
Σε εξέλιξη βρίσκεται η ανάκριση τέσσερις μήνες μετά την αποκάλυψη της συγκλονιστικής υπόθεσης βιασμού και μαστροπείας του 12χρονου κοριτσιού στον Κολωνό.
Στη φυλακή οδηγήθηκαν 11 άτομα μεταξύ των οποίων και η 37χρονη μητέρα της ανήλικης.
Στο πολυσέλιδο βούλευμα, που δημοσιεύεται στον Ελεύθερο Τύπο δυο μέλη του δικαστικού συμβουλίου μέσα από ανακτημένες συνομιλίες από τη ΔΕΕ και ένα έγγραφο της Αρχής για το Ξέπλυμα καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η 37χρονη πρέπει να παραμείνει στη φυλακή για να μη διαπράξει ανάλογα αδικήματα, απορρίπτοντας το αίτημα αντικατάστασης της προσωρινής της κράτησης. Ωστόσο, η εισηγήτρια της υπόθεσης, χρησιμοποιώντας άλλα στοιχεία της δικογραφίας και ερμηνεύοντας διαφορετικά τα περιστατικά, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η 37χρονη υποχρέωνε το παιδί της σε μια "ιδιάζουσα επαιτεία" για να βρει τη δόση ναρκωτικών που αποζητούσε, αλλά δεν την εξέδιδε.
Κατά την πλειοψηφία, η 37χρονη εξέδιδε το παιδί της και "στον σχηματισμό της εν λόγω κρίσης συνηγορεί επιπλέον το γεγονός ότι σε μεταγενέστερο χρόνο και δη τον μήνα Αύγουστο του έτους 2022, κατατέθηκαν σε αυτόν τον τραπεζικό λογαριασμό από τρεις διαφορετικούς κατηγορουμένους ποσά που έφτασαν συνολικά τα 240 ευρώ". Επιπλέον, από το έγγραφο της Αρχής Καταπολέμησης για το "μαύρο" χρήμα προκύπτει πως στον λογαριασμό αυτό κατατίθετο ένα ποσό από την Ένωση Φίλων των Πολυτέκνων και όχι το προνοιακό επίδομα, όπως είχε δηλώσει η 37χρονη.
Οι καταβολές από την Ένωση Πολυτέκνων γίνονταν σε άτακτες ημερομηνίες, Ιανουάριο, Απρίλιο, Ιούλιο και Σεπτέμβριο του 2022, ενώ η κατηγορουμένη υποστήριξε πως ενημερωνόταν τηλεφωνικά για την κατάθεση και έκανε αυθημερόν ανάληψη των ποσών.
Όμως, σύμφωνα με το δημοσίευμα της εφημερίδας, οι δικαστές εντόπισαν αντίφαση στον ισχυρισμό αυτό σε σχέση με όσα ανέφερε η 12χρονη στην κατάθεσή της, όταν ερωτήθηκε για το πώς γνώριζε το pin της κάρτας. "Όταν έμπαινε το επίδομα, για να δούμε αν μπήκε, πήγαινα, πηγαίναμε και παίρναμε ένα χυμό για να δούμε αν έχουν μπει".
Στο βούλευμα γίνεται λόγος για προσπάθεια "συγκάλυψης" της μητέρας από την ανήλικη κόρη της, που είχε ισχυριστεί ότι η μητέρα είχε πάντα στον λογαριασμό 0,25 ευρώ. "Προέκυψε ότι η κατηγορουμένη πράγματι άφηνε στον τραπεζικό λογαριασμό ένα μικρό κάθε φορά πόσο, πλην όμως αυτό δεν ήταν πάντα σταθερό. Συγκεκριμένα είχε αφήσει ποσό 10,03 ευρώ, ποσό 10,07 ευρώ, ποσό 0,47 ευρώ, ποσό 10,99 ευρώ και στις 6 Ιουλίου 2022 ποσό 0,25 ευρώ". Επιβαρυντικά λειτούργησε και ο ισχυρισμός της 37χρονης ότι είχε την κάρτα της όποτε την αναζητούσε, καθώς κατά τους δικαστές "αυτό έρχεται σε αντίθεση με όσα ανέφερε η ανήλικη ότι ο κατηγορούμενος Ηλίας Μίχος είχε πάρει την κάρτα ανάληψης πέντε φορές και δεν την επέστρεφε αμέσως αλλά έπειτα από μία ή δύο ημέρες".
Από την έρευνα αποκαλύφθηκε ότι οι αναλήψεις των ποσών που κατέβαλαν όλοι οι κατηγορούμενοι έγιναν από τα ΑΤΜ στα οποία πήγαινε η μητέρα, δηλαδή από το αυτόματο μηχάνημα στο μετρό στα Σεπόλια και από τη Λένορμαν. "Το γεγονός αυτό επιτείνει τις ήδη σοβαρές ενδείξεις ότι είχε τον πλήρη έλεγχο του τραπεζικού της λογαριασμού, τις σχετικές δε αναλήψεις πραγματοποίησε είτε η ίδια είτε η ανήλικη κόρη της, αφού οι αναλήψεις του Αυγούστου έλαβαν χώρα σποραδικά και σε διάστημα που ο Ηλίας Μίχος βρισκόταν -κατά την ανήλικη- σε διακοπές".
Ειδική μνεία γίνεται σε μήνυμα της ανήλικης προς τη μητέρα της, το οποίο αποδεικνύει, κατά τους δικαστές, ότι έχει γνώση των ραντεβού της 12χρονης και την εξωθούσε σε αυτά. Στις 27 Ιουλίου η 12χρονη φαίνεται να συνομιλεί με τον Ι.Σ. και κανονίζει ραντεβού μαζί του για την επόμενη ημέρα στις 18.00. Ωστόσο, περίπου στις 2 ξημερώματα η ανήλικη στέλνει μήνυμα στη μητέρα της "αύριο 06.00 ώρα νομίζω είναι σίγουρο", ενημερώνοντάς την για το ραντεβού. Η ίδια απαντώντας στις ερωτήσεις των δικαστών υποστήριξε πως το μήνυμα αφορούσε σε ποσό που θα έδινε στην κόρη της μια κυρία που εργαζόταν σε ασθενοφόρο.
Στο βούλευμα γίνεται λόγος για πληθώρα μηνυμάτων που έχουν διαγραφεί τόσο από το κινητό της μητέρας όσο και από το κινητό της ανήλικης. "Μάλιστα δεν βρέθηκαν ούτε οι κρίσιμες τηλεφωνικές κλήσεις και τα κρίσιμα μηνύματα που η κατηγορούμενη αντάλλαξε με τη θεία της ανήλικης στη Λευκάδα, όταν -κατά τους ισχυρισμούς της- ενημερώθηκε για την κατάσταση" εξηγούν οι δικαστές και σημειώνουν πως υπάρχουν αρκετές συνομιλίες, κάποιες εκ των οποίων είτε ολόκληρες είτε τμήματά τους ανακτήθηκαν από τη ΔΕΕ και δίνουν πιο σαφή κατεύθυνση στην υπόθεση.
"Όλες οι καταθέσεις της ανήλικης διακρίνονται από ακρίβεια, συνοχή και πειστικότητα, καταδεικνύουν δε την ισχυρή μνήμη που διαθέτει, ενθυμούμενη με βεβαιότητα τους χρήστες της πλατφόρμας. (…) Όμως, αναφορικά με την κατηγορούμενη μητέρα της, η ανήλικη υποπίπτει σε προφανείς αντιφάσεις και άλλοτε αποκρύπτει την αλήθεια στις αναφορές της για αυτήν, κάτι που δικαιολογείται λόγω του δεδομένου συναισθηματικού δεσμού αλλά και της συναισθηματικής φόρτισης υπό την οποία βρίσκεται λόγω και της απομάκρυνσης από την οικογενειακή εστία όλων των ανήλικων αδελφών της αλλά και της ίδιας", καταλήγουν.
Υπέρ της αποφυλάκισης η εισηγήτρια: "Δεν κατευθύνει ούτε υπαινικτικά την κόρη της προς την εκπόρνευση"
Σε πλήθος συνομιλιών της ανήλικης στην εφαρμογή "blindchat" αναφέρθηκε η εισηγήτρια της υπόθεσης, που είχε αντίθετη άποψη ως προς την παραμονή της 37χρονης στη φυλακή.
"Σε πολλές συνομιλίες στην εφαρμογή η ανήλικη αναφέρει ρητά ότι η μητέρα της δεν γνωρίζει από πού προέρχονται τα χρήματα, καθώς της λέει ότι της "τα δίνει μία κυρία”", αναφέρει η εισηγήτρια και παραθέτει σειρά συνομιλιών κατά τις οποίες η 12χρονη αναφέρει "θα τα δώσω στη μάνα μου, ξέρει ότι μου τα δίνει μια κυρία" ή "ξέρουν ότι μου τα δίνει μια κυρία, όχι ότι κάνω αυτό".
Όπως επισημαίνει, προκύπτει ότι η ανήλικη λαμβάνει μέτρα απόκρυψης των συνομιλιών της και όχι μόνο από τη μητέρα της, αφού σε πολλά μηνύματα αρνείται να στείλει φωτογραφίες ή βίντεο επειδή βρίσκεται στο σπίτι η μητέρα της. "Από το αποδεικτικό υλικό απουσιάζει οποιαδήποτε παρότρυνση εκ μέρους της κατηγορουμένης προς την ανήλικη κόρη της που να κατατείνει είτε άμεσα είτε έμμεσα ή υπαινικτικά στην τέλεση πράξεων πορνείας. Ναι μεν προκύπτουν φορτικές πιέσεις της κατηγορουμένης προκειμένου η ανήλικη να της φέρει χρηματικά ποσά από τρίτα πρόσωπα, ωστόσο προκύπτει ότι τα πρόσωπα αυτά είναι κατά κύριο λόγο γυναίκες, όπως και συγγενικά πρόσωπα της οικογένειας" αναφέρει η εισηγήτρια.
Μάλιστα, παραθέτει σειρά μηνυμάτων μεταξύ μητέρας και κόρης από τα οποία -κατά την ίδια- προκύπτει ότι "πράγματι η ανήλικη αναφέρει στη μητέρα της ότι επικοινωνεί με μία κυρία, η οποία εργάζεται και την οποία περιμένει συχνά να επιστρέψει από τη δουλειά της προκειμένου να της ζητήσει από 25 έως και 70 ευρώ. Η διαπίστωση αυτή επιβεβαιώνει τον ισχυρισμό της κατηγορουμένης, καθώς και τη συναφή κατάθεση της ανήλικης περί ύπαρξης μίας κυρίας εργαζόμενης, που κατοικεί στην ευρύτερη περιοχή και από την οποία, κατόπιν προτροπής της μητέρας της, ζητάει και λαμβάνει χρήματα τα οποία στη συνέχεια παραδίδει στη μητέρα της".
Από το αποδεικτικό υλικό προέκυψε ότι ενώ πραγματοποιούνται τα ραντεβού της ανήλικης έναντι αμοιβής, εκείνη δεν αποδίδει, ή δεν αποδίδει συστηματικά, ούτε ολόκληρη την αμοιβή αυτή στη μητέρα της, αλλά καταφανώς στον Ηλία Μίχο. "Απουσιάζει άλλωστε πλήρως οποιαδήποτε επικοινωνία της κατηγορουμένης με έτερους κατηγορούμενους, πλην του Μίχου, με τον οποίο όμως οι επικοινωνίες δεν αφορούν σε μοίρασμα χρηματικών ποσών" σημειώνει η δικαστής και καταλήγει ότι όλα τα παραπάνω αποκλείουν τόσο τη συναυτουργική όσο και την παραυτουργική δράση της 37χρονης και του Ηλία Μίχου.
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr