Με λεπτομέρειες περιγράφει την οργάνωση και την εκτέλεση του Πολωνού καθηγητή στην Αγία Παρασκευή, ο 35χρονος σύντροφος της πρώην συζύγου του θύματος, στην απολογία του στους αστυνομικούς.
Αρχικά ο στόχος ήταν ο 35χρονος να σκοτώσει τον καθηγητή στο Χαϊδάρι, όταν βρισκόταν με την πρώην σύζυγό του και ηθική αυτουργό, κατά τη διάρκεια επίσκεψης σε παιδοψυχολόγο, μαζί με τα 10χρονα δίδυμα. Ωστόσο, δεν πρόλαβε.
Αυτό όμως έγινε στη συνέχεια στην Αγία Παρασκευή, όπου ο 43χρονος Πολωνός υποτίθεται πως θα έπαιρνε τα παιδιά του. Εκεί ο φερόμενος δράστης, μετέβη συνοδεία των δύο Αλβανών που είχε προσλάβει για να τον βοηθήσουν και εκτέλεσε το θύμα του.
Ο τρίτος συνεργός, ένας Βούλγαρος, βρισκόταν στο Ναύπλιο και είχε στην κατοχή του το κινητό του 35χρονου φερόμενου δράστη, ώστε να φαίνεται ότι εξέπεμπε στη συγκεκριμένη περιοχή και όχι στην Αθήνα, με σκοπό να δημιουργήσει ψεύτικο άλλοθι. Την επομένη της δολοφονίας, ο 35χρονος πέταξε το κινητό και έκλεισε τα προφίλ του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Ο δράστης περιγράφει με λεπτομέρειες πώς βρήκε το όπλο και το αυτοκίνητο, με τη βοήθεια των συνεργών του, και πώς έστησε αρχικά την ενέδρα στο Χαϊδάρι. Επειδή όμως εκεί δεν μπόρεσε να σκοτώσει το θύμα, μετέβη στην Αγία Παρασκευή όπου και τον περίμενε να έρθει μόνος του.
Δεν αναφέρει ότι η πρώην σύζυγος του Πολωνού καθηγητή τον έβαλε να κάνει το έγκλημα, αλλά ο ίδιος αναφέρει ότι "όλα τα έκανα για τη Ν. και τα παιδιά μας".
Αναλυτικά η απολογία του 35χρονου
"Πρώτα από όλα θέλω να σας ζητήσω ένα μεγάλο συγγνώμη. Είμαι καλός άνθρωπος και όχι εγκληματίας και κακοποιός. Ό,τι έκανα, το έκανα για το καλό των παιδιών μου και της οικογένειάς μου", ξεκίνησε στην απολογία του ο 35χρονος.
"Αυτή την Περίοδο έχω σχέση με την Κ.Μ. ή Ν... όπως τη φωνάζω. Η Ν... έχει και αυτή δυο παιδιά, δίδυμα, τη Z. και τον A., από τον προηγούµενο γάμο της με τον Πολωνό καθηγητή PRZEMEK. Αυτό δεν είναι το κανονικό του όνομα αλλά έτσι τον φωνάζαμε εμείς.
Ο PRZEMEK και η Ν... χώρισαν το 2020. Οι σχέσεις τους δεν ήταν καθόλου καλές. Ο PRZEMEK ήθελε να πάρει τα παιδιά στην Αμερική να ζήσουν μαζί του. Αλλά αν γινόταν αυτό η Ν... θα πέθαινε. Να σας πω ότι ο PRZEMEK ήταν ένας πολύ περίεργος και κακός άνθρωπος. Δεν συμπεριφερόταν καλά ούτε στη Ν... ούτε στα παιδιά.
Θεωρούσε τον εαυτό του ανώτερο και πως τα ήξερε όλα. Πίστευε ότι όλοι οι υπόλοιποι είναι κατώτεροι από αυτόν. Όταν περνούσε χρόνο με τα παιδιά, ήταν αδιάφορος και δεν νοιαζόταν αν αυτά τρώνε ή περνάνε καλά. Η Ν... και ο PRZEMEK έχουν κάνει δικαστήριο με τους όρους για τα παιδιά. Με βάση αυτό, ο PRZEMEK μπορούσε να πάρει τα παιδιά ένα μήνα το καλοκαίρι κάθε χρόνο.
Όλοι όμως ξέραμε ότι ο PRZEMEK είχε πολλά λεφτά και μεγάλες άκρες και φοβόμασταν ότι στο τέλος θα τα έπαιρνε εντελώς τα παιδιά. Αυτό θα αποτελείωνε εντελώς τη Ν..., η οποία τα υπεραγαπούσε. Φέτος το καλοκαίρι ο PRZEMEK ήθελε να πάρει τα παιδιά και να τα πάει στην Αμερική. Όμως η Ν... δεν συμφωνούσε και έτσι πήγε πάλι στα δικαστήρια με τον PRZEMEK.
Πριν ενάμιση μήνα πήρα την απόφαση να τελειώσω αυτό το μαρτύριο που βιώναμε μια και καλή. Έψαξα στην Ομόνοια και αγόρασα ένα πιστόλι και κάποιες σφαίρες. Την προηγούμενη βδομάδα, η Ν... και ο PRZEMEK είχαν το δικαστήριο εδώ στην Αθήνα για το τι θα γίνει τελικά με τα παιδιά αυτό το καλοκαίρι. Αν δηλαδή θα μπορούσε ο PRZEMEK να πάρει τα παιδιά. Φοβόμασταν και οι δύο ότι θα μπορούσε να τα πάρει για πάντα από την Ελλάδα.
Ο PRZEMEK μάλιστα ήρθε στην Ελλάδα για το δικαστήριο και έτσι φοβηθήκαμε ακόμη περισσότερο. Εκείνο το βράδυ είπα στη Ν... ότι θα φύγω από την Αθήνα και θα πάω στο Ναύπλιο για διακοπές. Επειδή ο PRZEMEK ήταν στην Αθήνα, το θεώρησα καλή ευκαιρία να απαλλαγούμε μία και καλή από αυτόν.
Ετσι λοιπόν, πήρα το αυτοκίνητό της Ν... και πήγα στο Τολό στο Ναύπλιο και βρήκα έναν φίλο μου τον Γ..., ο οποίος είναι από τη Βουλγαρία.
Του ζήτησα να με ανεβάσει την επόμενη ημέρα στην Αθήνα και να με βοηθήσει γιατί όπως του είπα ήθελα να βρω τον PRZEMEK και να τον τρομάξω για να μη μας πάρει τα παιδιά. Αυτός μου είπε ότι δεν μπορούσε και με γνώρισε σε δυο φίλους του που είναι από την Αλβανία, τους οποίους εγώ συναντούσα για πρώτη φορά εκείνο το βράδυ. Τον έναν τον λένε Α. και τον άλλο Φ.
Τους είπα ότι θέλω να με ανεβάσουν στην Αθήνα για να φοβίσω τον πρώην άντρα της γυναίκας μου. Έδωσα και στους δύο 1.500 ευρώ και έβγαλα από το αυτοκίνητό μου μια σακούλα, η οποία μέσα είχε το όπλο και τους την έδωσα να τη φυλάνε. Εγώ τότε είπα στον Γ. να κάνει καμία βόλτα με το αμάξι μου στο Ναύπλιο για να φαίνεται ότι είμαι εκεί και μάλιστα άφησα και το κινητό μου μέσα στο αυτοκίνητο για να αφήνει ίχνη.
Όταν φτάσαμε στην Αθήνα, πήγαμε κατευθείαν στην Πετρούπολη, όπου ο Α. είχε κανονίσει να νοικιάσει ένα αυτοκίνητο. Φτάσαμε λοιπόν στο μέρος από όπου θα παίρναμε το αυτοκίνητο και ο Α. πάρκαρε το αυτοκίνητό του.
