X

Κουτζαμάνη: Συνταγματικό το τέλος ακινήτων μέσω ΔΕΗ

Να κριθεί σύμφωνο με το Σύνταγμα το χαράτσι που εισπράττεται μέσω των λογαριασμών της ΔΕΗ εισηγήθηκε η εισαγγελέας του Αρείου Πάγου

Να κριθεί σύμφωνο με το Σύνταγμα το χαράτσι που εισπράττεται μέσω των λογαριασμών της ΔΕΗ εισηγήθηκε η εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ευτέρπη Κουτζαμάνη στην ολομέλεια του ανωτάτου δικαστηρίου στην οποία συζητήθηκε η προσφυγή που έχουν καταθέσεi καταναλωτικές οργανώσεις και το Ελληνικό Κίνημα Άμεσης Δημοκρατίας κατά του Ενιαίου Ειδικού Τέλους Ηλεκτροδοτούμενων Δομημένων Επιφανειών (ΕΕΤΗΔΕ).

Η απόφαση θα ληφθεί τις επόμενες εβδομάδες. Επισημαίνεται ότι το χαράτσι έχει κριθεί σύμφωνο με το Σύνταγμα από την ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας (και παράνομη μόνο τη διακοπή της ηλεκτροδότησης λόγω μη πληρωμής του), κάτι που σημαίνει ότι αν ο Άρειος Πάγος εκδώσει διαφορετική απόφαση τότε την υπόθεση θα κρίνει οριστικά το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο.


Η εισαγγελέας του Αρείου Πάγου στην εισήγηση της υποστήριξε ότι το χαράτσι δεν αποτελεί νέο πάγιο φόρο επί της ακίνητης περιουσίας, αλλά έκτακτο μέτρο λόγω της οικονομικής κρίσης και δεν παραβιάζει τα άρθρα του Συντάγματος. Επίσης, υποστήριξε ότι το ειδικό τέλος "δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί δυσανάλογη επέμβαση στην περιουσία ενός εκάστου των φορολογουμένων" λόγω του περιορισμένου χρονικού διαστήματος επιβολής του αλλά και του ύψους του

Λόγους δημοσίου συμφέροντος επικαλέστηκε ο συνήγορος του δημοσίου υποστηρίζοντας ότι το ΕΕΤΗΔΕ καλύπτει δημοσιονομικά κενά και ότι δεν τίθεται θέμα αντισυνταγματικότητας. Επισήμανε ακόμα ότι σε περίπτωση που κριθεί αντισυνταγματικό το μέτρο τότε θα ανακύψει κίνδυνος για το δημόσιο που θα πρέπει να επιστρέψει αρκετά δισεκατομμύρια ευρώ στους καταναλωτές ηλεκτρικού ρεύματος υπολογίζοντας το κόστος στα 6,5 δισ. ευρώ.
Οι δικηγόροι των καταναλωτικών οργανώσεων ωστόσο απάντησαν ότι προϋπόθεση για την επιστροφή των χρημάτων στους καταναλωτές είναι να έχουν ήδη προσφύγει στη Δικαιοσύνη.

ΑΝΤΙΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΤΟ ΧΑΡΑΤΣΙ ΕΙΠΕ ΤΟ Δ' ΤΜΗΜΑ ΤΟΥ ΑΠ

Η εισήγηση της εισαγγελέως του Αρείου Πάγου έρχεται σε αντίθεση με την απόφαση (293/2014) του Δ' τμήματος του ανωτάτου δικαστηρίου που έκρινε το 2014 ότι το χαράτσι είναι εντισυνταγματικό και αντίθετο στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Μέλος του τμήματος που τάχθηκε τότε υπέρ της αντισυνταγματικότητας του ειδικού τέλους ήταν η πρόεδρος του Αρείου Πάγου Βασιλική Θάνου που προήδρευσε στη σημερινή συνεδρίαση. Ο τότε εισηγητής της υπόθεση αρεοπαγίτης Γεώργιος Σακκάς είχε ταχθεί, όπως και η εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, υπερ της συνταγματικότητας του ΕΕΤΗΔΕ αλλά οι δικαστές έκριναν αντίθετα ότι το χαράτσι, παρά τον χαρακτηρισμό του από το Νόμο 4021/2011 ως τέλος, αποτελεί φόρο και η επιβολή του φόρου αυτού παραβιάζει τα άρθρα του Συντάγματος που προστατεύουν το σεβασμό και την αξία των πολιτών, την ισότητα μεταξύ των πολιτών, το δικαίωμα των πολιτών να προσφεύγουν στα δικαστήρια και την οικογένεια καθώς και ότι φόρος εισπράττεται μόνο εφόσον προβλέπεται από νόμο. Επίσης έκριναν ότι το χαράτσι είναι αντισυνταγματικό καθώς επιβάλλεται σύμφωνα με τετραγωνικά κάθε ακίνητου και όχι σύμφωνα με την οικονομική κατάσταση και φοροδοτική ικανότητα κάθε φορολογούμενου, ο οποίος έχει δεχθεί μειώσεις αποδοχών και συντάξεων, αλλά και μεγάλες φορολογικές επιβαρύνσεις τα τελευταία χρόνια. Τέλος κρίθηκε ότι παραβιάζεται η ΕΣΔΑ η οποία προστατεύει την περιουσία, στην έννοια της οποίας περιλαμβάνεται, τόσο ο μισθός όσο και η σύνταξη. Λόγω της σπουδαιότητας του θέματος όμως, η υπόθεση παραπέμφθηκε στην ολομέλεια για οριστική κρίση.

ΕΧΟΥΝ ΕΙΣΠΡΑΧΘΕΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΑΠΟ 6,5 ΔΙΣ ΕΥΡΩ ΑΠΟ ΤΟ ΧΑΡΑΤΣΙ

Έχει προηγηθεί ανάλογη απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου της Αθήνας που έκρινε το ειδικό τέλος αντισυνταγματικό (Απόφαση 1101/2012). Ο τότε υπουργός Οικονομικών Γιάννης Στουρνάρας είχε ζητήσει αναστολή εκτέλεσης της δικαστικής απόφασης επισημαίνοντας ότι το κόστος για το ελληνικό δημόσιο θα ανερχόταν σε αρκετά δισεκατομμύρια ευρώ. Ανάλογη τοποθέτηση υπήρξε και στον Άρειο Πάγο από το νομικό παραστάτη του δημοσίου τον περασμένο Απρίλιο, ο οποίος ζήτησε αναβολή της συζήτησης της υπόθεσης υπολογίζοντας το κόστος για το δημόσιο στα 6,5 δισεκατομμύρια ευρώ.