Διεθνή δημοσιεύματα αναφέρονται στην πιθανότητα η διάσημη δικηγόρος ανθρωπίνων δικαιωμάτων Αμάλ Κλούνεϊ, σύζυγος του χολιγουντιανού σταρ Τζορτζ Κλούνεϊ, να κινδυνεύει με απέλαση από τις ΗΠΑ ή με απαγόρευση εισόδου.
Στην περίπτωση της Αμάλ Κλούνεϊ, η οποία είναι παντρεμένη με τον Αμερικανό ηθοποιό εδώ και 11 χρόνια και έχει αποκτήσει μαζί του δύο παιδιά, εάν και εφόσον αντιμετώπιζε κάποιο πρόβλημα με την παραμονή της ή την είσοδό της στις ΗΠΑ αυτό δεν θα προέκυπτε από τη νέα αντιμεταναστευτική πολιτική του Τραμπ.
Όπως εξηγούν σε δημοσίευμά τους οι Financial Times, η 47χρονη δικηγόρος, που έχει γεννηθεί στον Λίβανο και έχει μεγαλώσει στη Βρετανία, θα μπορούσε να δει την πύλη εισόδου στις ΗΠΑ να κλείνει για αυτήν όχι επειδή δεν έχει αμερικανική υπηκοότητα αλλά εξαιτίας της συνεργασίας της με το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης.
Σημειώνεται ότι το λαμπερό ζευγάρι ζει τον περισσότερο χρόνο στο σπίτι τους στη Γαλλία, περνούν όμως και μεγάλα διαστήματα στη Νέα Υόρκη, κυρίως λόγω των υποχρεώσεων του Τζορτζ Κλούνεϊ που αυτό τον καιρό παίζει σε παράσταση του Μπρόντγουεϊ.
Η παράσταση στην οποία παίζει έχει τίτλο "Good Night, and Good Luck" και αφορά τον πρωτοπόρο δημοκρατικό Αμερικανό δημοσιογράφο Έντουαρτ Ρ. Μάροου, γνωστό ως "κυνηγό" του περιβόητου Γερουσιαστή ΜακΚάρθι. Αμάλ και Τζορτζ Κλούνεϊ έχουν σπίτια και στο Λονδίνο και τη λίμνη Κόμο στην Ιταλία.
Η πιο πρόσφατη συνεργασία της Αμάλ Κλούνεϊ με το ΔΠΔ αφορά την εισαγγελική απόφαση για έκδοση ενταλμάτων σύλληψης για τον πρωθυπουργό του Ισραήλ, Νετανιάχου, και τον τότε ηγέτη της Χαμάς, Σιναουάρ που εν τω μεταξύ, έχει σκοτωθεί.
Η Αμάλ Κλούνεϊ βρίσκεται πίσω από τα εντάλματα του Διεθνούς Δικαστηρίου καθώς έκανε τη νομική τεκμηρίωση με την ιδιότητα της νομικής συμβούλου.
Σε ανακοίνωση που είχε εκδώσει τον περασμένο Μάιο, μετά την έκδοση των ενταλμάτων, εξηγούσε ποια ήταν η δική της συμμετοχή: "Πριν από περισσότερους από τέσσερις μήνες, ο Εισαγγελέας του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, Καρίμ Χαν, μου ζήτησε να τον βοηθήσω στην αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων για την στοιχειοθέτηση εγκλημάτων πολέμου και εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας στο Ισραήλ και τη Γάζα. Συμφώνησα και συμμετείχα σε μια ομάδα διεθνών νομικών εμπειρογνωμόνων για να αναλάβω αυτό το έργο. Μαζί έχουμε συμμετάσχει σε μια εκτεταμένη διαδικασία εξέτασης αποδεικτικών στοιχείων και νομικής ανάλυσης, συμπεριλαμβανομένου του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου της Χάγης".
Στους μήνες που ακολούθησαν, στις ΗΠΑ άλλαξαν πολλά με αφετηρία την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ. Σε μία από τις πρώτες ενέργειές του ο Αμερικανός πρόεδρος εξέδωσε προεδρικό διάταγμα που αφορά το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης που, σημειωτέον, δεν αναγνωρίζεται από τις ΗΠΑ.
Προειδοποίηση του υπουργείου Εξωτερικών της Βρετανίας
Σύμφωνα με τους Financial Times, το υπουργείο Εξωτερικών του Ηνωμένου Βασιλείου φέρεται πρόσφατα να προειδοποίησε δικηγόρους, συμπεριλαμβανομένης της Αμάλ Κλούνεϊ, που παρέχουν νομικές συμβουλές στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, ότι θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν κυρώσεις λόγω διατάγματος που υπέγραψε ο Ντόναλντ Τραμπ τον Φεβρουάριο.
Η εκτελεστική εντολή του Τραμπ που αφορά στο ΔΠΔ αναφέρει ότι "εμπλέκεται σε παράνομες και αβάσιμες ενέργειες που στοχεύουν την Αμερική και τον στενό σύμμαχό μας Ισραήλ. Το ΔΠΔ, χωρίς νόμιμη βάση, διεκδίκησε δικαιοδοσία και ξεκίνησε προκαταρκτικές έρευνες σχετικά με προσωπικό των Ηνωμένων Πολιτειών και ορισμένων συμμάχων τους, συμπεριλαμβανομένου του Ισραήλ, και έχει καταχραστεί περαιτέρω την εξουσία του εκδίδοντας αβάσιμες εντάλματα σύλληψης που στοχεύουν τον Ισραηλινό Πρωθυπουργό Μπέντζαμιν Νετανιάχου και τον πρώην Υπουργό Άμυνας Γιοάβ Γκάλαντ".
Η εκτελεστική εντολή συνεχίζει λέγοντας: "Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα επιβάλουν απτές και σημαντικές συνέπειες σε όσους είναι υπεύθυνοι για τις παραβάσεις του ΔΠΔ, μερικές από τις οποίες μπορεί να περιλαμβάνουν την δέσμευση περιουσίας και περιουσιακών στοιχείων, καθώς και την αναστολή εισόδου στις Ηνωμένες Πολιτείες σε αξιωματούχους, υπαλλήλους και πράκτορες του ΔΠΔ, καθώς και στα άμεσα μέλη των οικογενειών τους".
Ο εισαγγελέας του ΔΠΔ, Καρίμ Καν, ο οποίος είναι Βρετανός, κατονομάζεται στο εν λόγω προεδρικό διάταγμα ως πρόσωπο που αντιμετωπίζει κυρώσεις από τις ΗΠΑ.
Στις κυρώσεις περιλαμβάνονται δέσμευση περιουσίας και περιουσιακών στοιχείων και αναστολή εισόδου στις ΗΠΑ.