Ο Μπιλ Κλίντον ζήτησε από το υπουργείο Δικαιοσύνης της κυβέρνησης Τραμπ να δώσει στη δημοσιότητα το σύνολο των αρχείων που αφορούν τον Τζέφρι Έπσταϊν, μετά τη δημοσίευση υλικού στο οποίο εμφανίζεται σε πάρα πολλές φωτογραφίες.
Ο πρώην πρόεδρος, σε δήλωση μέσω του εκπροσώπου του, ανέφερε: "Κάποιος ή κάτι προστατεύεται. Δεν χρειαζόμαστε καμία τέτοια προστασία".
Ο Κλίντον κάλεσε τη γενική εισαγγελέα Παμ Μπόντι να "δώσει άμεσα στη δημοσιότητα κάθε εναπομείναν υλικό που αναφέρεται, μνημονεύει ή περιλαμβάνει φωτογραφία του Μπιλ Κλίντον".
Κατηγόρησε το υπουργείο Δικαιοσύνης για "επιλεκτικές δημοσιεύσεις που αφήνουν να εννοηθεί παραβατική συμπεριφορά από πρόσωπα τα οποία έχουν επανειλημμένως απαλλαγεί από κάθε υπόνοια από το ίδιο ακριβώς υπουργείο, επί σειρά ετών".
Ο Κλίντον υποστήριξε ακόμη ότι, αν το υπουργείο αρνηθεί να δημοσιοποιήσει τα αρχεία, θα επιβεβαιώσει τις υποψίες ότι οι ενέργειές του βασίζονται στην "υπονόμευση μέσω υπονοουμένων" και όχι στη διαφάνεια.
Η δήλωσή του έρχεται την ώρα που ομάδα 19 φερόμενων θυμάτων του Έπσταϊν και της επί χρόνια συνεργάτιδάς του, Γκισλέιν Μάξγουελ, κατηγορούν την κυβέρνηση για σοβαρά λάθη στη μερική δημοσιοποίηση των αρχείων.
Σύμφωνα με τους καταγγέλλοντες, το υπουργείο Δικαιοσύνης παραβίασε τον Νόμο Διαφάνειας για τα Αρχεία Έπσταϊν, αποκρύπτοντας τεράστιες ποσότητες εγγράφων και αποτυγχάνοντας να αποκρύψει τις ταυτότητες των επιζώντων. Όπως αναφέρουν, η μη δημοσιοποίηση του πλήρους υλικού και η φερόμενη έλλειψη ενημέρωσης από το υπουργείο "υποδηλώνουν συνεχιζόμενη πρόθεση να κρατηθούν οι επιζώντες και το κοινό στο σκοτάδι όσο το δυνατόν περισσότερο και για όσο το δυνατόν μεγαλύτερο διάστημα".
Τα έγγραφα που δόθηκαν στη δημοσιότητα από το υπουργείο Δικαιοσύνης την περασμένη εβδομάδα, συμπεριλαμβανομένων φωτογραφιών, απομαγνητοφωνημένων συνεντεύξεων, αρχείων τηλεφωνικών κλήσεων, δικαστικών εγγράφων και άλλου υλικού, ήταν είτε ήδη δημόσια είτε σε μεγάλο βαθμό λογοκριμένα, ενώ σε πολλές περιπτώσεις στερούνταν του αναγκαίου πλαισίου. Μέχρι στιγμής, τα δεκάδες χιλιάδες έγγραφα που έχουν δημοσιοποιηθεί περιέχουν ελάχιστες νέες αποκαλύψεις. Ορισμένα από τα πλέον αναμενόμενα στοιχεία, όπως συνεντεύξεις θυμάτων από το FBI και εσωτερικά υπομνήματα που θα μπορούσαν να ρίξουν φως στις αποφάσεις άσκησης διώξεων, απουσιάζουν.
Ο επικεφαλής της κοινοβουλευτικής μειοψηφίας στη Γερουσία, Τσακ Σούμερ, κάλεσε τη Δευτέρα τους συναδέλφους του να προχωρήσουν σε νομικές ενέργειες κατά του υπουργείου Δικαιοσύνης για τη σταδιακή και εκτεταμένα λογοκριμένη δημοσιοποίηση των αρχείων.
Κατέθεσε ψήφισμα που, εφόσον εγκριθεί, θα δίνει εντολή στη Γερουσία να καταθέσει ή να συμμετάσχει σε αγωγές με στόχο να υποχρεωθεί το υπουργείο Δικαιοσύνης να συμμορφωθεί με τον Νόμο Διαφάνειας για τα Αρχεία Epstein, ο οποίος ψηφίστηκε τον περασμένο μήνα και προέβλεπε την αποκάλυψη των εγγράφων έως την περασμένη Παρασκευή. "Αντί για διαφάνεια, η κυβέρνηση Τραμπ έδωσε στη δημοσιότητα ένα ελάχιστο κλάσμα των αρχείων και κάλυψε με μαύρα πλαίσια τεράστια τμήματα από όσα παρείχε", δήλωσε ο Σούμερ. "Πρόκειται για κατάφωρη συγκάλυψη".
Ελλείψει στήριξης από τους Ρεπουμπλικανούς, το ψήφισμα του Σούμερ έχει κυρίως συμβολικό χαρακτήρα. Η Γερουσία παραμένει σε διακοπή εργασιών έως τις 5 Ιανουαρίου, περισσότερο από δύο εβδομάδες μετά την προθεσμία. Ακόμη κι έτσι, η έγκρισή του αναμένεται να αντιμετωπίσει σοβαρά εμπόδια. Ωστόσο, δίνει στους Δημοκρατικούς τη δυνατότητα να συνεχίσουν την άσκηση πίεσης για πλήρη αποκάλυψη, την οποία οι Ρεπουμπλικανοί ήλπιζαν να αφήσουν πίσω τους.
Το υπουργείο Δικαιοσύνης ανακοίνωσε ότι σκοπεύει να δημοσιεύει έγγραφα σταδιακά έως το τέλος του έτους, αποδίδοντας την καθυστέρηση στη χρονοβόρα διαδικασία απόκρυψης ονομάτων θυμάτων και άλλων αναγνωριστικών στοιχείων.
Μέχρι στιγμής, πάντως, το υπουργείο δεν έχει δώσει καμία προειδοποίηση για το πότε αναρτώνται νέα αρχεία.
Η πρακτική αυτή προκάλεσε την οργή ορισμένων καταγγελλόντων και μελών του Κογκρέσου που είχαν αγωνιστεί για την ψήφιση του νόμου περί διαφάνειας.