Ποινικά διώκεται ο γιος του προέδρου των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, Χάντερ, για τρεις κατηγορίες περί όπλων, γεγονός που σηματοδοτεί την πρώτη φορά, που το παιδί ενός εν ενεργεία προέδρου διώκεται ποινικά.
Όπως αναφέρει το BBC, μπορεί η υπόθεση να φαινόταν πως όδευε σε επίλυση σχετικά με τις κατηγορίες περί αγοράς όπλου αλλά και παραβίασης φόρων, ωστόσο τον Ιούλιο κατέρρευσε απότομα με αποτέλεσμα να του αποδοθούν πλέον κατηγορίες.
Οι τρεις κατηγορίες που αποδόθηκαν αφορούν την αγορά όπλου και τη χρήση ναρκωτικών. Τα δικαστικά έγγραφα δείχνουν ότι ο Χαντερ Μπάιντεν είπε ψέματα στις ομοσπονδιακές αρχές καθώς αγόρασε ένα περίστροφο Colt σε ένα κατάστημα όπλων στο Ντέλαγουερ τον Οκτώβριο του 2018. Κράτησε το όπλο για 11 ημέρες.
Την εποχή που αγόρασε το όπλο, ο Χάντερ Μπάιντεν ήταν χρήστης κρακ κοκαΐνης. Σύμφωνα με τους ομοσπονδιακούς νόμους των ΗΠΑ, είναι έγκλημα να λες ψέματα σε δικαστικά έγγραφα ή να κατέχεις πυροβόλο όπλο ενώ είσαι χρήστης ναρκωτικών.
"Εάν καταδικαστεί, ο Μπάιντεν αντιμετωπίζει τη μέγιστη ποινή φυλάκισης που είναι 25 ετών", ανέφερε σε ανακοίνωσή του το υπουργείο Δικαιοσύνης.
Η δίωξη διασφαλίζει ότι τα δικαστικά δράματα θα παίξουν υπερβάλλοντα ρόλο στις προεδρικές εκλογές του 2024, στις οποίες ο 80χρονος Τζο Μπάιντεν θα διεκδικήσει την επανεκλογή του και είναι πιθανό να βρεθεί ξανά αντιμέτωπος με τον 77χρονο Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος έχει μπροστά του τέσσερις δίκες για διάφορα πολιτειακά και ομοσπονδιακά αδικήματα.
Στο κατηγορητήριο που συνέταξε ο ειδικός εισαγγελέας Ντέιβιντ Γουάις δεν γίνεται καμία αναφορά στις φορολογικές παραβάσεις του Χάντερ Μπάιντεν. Ο Γουάις είχε διοριστεί εισαγγελέας του Ντέλαγουερ από τον Τραμπ και επί χρόνια ερευνούσε τις επιχειρηματικές δραστηριότητες του 53χρονου Χάντερ. Διορίστηκε ειδικός εισαγγελέας στην έρευνα αυτήν τον περασμένο Αύγουστο.
Ο Μπάιντεν ο νεότερος ήταν επί χρόνια ο αγαπημένος στόχος αμείλικτων επιθέσεων από τον Τραμπ και τους Ρεπουμπλικάνους συμμάχους του οι οποίοι τον κατηγορούσαν, μεταξύ άλλων, για τις δοσοληψίες του με την Ουκρανία και την Κίνα. Στο παρελθόν ο Χάντερ εργάστηκε ως λομπίστας, δικηγόρος, τραπεζικός και καλλιτέχνης ενώ έχει μιλήσει δημοσίως για τον αγώνα του με την κατάχρηση ουσιών.
Μολονότι οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν συλλέξει μαρτυρίες ότι ο Τζο Μπάιντεν κατά καιρούς συνομιλούσε με συνεργάτες του γιου του, δεν έχουν ακόμη παρουσιάσει αποδείξεις ότι επωφελήθηκε προσωπικά από την επιχειρηματική δραστηριότητα του Χάντερ.
Τον Δεκέμβριο του 2020 ο Χάντερ Μπάιντεν αποκάλυψε ότι το γραφείο του Γουάις ερευνούσε τις φορολογικές υποθέσεις του και αρνήθηκε ότι έκανε οτιδήποτε επιλήψιμο.
Μολονότι από τους περισσότερους εισαγγελείς που διόρισε ο Τραμπ ζητήθηκε να παραιτηθούν όταν ανέλαβε την προεδρία ο Μπάιντεν, τον Ιανουάριο του 2021, το υπουργείο Δικαιοσύνης ζήτησε από τον Γουάις να παραμείνει στη θέση του. Η ίδια η έρευνα του υπουργείου εξετάστηκε λεπτομερώς από τους Ρεπουμπλικάνους αφού κάποιοι πληροφοριοδότες από την εφορία (IRS) είπαν στο Κογκρέσο ότι το υπουργείο Δικαιοσύνης κωλυσιεργούσε και είχε περιορίσει τις δυνατότητες του Γουάις να ασκήσει διώξεις. Ο Γουάις όμως το διέψευσε.
Ο Χάντερ Μπάιντεν δεν ανέλαβε ποτέ κάποια θέση στον Λευκό Οίκο ή στην προεκλογική εκστρατεία του πατέρα του. Ο Τζο Μπάιντεν έχει πει ότι δεν συζητούσε τις επιχειρηματικές δραστηριότητες του γιου του στο εξωτερικό και ότι το υπουργείο Δικαιοσύνης διαθέτει απόλυτη ανεξαρτησία για να διεξάγει οποιαδήποτε έρευνα εναντίον μελών της οικογένειάς του.
Ο Τραμπ και άλλοι Ρεπουμπλικάνοι έκαναν λόγο για "σύγκρουση συμφερόντων" επειδή ο Χάντερ Μπάιντεν ήταν στο διοικητικό συμβούλιο της ουκρανικής ενεργειακής εταιρείας Burisma την εποχή που ο πατέρας του ήταν αντιπρόεδρος του Μπαράκ Ομπάμα. Τον Ιούλιο του 2020, σε μια τηλεφωνική επικοινωνία του με τον πρόεδρο της Ουκρανίας, ο Τραμπ του ζήτησε να ερευνήσει η κυβέρνησή του τον Τζο και τον Χάντερ Μπάιντεν, ενόψει των προεδρικών εκλογών του Νοεμβρίου.
Η υπόθεση αυτή στάθηκε αφορμή για τη μία από τις δύο παραπομπές του Τραμπ σε δίκη, με την κατηγορία της κατάχρησης εξουσίας και παρακώλυσης του Κογκρέσου. Η Γερουσία τελικά τον αθώωσε.