Η ΕΕ ενεργοποίησε μια διαδικασία η οποία μπορεί να οδηγήσει στην στέρηση του δικαιώματος ψήφου της Πολωνίας στις Βρυξέλλες, σε μια κίνηση που δεν έχει προηγούμενο στα ευρωπαϊκά χρονικά. Η απόφαση αυτή έχει ως στόχο να ασκήσει πίεση προς την δεξιά κυβέρνηση της Πολωνίας προκειμένου να μην προχωρήσουν προωθούμενες μεταρρυθμίσεις οι οποίες αποτελούν, σύμφωνα με την ΕΕ, απειλή για τη δημοκρατία στη χώρα, σημειώνει ο Guardian, σε ειδικό άρθρο του για τις εξελίξεις στο ζήτημα.
O Πολωνός πρόεδρος Αντρέι Ντούντα ανακοίνωσε ότι «αποφάσισε» να υπογράψει δύο νομοσχέδια που αφορούν τη μεταρρύθμιση στον τομέα της δικαιοσύνης και τα οποία αποτέλεσαν τη βάση της απόφασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να ξεκινήσει τη διαδικασία επιβολής κυρώσεων κατά της Πολωνίας, για την άρνησή της να αποσύρει τις εν λόγω μεταρρυθμίσεις.
«Εισάγουμε πολύ καλές λύσεις στην Πολωνία που θα βελτιώσουν την αποτελεσματικότητα της δικαστικής εξουσίας», δήλωσε ο Ντούντα σε τηλεοπτικό του διάγγελμα.
«Ο δημοκρατικός χαρακτήρας του δικαστικού συστήματος ενισχύεται», πρόσθεσε.
Τα δύο νομοσχέδια αφορούν την μεταρρύθμιση του Ανωτάτου Δικαστηρίου και του Εθνικού Δικαστικού Συμβουλίου.
Σύμφωνα με την Κομισιόν, το νομοθετικό πρόγραμμα της πολωνικής κυβέρνησης θέτει σε κίνδυνο τις θεμελιώδεις αρχές του δημοκρατικού κράτους καθώς επιτρέπει πολιτικές παρεμβάσεις στα δικαστήρια.
«Σε μια περίοδο δύο ετών υιοθετήθηκε ένας μεγάλος αριθμός νόμων -13 στο σύνολο- οι οποίοι θέτουν σε σοβαρό κίνδυνο την ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας και τη διάκριση των εξουσιών» ανέφερε ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν Φρανς Τίμερμανς από τις Βρυξέλλες.
«Οι μεταρρυθμίσεις αυτές στην Πολωνία σηματοδοτούν μια κατάσταση όπου το δικαστικό σώμα της χώρας βρίσκεται υπό τον πολιτικό έλεγχο της κυβερνώσας πλειοψηφίας. Με αυτήν την έλλειψη δικαστικής ανεξαρτησίας, εγείρονται σοβαρά ερωτήματα αναφορικά με την αποτελεσματική εφαρμογή του ευρωπαϊκού δικαίου» σημείωσε.
Η επίσημη προειδοποίηση προς την Πολωνία προτάθηκε προς τα κράτη μέλη στη βάση της ρύθμισης του άρθρου 7, μιας διαδικασίας που δεν έχει χρησιμοποιηθεί ποτέ στο παρελθόν. «Με βαριά καρδιά αποφασίσαμε να ενεργοποιήσουμε το άρθρο, ωστόσο τα γεγονότα δεν μας αφήνουν άλλα περιθώρια» τόνισε ο Τίμερμανς.
Τουλάχιστον 22 από τα 28 κράτη μέλη θα πρέπει να υπερψηφίσουν τη πρόταση της Κομισιόν προκειμένου να προχωρήσει η διαδικασία, ωστόσο στις Βρυξέλλες εκτιμούν ότι αυτό είναι κάτι που μπορεί να συμβεί.
Η πιο σοβαρή κύρωση που μπορεί να υποστεί ένα κράτος μέλος στη διαδικασία του άρθρου 7 είναι η στέρηση του δικαιώματος ψήφους στους ευρωπαϊκούς θεσμούς και η αναστολή ευρωπαϊκών κονδυλίων. Κάτι τέτοιο ωστόσο θα απαιτούσε ομοφωνία ανάμεσα στα κράτη μέλη σε μια δεύτερη ψηφοφορία. Η κυβέρνηση της Ουγγαρίας επιμένει, ωστόσο, ότι δεν πρόκειται να συναινέσει σε μια τέτοια κύρωση.
Ο Τίμερμανς άφησε ωστόσο ένα παράθυρο ανοιχτό, λέγοντας ότι παρότι δεν υπήρξε φέτος διάλογος με την πολωνική κυβέρνηση για το θέμα, η ΕΕ είναι ανοιχτή στο ενδεχόμενο να πραγματοποιηθούν συζητήσεις προκειμένου να αρθεί το αδιέξοδο.
Σημειώνεται ότι ένας νέος πρωθυπουργός ανέλαβε στην Πολωνία αυτόν τον μήνα, ενώ το μήνυμα που έχει σταλεί προς την Βαρσοβία είναι ότι εάν αντιστραφούν συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις εντός των επόμενων τριών μηνών, η διαδικασία θα μπορούσε να παγώσει.
Σύμφωνα πάντως με όσα δήλωσε ο Τίμερμας, δεν χρησιμοποιεί, τουλάχιστον για την ώρα, την λεγόμενη «πυρηνική επιλογή» και το πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα είναι κάτι που βρίσκεται στα χέρια της Πολωνίας.
Η απειλή ενεργοποίησης όμως του άρθρου 7 αναμένεται να επιδεινώσει την κρίση που υπάρχει στις σχέσεις Πολωνίας-ΕΕ.
Μιλώντας στην κρατική τηλεόραση την Τετάρτη, ο υπουργός Εξωτερικών της χώρας Witold Waszczykowski ανέφερε ότι οποιαδήποτε απόφαση για ενεργοποίηση του άρθρου 7 θα συνιστούσε «απόπειρα στιγματισμού της Πολωνίας και παραγκωνισμού της από θεμελιώδεις αποφάσεις που λαμβάνονται στην ΕΕ».
Η εικόνα της Πολωνίας και η επιρροή της στην ΕΕ έχει ήδη υποστεί πλήγματα με την άνοδο του Κόμματος «Νόμος και Δικαιοσύνη», οπότε ο διεθνής αντίκτυπος της απόφασης της Κομισιόν δεν θα είναι μεγάλος. Ο εσωτερικός αντίκτυπος ωστόσο θα είναι πιο σημαντικός» εκτιμά ο Piotr Buras, διευθυντής των τοπικών γραφείων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, μιλώντας στον Guardian.
«Η κρατική προπαγάνδα θα επιχειρήσει να παρουσιάσει αυτήν την απόφαση ως μια εχθρική πράξη ξένων καταπιεστών ενάντια στην πολωνική δημοκρατία και κυριαρχία. Θα δώσει τροφή σε ένα αφήγημα που θα περιγράφει την Πολωνία υπό κατάσταση πολιορκίας και τη Δύση ως προδότη της Πολωνίας» προσθέτει.
Η πολωνική κυβέρνηση επιμένει πάντως ότι η δικαστική εξουσία διατηρεί πολύ μεγάλο τμήμα από την θεσμική αρχιτεκτονική που εγκαθιδρύθηκε όσο στη χώρα υπήρχε κομμουνισμός και αυτό είναι κάτι που πρέπει τώρα να αλλάξει.
Παρά το γεγονός ότι η υπόθεση της Πολωνίας τριγυρνά στα γραφεία των Βρυξελλών εδώ και δύο χρόνια, η σταγόνα που φαίνεται πως ξεχείλισε το ποτήρι ήταν η απόφαση της περασμένης Παρασκευής που επιτρέπει στην εκτελεστική εξουσία μεγαλύτερο έλεγχο στο ανώτατο δικαστήριο της χώρας και στο δικαστικό συμβούλιο που διορίζει τους δικαστές.
Σύμφωνα με όσα αναφέρει ο Guardian, εάν οι σχετικές ρυθμίσεις εγκριθούν από τον πρόεδρο της χώρας, τότε το ανώτατο δικαστήριο θα μπορεί να επανεξετάσει τελικές κρίσεις κατώτερων δικαστηρίων ακόμη και για υποθέσεις που κρίθηκαν πριν 20 χρόνια. Ακόμη, παρά το γεγονός ότι οι δικαστές θα συνταξιοδοτούνται στα 65, ο πρόεδρος θα μπορεί εξατομικευμένα να παρατείνει το συγκεκριμένο χρονικό όριο.
Τέλος, το δικαστικό συμβούλιο που κρίνει τους υποψήφιους δικαστές θα εκλέγεται από την κάτω Βουλή, ενώ μέχρι πρότινος οι ίδιοι οι δικαστές αποφάσιζαν για αυτό, όπως σημειώνει χαρακτηριστικά ο Guardian.