Ο Α. και ο Φ. πήγαν να κάνουν τις διαδικασίες για να νοικιάσουν το αμάξι και εγώ έμεινα στο Peugeot. Όταν τελείωσαν, ήρθαν εκεί που είχαμε παρκἁρει το Peugeot. Αν θυμάμαι καλά, ο Α. πήρε από το πορτμπαγκάζ έναν πράσινο σάκο που είχε µέσα το όπλο και ρούχα, και μπήκαμε όλοι στο Porsche. Εγώ για να μη φαίνομαι, κάλυψα το σώμα και το κεφάλι μου με μια κουβέρτα και έτσι βγήκα από το ένα αυτοκίνητο και μπήκα στο άλλο. Από εκεί πήγαμε κατευθείαν στο Χαϊδάρι γιατί ήξερα από τη Ν. ότι έχουν μαζί με τον PRZEMEK και τα παιδιά μια συνεδρία με την παιδοψυχολόγο ώστε να βελτιωθεί η σχέση των παιδιών με τον PRZEMEK.
Όταν φτάσαμε εκεί δεν πρόλαβα τον PRZEMEK και έτσι μίλησα στο κινητό μαζί με τον γιο μου για να δω πού βρίσκεται η Ν. με τα παιδιά και τον PRZEMEK. Αν θυμάμαι καλά τον πήρα από το κινητό του Α. και μιλήσαμε μέσω Signal. Ο γιος μου μου είπε ότι η Ν. μαζί με τα παιδιά μετά τον ψυχολόγο θα επέστρεφαν στο σπίτι μας και μετά από λίγο θα πήγαινε και o PRZEMEK για να πάρει τα παιδιά.
Έτσι φύγαμε με το Porsche και πήγαμε στην Αγία Παρασκευή και παρκάραμε το αυτοκίνητο στην οδό Ειρήνης όπου βρίσκεται το σπίτι. Η ώρα πρέπει να ήταν κατά τις 15:00. Μάλιστα λίγο πριν φτάσουμε μίλησα πάλι με τον γιο μου και τον ρώτησα αν έφτασαν η Ν. με τα παιδιά και τον PRZEMEK.
Περίπου στις 16:00 είδα τον PRZEMEK να περπατάει προς το σπίτι µε τα πόδια. Τότε είπα στον Α. να μετακινήσει το Porsche. Αυτός ξεκίνησε και έστριψε δεξιά στη Γιαβάση. Σε όλο αυτό το ταξίδι, οδηγός του Porsche ήταν ο Α. και ο Φ. συνοδηγός. Εγώ καθόμουν στα πίσω καθίσματα.
Όταν είδα τον PRZEMEK, έβγαλα από τον σάκο το όπλο, το όπλισα και κατέβηκα από το αυτοκίνητο. Ο Φ. και ο Α. μόλις με είδαν μου είπαν να μην κάνω μαλ... αλλά εγώ απλά κατέβηκα από το αυτοκίνητο και πήγα προς τον PRZEMEK. Τον πλησίασα και τον πυροβόλησα κάποιες φορές αλλά δεν θυμάμαι πόσες. Ενώ είχαμε κανονίσει να με περιμένουν ο Α. και ο Φ., αυτοί μόλις με είδαν να πυροβολώ τον PRZEMEK, έφυγαν και με παράτησαν εκεί. Εγώ ξεκίνησα να περπατάω και μετά από λίγο έβγαλα το μπουφάν που φορούσα και το πέταξα σε ένα κάδο. Εκεί πέταξα και το όπλο.
Ήμουν σε σοκ. Αφού περπάτησα αρκετά, δεν θυμάμαι ακριβώς τους δρόμους, πήρα ένα ταξί και πήγα στο Τολό. Εκεί βρήκα τον φίλο μου τον Γ. και μετά πήγα στα Ίρια στον φίλο μου τον Γ.. Την επόμενη μέρα γύρισα στην Αθήνα.
Ξέρω ότι αυτό που έκανα ήταν τρομακτικό και είμαι πολύ στενοχωρημένος. Μακάρι να μπορούσα να γυρίσω το χρόνο πίσω. Ζητώ και πάλι συγγνώμη. Όλα τα έκανα για τη Ν. και τα παιδιά μας, για να έχουμε μια φυσιολογική ζωή χωρίς προβλήματα. Κάτι άλλο δεν έχω να σας πω τώρα".