
Έχουν περάσει ήδη εκατό δέκα χρόνια από το ξέσπασμα του πρώτου παγκοσμίου πολέμου και ογδόντα πέντε από το ξέσπασμα του δεύτερου. Με ελάχιστες εξαιρέσεις από τον δεύτερο, αυτό που θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε "προφορική αλυσίδα της μνήμης" έχει παντού σπάσει, με άλλα λόγια: δεν έχουμε πλέον επιζώντες για να μας μεταφέρουν από πρώτο χέρι τη φρίκη των παγκοσμίων πολέμων.
Σε αντιστάθμισμα, έχουμε αναρίθμητες γραπτές μαρτυρίες, οπτικά ντοκουμέντα και λογοτεχνικά κομψοτεχνήματα –με αξεπέραστο ανάμεσα στα τελευταία το "Ουδέν νεώτερον από το δυτικόν μέτωπον" (1929) του Έριχ Μαρία Ρεμάρκ- μα θα μου επιτρέψετε να επιμείνω, δεν είναι ακριβώς το ίδιο να αντικρίζεις τη φρίκη του πολέμου αποτυπωμένη στο βλέμμα του παππού σου τρεις, τέσσερις ή και πέντε δεκαετίες μετά το πέρας των εχθροπραξιών και το ίδιο να διαβάζεις γι’ αυτή τη φρίκη αναπαυτικά καθισμένος στην πολυθρόνα σου.
Ασφαλώς θα μπορούσε ν’ αντιτείνει κάποιος ότι η φρίκη εξακολούθησε να υφίσταται σε πολλές άλλες περιοχές του πλανήτη υπό τη μορφή τοπικών/περιφερειακών πολεμικών συγκρούσεων, ακόμη και μέσα στο "ευρωπαϊκό" μας "σπίτι" -στη Γιουγκοσλαβία χθες, στην Ουκρανία σήμερα-, με αριθμούς θυμάτων που αθροιστικά προσεγγίζουν, εάν δεν ξεπερνούν κιόλας τα θύματα των δύο παγκοσμίων, αλλά και πάλι: οι νεότερες γενιές των ευρωπαίων πολιτών αγνοούν πλήρως ή δυσκολεύονται να συμφιλιωθούν με την ιδέα ότι, επί αιώνες, αμέτρητοι Άγγλοι σκότωσαν αμέτρητους Γάλλους, αμέτρητοι Γάλλοι σκότωσαν αμέτρητους Ρώσους, αμέτρητοι Άγγλοι, Γάλλοι και Ρώσοι σκότωσαν αμέτρητους Γερμανούς (και τούμπαλιν) –για να μην επεκταθούμε στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές εθνότητες…
Γενιές που, εδώ και δεκαετίες, αντλούν ερεθίσματα από τα σαχλά τραγουδάκια της Γιουροβίζιον και από ανάλογα πανηγυράκια αδυνατούν να κατανοήσουν ότι το "ευρωπαϊκό" μας "σπίτι", στο μεγαλύτερο μέρος της ιστορικής του διαδρομής, δεν ήταν παρά ένα τεραστίων διαστάσεων "σφαγείο", όπως και αδυνατούν να καταλάβουν επίσης γιατί εκατομμύρια απελπισμένων ανά την υφήλιο ρισκάρουν τη ζωή τους για να βρουν καταφύγιο σε αυτό το τόσο… σαθρό "ευρωπαϊκό" μας "σπίτι".
Εκεί κάπου πρέπει να αναζητήσουμε και την αιτία γιατί ένα μεγάλο τμήμα από τους νεότερους ευρωπαίους πολίτες, όχι μονάχα δεν εκτιμούν το "ευρωπαϊκό" μας "σπίτι", όχι απλώς θα έφευγαν ελαφρά τη καρδία και αύριο το πρωί από αυτό εάν είχαν την οικονομική δυνατότητα, αλλά δεν θα δίσταζαν ακόμη και να το κατεδαφίσουν. Το μεταπολεμικό όραμα των παππούδων τους για την "ευρωπαϊκή ενοποίηση" (το ζητούμενο εν ολίγοις μιας "ολοκλήρωσης" που ουδέποτε… ολοκληρώθηκε) φαντάζει στα δικά τους μάτια σαν κινεζικό ιδεόγραμμα.
Ο αντίλαλος από τους τριγμούς στα θεμέλια του "ευρωπαϊκού σπιτιού" έφθανε και στα δικά μου αφτιά πριν από έντεκα χρόνια, όποτε βρισκόμουν στο Στρασβούργο ως μέλος της ελληνικής κοινοβουλευτικής αντιπροσωπείας στο Συμβούλιο της Ευρώπης, αλλά πιο "καθαρή εικόνα" μού έδωσε ένας από τους πρωταγωνιστές εκείνης της περιόδου, ο Ευάγγελος Βενιζέλος, σε μια ραδιοφωνική συνομιλία μας στο Πρώτο Πρόγραμμα πρόπερσι τον Αύγουστο, με αφορμή τότε την κυκλοφορία μιας μακράς και αποκαλυπτικής συζήτησής του με τον δημοσιογράφο Γιώργο Κουβαρά, υπό τον τίτλο "Εκδοχές Πολέμου 2009-2022" (εκδόσεις Πατάκη).
Όπως έγραψα δύο ημέρες αργότερα στα ¨Νέα¨: "Τον Σεπτέμβριο του 2011, στο Βρότσλαβ της Πολωνίας, στο δεύτερο υπόγειο του ξενοδοχείου Monopol –"ήταν θεοσκότεινα”, αφηγείται ο Βενιζέλος στον Κουβαρά, "ανάψαμε ένα φως, άρα υπήρχε μια συνθήκη η οποία ήταν αρκετά θεατρική ή έστω υποβλητική, γιατί υπήρχε ημίφως”- ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ζητάει ωμά να εξετάσουν το ενδεχόμενο μιας "προσωρινής” (με την υστεροβουλία του "ουδέν μονιμότερον του προσωρινού”) εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, κάτι που ο έλληνας υπουργός Οικονομικών γνωρίζει ότι θα οδηγήσει την πατρίδα μας στην "εποχή των παγετώνων", αλλά είναι ταυτόχρονα όμηρος του λεγόμενου παράδοξου ή/και κατάρας της επιτυχίας, καθώς εάν ο Βενιζέλος κατάφερνε να μεταπείσει τον Σόιμπλε και να αποσοβήσει την έξοδο, οι συμπατριώτες μας δεν θα μάθαιναν ποτέ από ποιου μεγέθους κίνδυνο γλύτωσαν".
Αυτή η "άγνοια κινδύνου", που πιθανόν αύριο-μεθαύριο να αποβεί ολέθρια, χαρακτηρίζει πλέον, όχι μόνον τους συμπατριώτες μας, αλλά πολλούς, ίσως τους πιο πολλούς από τους ευρωπαίους πολίτες. Σκάρτες τρεις βδομάδες πριν από τις ευρωεκλογές της 9ης Ιουνίου και, εάν διατρέξετε διαδικτυακά ενδεικτικούς δημοσιογραφικούς ιστότοπους στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα διαπιστώσετε ότι εκεί όπου δεν βασιλεύει μακάρια αδιαφορία για την προσέλευση και, κυρίως, το αποτέλεσμα της κάλπης, αναζωπυρώνονται τα εθνικιστικά φαντάσματα σε πρωτόγνωρο βαθμό για τα μεταπολεμικά δεδομένα.
Σε κάποιες χώρες σκαρφίζονται και μπόνους, παρόμοια μ’ εκείνα που δίνουν στα τηλεπαιχνίδια, προκειμένου να φιλοτιμήσουν τους πολίτες τους να σηκωθούν από τους καναπέδες, ενώ στην Ελλάδα μέχρι στιγμής το μόνο δέλεαρ είναι η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα "επιστολική ψήφος". Η απουσία οιασδήποτε, έστω και στοιχειώδους "ευρωπαϊκής ατζέντας" είναι παραπάνω και από εξόφθαλμη στις πιο πολλές δημόσιες πολιτικές συζητήσεις "ανά τας Ευρώπας", ενόσω κυριαρχεί μια πρωτόγονη ρητορική του τύπου "πατρίδα – θρησκεία – οικογένεια" σε ποικιλία λιγότερο ή περισσότερο φαιδρών τοπικιστικών παραλλαγών. "Σε καλό να μας βγει", όπως λέμε όταν μας πιάνουν νευρικά γέλια, αν και δεν βλέπω σε καλό να μας βγαίνει.
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr