Στις 14 του μηνός, του έλειψε 0,5% της ψήφου για να μπορέσει να πανηγυρίσει την επανεκλογή του ήδη από τον πρώτο γύρο των τουρκικών προεδρικών εκλογών. Στον σημερινό δεύτερο γύρο, όπου μονομαχεί με τον Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν προσέρχεται με αδιαμφισβήτητο πλεονέκτημα.
Όμως η εκλογική επικράτηση είναι μάλλον ο ευκολότερος στόχος. Tα δύσκολα έρχονται από την επόμενη μέρα – και αφορούν ό,τι κατεξοχήν απασχολεί τον μέσο Τούρκο, ήτοι τον τομέα της οικονομίας, όπως αναφέρει σε ανάλυσή του ο Κώστας Ράπτης για το capital.gr.
Με τις βουλευτικές εκλογές (που διεξήχθησαν ταυτόχρονα με τις προεδρικές) να του έχουν ήδη εξασφαλίσει φιλική πλειοψηφία στην Τουρκική Εθνοσυνέλευση και με τον "τρίτο άνθρωπο" της αναμέτρησης, τον εθνικιστή Σινάν Ογάν (ο οποίος εξασφάλισε ένα μάλλον εντυπωσιακό ποσοστό της τάξης του 5,2%) να έχει ταχθεί υπέρ του νυν προέδρου στον δεύτερο γύρο, τα πράγματα στο μέτωπο της κάλπης δείχνουν απλά.
Υπάρχουν βέβαια και οι ακατάβλητοι δημοσκόποι, οι οποίοι παρά την αστοχία των προεκλογικών προβλέψεών τους, επιμένουν ότι το παιχνίδι παραμένει ανοικτό. Τέτοια είναι η περίπτωση της Premise Data, η οποία σε έρευνά της για λογαριασμό του Al Monitor σε όλη την Τουρκία μεταξύ 19ης και 23ης Μαΐου, υποστηρίζει ότι ο Ερντογάν προηγείται με ποσοστό πρόθεσης ψήφου μόλις 40% έναντι 39% για τον Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, ενώ το 15% των ερωτηθέντων εξακολουθεί να δηλώνει αναποφάσιστο, μόλις λίγα 24ωρα πριν από τις εκλογές, και το 6% αναφέρει ότι δεν θα προσέλθει στην κάλπη. Αλλά ο τελευταίος αυτός αριθμός (ως μικρότερος του πραγματικού ποσοστού αποχής στον πρώτο γύρο, που άγγιξε το 12%) υποδεικνύει ότι η συμμετοχή στην σημερινή αναμέτρηση μπορεί να αποβεί ακόμη ισχυρότερη, καταγράφοντας παγκόσμιο ρεκόρ.
Εις άγραν εθνικιστών
Η ίδια έρευνα, ωστόσο, αποκαλύπτει και τα δυνατά σημεία του Ερντογάν. Ως σημαντικότερο πρόβλημα της χώρας η τουρκική κοινή γνώμη κατονομάζει, σε ποσοστό 57%, την κατάσταση της οικονομίας, ενώ ακολουθούν το προσφυγικό (με 16%), το θέμα της δικαιοσύνης (με 11%), της δημοκρατίας (με 5%) και των "εθνικών απειλών" που αρέσκονται να επικαλούνται οι κυβερνώντες με μόλις 3%. Και όμως: αντίθετα από ό,τι θα φαντάζονταν οι αναγνώστες του διεθνούς τύπου, ο Ερντογάν κρίνεται καταλληλότερος να χειρισθεί την οικονομία (52%) και τα ζητήματα εθνικής ασφάλειας (57%), ενώ ο Κιλιτσντάρογλου επικρατεί μόνο στον χειρισμό του προσφυγικού (57%).
Είναι άλλωστε αυτό το τελευταίο στοιχείο, μαζί με τις προφανείς υπαγορεύσεις της εκλογικής αριθμητικής, που έχει οδηγήσει τον αρχηγό της τουρκικής αντιπολίτευσης σε εθνικιστική στροφή, μέχρι του σημείου να συνάψει την Τετάρτη συμφωνία συνεργασίας με τον Ουμίτ Οζντάγ, ηγέτη του Κόμματος της Νίκης (Zafer), το οποίο εξασφάλισε ποσοστό 2% της ψήφου στις βουλευτικές εκλογές, με ατζέντα κυρίως αντιπροσφυγική.
Σημειώνεται ότι ο Οζντάγ υπήρξε το πρόσωπο-κλειδί για την συγκρότηση της συμμαχίας η οποία στήριξε στις προεδρικές εκλογές την υποψηφιότητα του Ογάν. Αλλά το κατά πόσον ο Κιλιτσντάρογλου είναι σε θέση να προσελκύσει τις περιζήτητες εθνικιστικές ψήφους, χωρίς να αποξενώσει τους Κούρδους που τον στήριξαν μαζικά στον πρώτο γύρο είναι μέγα ερώτημα.
Οι αγορές δεν πείθονται
Οι αγορές, πάλι, παρακολουθούν τις τουρκικές εξελίξεις με τον δικό τους τρόπο – αντιστρέφοντας τις τελευταίες δύο εβδομάδες τα αισιόδοξα μηνύματα που εξέπεμπαν καθ' οδόν προς τον πρώτο γύρο των εκλογών, όταν φαινόταν ότι ήταν πιθανή μια ήττα του Ερντογάν, άρα και μια εγκατάλειψη των ανορθόδοξων πολιτικών του στον νομισματικό τομέα.
Ο δείκτης του Χρηματιστηρίου της Κωνσταντινούπολης σημείωσε άνοδο της τάξης του 9% κατά την εβδομάδα πριν από τον πρώτο γύρο – στις δύο εβδομάδες που ακολούθησαν τα κέρδη αυτά έχουν εξανεμιστεί και οι τραπεζικές μετοχές ειδικότερα έχουν υποχωρήσει κατά 23%.
Η ισοτιμία του νομίσματος πλησιάζει τις 20 λίρες ανά δολάριο, φλερτάροντας με το ιστορικό χαμηλό της, ενώ στην αγορά παραγώγων οι πιθανότητες υποχώρησης στις 29 λίρες ανά δολάριο κατά το τέταρτο τρίμηνο του έτους υπολογίζονται στο 52%.
Η απόδοση των τουρκικών δεκαετών ευρωομολόγων διαμορφώνεται στο 10%, ενώ τα τουρκικά ομόλογα σε δολάριο εμφανίζουν spread της τάξης των 185 μονάδων βάσης σε σύγκριση με τους αντίστοιχους αμερικανικούς τίτλους.
Τα CDS των πενταετών τίτλων τουρκικού Δημοσίου εκτινάχθηκαν στις 700 μονάδες βάσης, από 500 πριν από τον πρώτο γύρο.
Τη μεγαλύτερη πηγή ανησυχίας συνιστά η κατάσταση των συναλλαγματικών διαθεσίμων της κεντρικής τράπεζας, καθώς, κατά τις εκτιμήσεις του Bloomberg, η Τουρκία "έκαψε" 171 δισ. δολάρια σε διάστημα 16 μηνών για να στηρίξει τη λίρα.
Σύμφωνα με στοιχεία της 12ης του μηνός που παραθέτει το Al Monitor, τα ακαθάριστα διαθέσιμα διαμορφώνονται στα 105,1 δισ. δολάρια, όμως τα καθαρά μόλις στα 2,3 δισ., ήτοι στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2002, οπότε το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης ήρθε στα πράγματα. Αυτό χωρίς να συνυπολογίζονται τα swaps με χώρες όπως το Κατάρ, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Κίνα και η Νότιος Κορέα ή οι καταθέσεις από την Σαουδική Αραβία, το Αζερμπαϊτζάν και τη Λιβύη που ανέρχονται στα 36 δισ. δολάρια.
Με άλλα λόγια, τα πραγματικά επίπεδα είναι αρνητικά και τα περιθώρια παρεμβάσεων χωρίς να υπάρξει δραστική άνοδος επιτοκίων ή υποτίμηση της λίρας περιορίζονται ασφυκτικά. Μόνη άμεση διέξοδος παραμένει η γεωπολιτικά υπαγορευόμενη "καλοσύνη των ξένων" του αραβικού κόσμου και του ευρασιατικού άξονα. Ο ίδιος ο Ερντογάν ανοικτά δήλωσε ότι μετά τις εκλογές θα ευχαριστήσει δια ζώσης τους ηγέτες που πρόσφεραν στη χώρα του αυτή την ανακούφιση.
Η "ρόδινη εικόνα" των ιθυνόντων
Από την πλευρά της η κεντρική τράπεζα διατήρησε την Πέμπτη αμετάβλητο το επιτόκιό της στο 8,5%, αλλά παραλλήλως ήδη από την προηγούμενη εβδομάδα έθεσε πρόσθετους περιορισμούς, υπό μορφήν υψηλότερων απαιτήσεων διακράτησης κρατικών ομολόγων, στην ικανότητα των τραπεζών να δανείζουν το κοινό.
Η τουρκική στατιστική υπηρεσία, πάλι, ανακοίνωσε στις αρχές του μηνός ότι ο πληθωρισμός τον Απρίλιο υποχώρησε στο 44% έναντι 51% τον Μάρτιο.
Ο Τούρκος υπουργός Οικονομικών Νουρεντίν Νεμπατί τη Δευτέρα εξαπέλυσε μύδρους απέναντι στους "κακόβουλους ψηφοθήρες" της αντιπολίτευσης, που "κηρύσσουν την καταστροφή". Ο ίδιος, απευθυνόμενος στο εγχώριο και όχι μόνο ακροατήριο, περιέγραψε μία Τουρκία που κατάφερε να σημειώσει ρυθμό ανάπτυξης 11,4% το 2021 και 5,6% το 2022, που αύξησε κατά 1,5 εκατομμύρια στα 31, 5 εκατομμύρια (με στοιχεία του Μαρτίου) τον αριθμό των απασχολουμένων το τελευταίο έτος και είδε την βιομηχανική παραγωγή να αυξάνεται κατά 0,4% το πρώτο τρίμηνο του έτους, παρά τη θεομηνία του Φεβρουαρίου.
Είναι αμφίβολο ποιοι πείθονται. Η αποτελεσματικότερη μετεκλογική τακτική του Ερντογάν θα ήταν απλώς να απειλήσει ως άλλος Σαμψών με ευρύτερες περιφερειακές αναταράξεις, σε περίπτωση μεγάλου οικονομικού κλυδωνισμού, εμφανίζοντας τη χώρα του ως too big to fail.
Πηγή: Capital.gr
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr