατιώτες. Τα βρετανικά στρατεύματα απάντησαν με σφαίρες από καουτσούκ και ένα κανόνι νερού.

Με διαταγή να συλλάβουν όσο περισσότερους μπορούσαν οι στρατιώτες αρχίζουν να καταδιώκουν τους διαδηλωτές. Το ξέσπασμα της βίας είχε μόλις αρχίσει. Οι αλεξιπτωτιστές της «Para -1» αρχίζουν να καταδιώκουν τους διαδηλωτές, να συλλαμβάνουν αδιακρίτως και να κακοποιούν βάναυσα όποιον έβρισκαν μπροστά τους. Ταυτόχρονα, τεθωρακισμένα οχήματα των ειδικών δυνάμεων εισβάλλουν από τα οδοφράγματα της αστυνομίας τρία διαφορετικά σημεία και αποβιβάζουν στρατιώτες που παίρνουν θέσεις απέναντι στους εναπομείναντες διαδηλωτές.

Με την πρώτη ριπή που ακούστηκε ένας 17χρονος πέφτει νεκρός. Ήταν μόνο η αρχή. Μέσα στην επόμενη μισή ώρα, η άσφαλτος βάφεται κόκκινη από το αίμα 13 νεκρών και 16 βαριά τραυματισμένων. Όλα σχεδόν τα θύματα είναι νέοι και παιδιά, ηλικίας 16- 25 ετών. Αυτό που θυμούνται όλοι σήμερα είναι ο θρήνος στα γκέτο τω καθολικών και ο πολιτικός σάλος που προκλήθηκε.
Τα υπόλοιπα θα έπαιρνε δεκαετίες μέχρι να εξιχνιαστούν. Ο βουλευτής του Εργατικού Κόμματος Τζον Χιούμ, αυτόπτης μάρτυρας της σφαγής, καταγγέλλει ότι πωρωμένοι αλεξιπτωτιστές πυροβολούσαν πισώπλατα άοπλους έφηβους που προσπαθούσαν να σωθούν και μιλάει για «Ματωμένη Κυριακή», όπως θα μείνει στην ιστορία η 30ή Ιανουαρίου του 1972.

Ποιος πυροβόλησε πρώτος; Μια απάντηση 38 χρόνια αργότερα
Πέρασαν 38 χρόνια για να δημοσιοποιηθεί το πόρισμα για τα γεγονότα της Ματωμένης Κυριακής. Η 5000 σελίδων έκθεση, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι την πρώτη βολή έριξε ο βρετανικός στρατός. Οι βολές τους ήταν αδικαιολόγητες, μια πράξη βίας προς τους αμάχους. Από τους νεκρούς, κανένας δεν έφερε όπλο και δεν αποτελούσε απειλή για τους στρατιώτες. Ο στρατός ήταν αυτός που άνοιξε πυρ απροειδοποίητα και χωρίς να υπάρχει πριν κάποια πράξη εναντίον του, οι μόνες που πετάχτηκαν ήταν κάποιες πέτρες. Παρόλα αυτά, οι στρατιώτες είπαν ψέματα σχετικά με τα γεγονότα.

Ο Έντουαρντ Χιθ, πρωθυπουργός της Βρετανίας, διατάσσει έρευνα. Ο Λόρδος Widgery, υπουργός δικαιοσύνης της Αγγλίας, ο οποίος κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι διαδηλωτές έριξαν την πρώτη βολή. Μόνο ο δικαστής του Ντέρι μίλησε τότε για «καθαρή δολοφονία».
Οι κάτοικοι της Βόρειας Ιρλανδίας χρειάστηκε να αγωνιστούν για δυο δεκαετίες, προκειμένου να ανοίξει ο φάκελος της υπόθεσης και να διαταχθεί νέα έρευνα. Ήταν 2010 και πρωθυπουργός ήταν ο Ντέιβιντ Κάμερον που ζήτησε συγγνώμη ενώπιον του κοινοβουλίου.

Αυτή η Ματωμένη Κυριακή 30/1 του 1972 εξυμνήθηκε από καλλιτέχνες, όπως οι U2 («Sunday Bloody Sunday»), Stiff Little Fingers («Bloody Sunday»), Τζον Λένον («Sunday Bloody Sunday», «The Luck of the Irish») και Πολ ΜακΚάρτνεϊ («Give Ireland Βack to the Irish»).
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr