Σε πολιτική δίνη βρίσκονται οι Ηνωμένες Πολιτείες μετά από την απόφαση για την "επ' αόριστον" αναστολή της εκπομπής του δημοφιλούς παρουσιαστή Τζίμι Κίμελ, και σφοδρού επικριτή του Ντόναλντ Τραμπ.
Ο αναβρασμός που έχει προκληθεί στη δημόσια σφαίρα στις ΗΠΑ εξαπλώνεται από τις αντιδράσεις στα κοινωνικά δίκτυα, το απειλούμενο μποϊκοτάζ στην Disney (ιδιοκτησία της οποίας είναι το κανάλι ABC όπου προβαλλόταν η εκπομπή του Κίμελ), τη στάση που τηρούν άλλοι διάσημοι Αμερικανοί παρουσιαστές σατιρίζοντας τον Τραμπ, έως τους Δημοκρατικούς που ζητούν την αυστηροποίηση του νομοθετικού πλαισίου για να προστατευτεί "η ελευθερία του λόγου".
Αμερικανικά ΜΜΕ υπογραμμίζουν όμως, ότι η υπόθεση Κίμελ είναι το κερασάκι στην τούρτα και ότι από την πλευρά Τραμπ έχει τεθεί σε εφαρμογή ένα ολοκληρωμένο σχέδιο επίθεσης στα ΜΜΕ που ασκούν κριτική στον "τραμπισμό", το κίνημα MAGA και τις υπερσυντηρητικές θέσεις που υπερασπίζεται πλήττοντας κοινωνικές ομάδες και δικαιώματα και, με τα ρεπορτάζ, την αρθρογραφία και τον σχολιασμό τους, ελέγχουν τον πρόεδρο και την κυβέρνηση.
Σε αυτή την κατεύθυνση, το αμερικανικό CNN παρουσιάζει μια ενδιαφέρουσα ανάλυση για το πώς ο Τραμπ έχει κηρύξει τον πόλεμο στα ΜΜΕ βασιζόμενος στο σχέδιο ελέγχου των ΜΜΕ από τον ακροδεξιό ηγέτη της Ουγγαρίας, Βίκτορ Όρμπαν.
"Εργαλειοποίηση των ΜΜΕ για πολιτικό όφελος και πιέσεις σε ιδιωτικές εταιρείες μέσων ενημέρωσης να ακολουθήσουν την κομματική γραμμή με απειλές για τιμωρία των ιδιοκτητών που αντιστέκονται και ανταμοιβή όσους συναινούν" αυτές είναι βασικές κατευθυντήριες γραμμές που ακολούθησε ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας Βίκτορ Όρμπαν για να εδραιώσει τον έλεγχό του στα μέσα ενημέρωσης της χώρας του, αναφέρει στην ανάλυσή του το CNN.
Και υπογραμμίζει ότι "ο πρόεδρος Τραμπ και οι σύμμαχοί του φαίνεται να εφαρμόζουν το ίδιο εγχειρίδιο εναντίον των μέσων ενημέρωσης στις ΗΠΑ".
"Χρησιμοποιώντας νομικούς ελιγμούς, οικονομικά κίνητρα και εκστρατείες δημόσιας πίεσης, ο Τραμπ πείθει τις εταιρείες να κάνουν αλλαγές που ωφελούν το κόμμα του και ενισχύουν τη δική του εξουσία. Η απόφαση της Τετάρτης, 17/09, του ABC της Disney να παραγκωνίσει τον Τζίμι Κίμελ είναι το πιο πρόσφατο παράδειγμα" λέει το αμερικανικό ΜΜΕ.
Ομάδες υπεράσπισης της ελευθερίας του λόγου, όπως η ACLU, προειδοποίησαν ότι η αναστολή της εκπομπής του Κίμελ αποτελεί μέρος μιας ευρείας προσπάθειας υπό την ηγεσία του Τραμπ να φιμώσει τους επικριτές του.
"Αυτό ξεπερνά τον Μακαρθισμό. Οι άνθρωποι του Τραμπ καταχρώνται επανειλημμένα την εξουσία τους για να σταματήσουν ιδέες που δεν τους αρέσουν, αποφασίζοντας ποιος μπορεί να μιλήσει, να γράψει, ακόμη και να αστειευτεί", δήλωσε η ACLU.
Προσθέτοντας μάλιστα, ότι "οι ενέργειες της κυβέρνησης Τραμπ, σε συνδυασμό με τη συνθηκολόγηση του ABC, αποτελούν σοβαρή απειλή για τις ελευθερίες μας που απορρέουν από την Πρώτη Τροπολογία".
Σχέδιο ελέγχου των ΜΜΕ: Ο τραμπισμός που θυμίζει έντονα ορμπανισμό
Ο Γκάμπορ Σάιρινγκ, ο οποίος έζησε από πρώτο χέρι τα αυταρχικά παιχνίδια εξουσίας του Όρμπαν ως μέλος του ουγγρικού κοινοβουλίου, δήλωσε στο CNN ότι "αυτή η ιστορία είναι πολύ γνωστή". Ο Σάιρινγκ είπε ότι τόσο η λήψη αποφάσεων του ABC σχετικά με τον Κίμελ όσο και η κίνηση του CBS τον περασμένο Ιούλιο να ακυρώσει το "The Late Show with Stephen Colbert" μυρίζουν αυτό που μερικές φορές ονομάζεται "ορμπανισμός".
Ο Σάιρινγκ, σήμερα επίκουρος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Τζόρτζταουν του Κατάρ, είπε στο CNN ότι ο Όρμπαν αποδυνάμωσε τη δημόσια ραδιοτηλεόραση, φίμωσε τα ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης μέσω "της αυταρχικής μεθόδου με το καρότο και το μαστίγιο".
Στις ΗΠΑ, κάτι τέτοιο συμβαίνει με τους μιντιακούς κολοσσούς όπως η Disney, κυρίως, μέσω νομικών διακανονισμών.
Η Disney επέλεξε την οδό της εξωδικαστικής διευθέτησης για την αγωγή που είχε καταθέσει ο Τραμπ για δυσφήμιση κατά του ABC τον περασμένο Δεκέμβριο αντί να υπερασπιστεί τον εαυτό της στο δικαστήριο, ενώ και η Paramount διευθέτησε εξωδικαστική την αγωγή του Τραμπ κατά του CBS τον περασμένο Ιούλιο, παρόλο που νομικοί εμπειρογνώμονες εκτιμούσαν ότι η Paramount είχε πολύ ισχυρά επιχειρήματα.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ μηνύει τώρα τόσο τη Wall Street Journal όσο και τους New York Times. Ο νομικός του πόλεμος έχει συνδυαστεί με μια άνευ προηγουμένου εφαρμογή των ρυθμιστικών εξουσιών της κυβέρνησης. Ο Μπρένταν Καρ, ο πρόεδρος της FCC, τον οποίο διόρισε ο ίδιος ο Τραμπ, έχει ξεκινήσει έρευνες για αρκετούς ιδιοκτήτες τηλεοπτικών σταθμών που αντιπαθεί ο Τραμπ και έχει παρέμβει πολιτικά με τρόπους που δεν έχουν υιοθετήσει ποτέ προηγούμενοι επικεφαλής της FCC, (Ομοσπονδιακή Επιτροπή Επικοινωνιών).
Στην ανάλυση του CNN γίνεται ο παραλληλισμός με τη στρατηγική που ακολούθησε ο Όρμπαν από το 2010, όταν ανέλαβε την εξουσία χρησιμοποιώντας "οικονομικά και νομικά μέσα" για να φιμώσει τα επικριτικά μέσα ενημέρωσης
"Η χρήση της δύναμης της εξουσίας των μέσων ενημέρωσης για να ωθήσει τα ίδια τα μέσα ενημέρωσης προς την αυτολογοκρισία είναι μια κλασική τακτική του Όρμπαν", και τα όσα βλέπουμε τις τελευταίες μέρες είναι η ίδια συνταγή, λέει το CNN.
"Υπάρχει πάντα ένα τίμημα"
Τουλάχιστον δύο μεγάλοι ιδιοκτήτες τηλεοπτικών σταθμών που χρειάζονται την έγκριση της FCC για εκκρεμείς συμφωνίες αποφάσισαν να αποσύρουν την εκπομπή του Κίμελ από τους σταθμούς τους πριν το ABC "κόψει" επ' αόριστον τον παρουσιαστή.
Αυτοί οι ιδιοκτήτες σταθμών, οι Nexstar και Sinclair, έχουν τοποθετηθεί ως σύμμαχοι της κυβέρνησης Τραμπ, προκαλώντας ανησυχίες σχετικά με την αντικειμενικότητα της ειδησεογραφικής κάλυψης που προέρχεται από τα τηλεοπτικά κανάλια που έχουν στην ιδιοκτησία τους.
Για το CNN, το συμπέρασμα είναι ότι υπάρχουν "σαφή οικονομικά κίνητρα καθώς είναι πιο εύκολο να βγάλεις χρήματα μέσω της αφοσίωσης στο καθεστώς Τραμπ".
Πρωτοβουλία των Δημοκρατικών για να προστατευθεί η ελευθερία του λόγου
Από την πλευρά του Δημοκρατικού κόμματος, βουλευτές των Δημοκρατικών ανήγγειλαν την Πέμπτη πως θα προτείνουν σχέδιο νόμου για να "προστατευτεί η ελευθερία της έκφρασης" στις ΗΠΑ, η οποία απειλείται κατ’ αυτούς από τον αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ και την κυβέρνησή του.
Κατοχυρωμένη στην πρώτη τροπολογία του αμερικανικού Συντάγματος, η ελευθερία της έκφρασης είναι θεμελιώδες στοιχείο της αμερικανικής δημοκρατίας.
Αντίπαλοί της κατηγορούν την κυβέρνηση Τραμπ πως την καταπατά και χαρακτήρισαν λογοκρισία τη διακοπή της δημοφιλούς βραδινής εκπομπής του αστέρα της αμερικανικής τηλεόρασης Τζίμι Κίμελ, για σχόλιά του που θεωρήθηκαν πως υπερέβησαν τα εσκαμμένα μετά τον φόνο του Τσάρλι Κερκ τη 10η Σεπτεμβρίου.
"Αυτή είναι λογοκρισία. Κρατικός έλεγχος του λόγου. Δεν είναι η Αμερική αυτή", είπε σε αγανακτισμένο τόνο ο γερουσιαστής Κρις Μέρφι κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στο Κογκρέσο, κατηγορώντας τον πρόεδρο Τραμπ ότι "εκμεταλλεύεται" την "εθνική τραγωδία" για να "καταστρέψει την αντιπολίτευση" αντί να "ενώσει τη χώρα".
Το σχέδιο νόμου που ανέφεραν ότι θα καταθέσουν Δημοκρατικοί σκοπό έχει να "δημιουργηθεί συγκεκριμένη προστασία για όσους μπαίνουν στο στόχαστρο για πολιτικούς λόγους", εξήγησε.
Προβλέπει ακόμη "αληθινές συνέπειες για κυβερνητικούς αξιωματούχους οι οποίοι εκμεταλλεύονται την εξουσία τους για να επιτεθούν στην ελευθερία της έκφρασης" πρόσθεσε, χωρίς να διευκρινίσει ποια θα είναι τα μέτρα ούτε το χρονοδιάγραμμα για την υποβολή του νομοσχεδίου στο Κογκρέσο.
"Η ελευθερία της έκφρασης είναι ακρογωνιαίος λίθος της δημοκρατίας μας και αυτή η κυβέρνηση προσπαθεί να την πνίξει. Δεν θέλει ο κόσμος να εκφράζεται καν όταν δεν της αρέσει αυτό που έχει να πει. Αυτός είναι κατήφορος προς αυταρχικό καθεστώς", υπερθεμάτισε ο επικεφαλής της μειοψηφίας των δημοκρατικών στην αμερικανική άνω Βουλή, ο Τσακ Σούμερ, προβλέποντας "σταυροφορία χωρίς τέλος".
Πρόσφατες δηλώσεις της υπουργού Δικαιοσύνης Παμ Μπόντι, η οποία έκρινε ότι ο "λόγος μίσους" δεν προστατεύεται από την πρώτη τροπολογία του θεμελιώδους νόμου, προκάλεσαν σάλο, όπως και οι επιθέσεις της κυβέρνησης Τραμπ εναντίον μεγάλων ονομάτων του παραδοσιακού Τύπου, που κατηγορεί για στράτευση εναντίον της.
Την Τρίτη, ο Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε ότι καταθέτει μήνυση και αγωγή για συκοφαντική δυσφήμιση σε βάρος της εφημερίδας New York Times, απαιτώντας 15 δισεκατομμύρια δολάρια σε ζημίες και τόκους, ενώ είχε ήδη ανακοινώσει τον Ιούλιο πως απαιτεί 10 δισεκατομμύρια δολάρια από τη Wall Street Journal, επίσης για δυσφήμιση.
Το κείμενο των Δημοκρατικών έχει σκοπό να "προστατευτούν εκκλησίες, ενώσεις, εφημερίδες, πανεπιστήμια, φοιτητές, εργαζόμενοι, από κάθε πρόεδρο που βάζει στο στόχαστρο πολιτικούς αντιπάλους του" – κάποιες από αυτές τις κατηγορίες έχουν μπει συγκεκριμένα στο στόχαστρο του Ντόναλντ Τραμπ αφότου επέστρεψε στον Λευκό Οίκο –, ανέφερε ο δημοκρατικός βουλευτής Γκρεγκ Κασάρ, μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων.
Οι κοινοβουλευτικοί των Δημοκρατικών κάλεσαν Ρεπουμπλικάνους συναδέλφους τους, που έχουν πλειοψηφία – αν και οριακή – και στα δυο σώματα του αμερικανικού κοινοβουλίου, να υποστηρίξουν την πρωτοβουλία, βάζοντας "την υγεία της δημοκρατίας μας πάνω από την πίστη στον ηγέτη τους".
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr