Μια ανατροπή στην ανεξιχνίαστη δολοφονία μιας νέας γυναίκας που εργαζόταν ως νταντά με κύριο ύποπτο τον λόρδο εργοδότη της το 1974, φέρνει και πάλι στην επικαιρότητα την υπόθεση του Λόρδου Λούκαν που από τη δεκαετία του '70 συγκλονίζει τη Βρετανία.
Ένας καθηγητής πληροφορικής, ειδικός στην αναγνώριση προσώπων, ισχυρίζεται, όπως γράφει η βρετανική εφημερίδα Daily Mail, ότι τα χαρακτηριστικά του προσώπου του αριστοκράτη που εξαφανίστηκε μετά τη δολοφονία της νταντάς, Σάντρα Ρίβετ, στο Λονδίνο πριν από 48 χρόνια ταιριάζουν "ακριβώς" με αυτά ενός 87χρονο βουδιστή μοναχό που ζει στην Αυστραλία.
Ο ειδικός στην αναγνώριση προσώπων καθηγητής Χασάν Ουγκέιλ, ο οποίος είχε με τις έρευνές του συμβάλει στην ταυτοποίηση των δραστών των επιθέσεων με τον νευροτοξικό παράγοντα Novichok στο Σάλσμπερι το 2018 με στόχο έναν Ρώσο πρώην πράκτορα και την κόρη του, χρησιμοποιεί την επιστήμη της τεχνητής νοημοσύνης βασιζόμενος σε έναν ειδικό αλγόριθμο στον οποίο ο ίδιος έχει καταλήξει έπειτα από έρευνες 20ετίας.
Όπως υποστηρίζει "ο αλγόριθμος δεν κάνει ποτέ λάθος".
Ο άνθρωπος που, σύμφωνα με τον ειδικό είναι ο λόρδος Λούκαν, είναι ένας 87χρονος Βουδιστής μοναχός που ζούσε στο Νεπάλ και εδώ και πολλά χρόνια ζει στο Μπρισμπέιν της Αυστραλίας.
Ο Βρετανός Λόρδος Ρίτσαρντ "Λάκι" Λούκαν εξαφανίστηκε από προσώπου γης το 1974, λίγες ώρες μετά την ανακάλυψη του πτώματος της νταντάς των παιδιών του Σάντρα Ρίβετ μέσα στο σπίτι του στο κεντρικό Λονδίνο. Η άγρια δολοφονία της νταντάς της παιδιών της οικογένειας, που υπέκυψε στα βαριά τραύματά της από ξυλοδαρμπό με μπαστούνι, είχε συγκλονίσει τη βρετανική κοινή γνώμη.
Η μυστηριώδης εξαφάνιση του Λόρδου έχει συνοδευτεί επί σχεδόν αιώνα από πλήθος εικασιών, πληροφοριών, ρεπορτάζ, βιβλίων και ντοκιμαντέρ σύμφωνα με τα οποία κατά καιρούς εθεάθη σε διάφορα σημεία του κόσμου.
Η γυναίκα δολοφονήθηκε στην κουζίνα του υπογείου του τετραώροφου σπιτιού, ενώ σύμφωνα με την ιατροδικαστική εξέταση, το πτώμα έφερε χτυπήματα από μπαστούνι. Να σημειωθεί ότι ο Λούκαν είχε μόλις χάσει δικαστική διαμάχη με την πρώην σύζυγό του για την γονική επιμέλεια και επιτέθηκε στην ίδια, η οποία όμως κατάφερε να διαφύγει.
Αργότερα θεωρήθηκε ότι ο λόρδος είχε μπερδέψει την νταντά με την εν διαστάσει σύζυγό του Βερόνικα, η οποία επίσης είχε δεχτεί επίθεση και είχε καταφύγει σε γειτονική παμπ, αιμόφυρτη, για να ειδοποιήσει τις αρχές.
Η εν διαστάσει σύζυγός του μετά από καιρό κατήγγειλε ότι ο λόρδος Λούκαν ήταν ο δράστης της επίθεσης εις βάρος της. Λίγο πριν το θάνατό της, είχε δηλώσει ότι πίστευε ότι ο εξαφανισμένος άνδρας της είχε αυτοκτονήσει.
Το 2017, η λαίδη Λούκαν σύζυγος του εξαφανισμένου λόρδου είχε βρεθεί νεκρή μέσα στην πολυτελή κατοικία της στη συνοικία του Λονδίνου Μπελγκρέβια. Η λαίδη Βερόνικα Λούκαν πέθανε σε ηλικία 80 ετών.
Το 1999 το Ανώτερο Δικαστήριο του Λονδίνου τον ανακήρυξε νεκρό και τον περασμένο χρόνο δικαστής εξέδωσε πιστοποιητικό θανάτου επιτρέποντας έτσι στον γιο του, Τζορτζ Μπίναμ, να κληρονομήσει τον τίτλο του.
Μια από τις πολυάριθμες θεωρίες για την τύχη του Λούκαν, που επί πολλά έτη ήταν ο νούμερο 1 καταζητούμενος της Ιντερπόλ, είναι ότι αυτοπυροβολήθηκε και στη συνέχεια δόθηκε ως τροφή σε τίγρεις ζωολογικού κήπου που ανήκε σε φίλο του ο οποίος όμως το 2000 είχε δηλώσει ότι ο Λούκαν είχε δέσει μια πέτρα στον λαιμό του και είχε πέσει στη Μάχγη.
Αυτή τη φορά είναι το αποτέλεσμα μιας έρευνας 4.000 ελέγχων σε επτά φωτογραφίες του Λόρδου Λούκαν. Η έρευνα κατέληξε σε τρεις φωτογραφίες ενός συνταξιούχου που ζει στην Αυστραλία. "Δεν πρόκειται για άποψη αλλά για επιστημονικά και μαθηματικά δεδομένα".
Το μοναστήρι στην Κρήτη με θεά το λιβυκό πέλαγος
Ο ερευνητής και συγγραφέας του βιβλίου "The Troops of Midian" Ρίτσαρντ Γουίλμοτ, ερευνά την υπόθεση τα τελευταία 20 χρόνια και ο ίδιος ισχυρίζεται ότι για την επιχείρηση εξαφάνισης του Λόρδου από την Μεγάλη Βρετανία συνεργάστηκε ομάδα κατασκόπων. Σύμφωνα με την εν λόγω έρευνα, ο στυγερός εγκληματίας κατάφερε να βγει από τη χώρα με τη βοήθεια ανδρών των μυστικών υπηρεσιών και επικεφαλής τον πρώην πράκτορα της MI5 (με το παρατσούκλι "φάντασμα"), Τζέιμς Γκάρνεϊ, ενώ την επιχείρηση χρηματοδότησαν φίλοι και γνωστοί από τον επιφανή κύκλο του.
Στη συνέχεια, πάντα με την συνοδεία του Γκάρνεϊ, πέταξαν από το Χίθροου για την Αθήνα. Εκεί σύμφωνα με το βιβλίο, συνάντησε άλλους πράκτορες που τον βοήθησαν να κρυφτεί και στη συνέχεια τον μετέφεραν στην Κρήτη.
Εκεί βρήκε καταφύγιο για ένα μήνα στη μονή Καψά, στο Λασίθι. Πρόκειται για ένα αρκετά απομονωμένο μοναστήρι, με θέα στο Λιβυκό Πέλαγος, χτισμένο στο χείλος ενός φαραγγιού, στην τοποθεσία Περβολάκια. Σύμφωνα με τον Γκάρνεϊ, το μοναστήρι δεχόταν ξένους που αντιμετώπιζαν προβλήματα στη ζωή τους, υπό την προϋπόθεση ότι θα ακολουθούσαν τους κοινούς κανόνες και ότι θα συνεισέφεραν στις καθημερινές εργασίες.
Σύμφωνα με τον συγγραφέα του βιβλίου, Κρητικοί του είπαν πως θυμούνταν τον ψηλό άνδρα, να παίζει τάβλι με τους ντόπιους. Τελευταία φορά ο Γκάρνεϊ τον είδε στην Ιεράπετρα, από όπου έφυγε προς άγνωστη κατεύθυνση – πιθανόν για τη Νότια Αφρική.