Θέση στην υπόθεση του άρθρου του Στέφανου Κασιμάτη στην Καθημερινή, στο οποίο ειρωνευόταν τα μαλλιά του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Γιώργου Κατρούγκαλου - ο βουλευτής έχει χάσει τα μαλλιά του από τη θεραπεία στην οποία υποβάλλεται- παίρνει με μια μακροσκελή ανάρτησή του στο Facebook, ο συγγραφέας Απόστολος Δοξιάδης. Ο Απόστολος Δοξιάδης αποκαλύπτει ότι ο αρθρογράφος -που είναι φίλος και κουμπάρος του- έχει βγει σε "τιμωρητική άδεια" και κατηγορεί τον Διευθυντή της Καθημερινής Αλέξη Παπαχελά.
Τι έγραψε ο Απόστολος Δοξιάδης
ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ ΥΠΟΚΡΙΣΙΑΣ
Την περασμένη Πέμπτη, ο αρθρογράφος της ῾Κ῾ Στέφανος Κασιμάτης είχε στο άρθο του στη δεύτερη σελίδα της εφημερίδας φωτογραφία του Γιώργου Κατρούγκαλου να αγορεύει στη Βουλή. Στη λεζάντα, που πάντα συνοδεύει τις φωτογραφίες των άρθρων του--κατά κανόνα άσχετων με το κύριο θέμα του--o Κασιμάτης κορόιδευε τα κομμένα μαλλιά του εικονιζόμενου, θρηνώντας τους ωραίους ῾βοστρύχους᾽ του, που έκοψε.
Αυτό που δεν γνώριζε ο αρθρογράφος όταν έγραφε τη λεζάντ, όπως δεν γνώριζε κανείς στην εφημερίδα αλλά και στη δημόσια σφαίρα (ο εικονιζόμενος είχε επιλέξει, όπως είχε καθε δικαίωμα, να μην κοινοποιήσει το θέμα της υγειας του) ο Γιώργος Κατρούγκαλος έχει πρόσφατα ασθενήσει, και τα κοντά μαλλιά ήταν το αποτέλεσμα μιας θεραπείας. Μαθαίνοντάς το, την ίδια μέρα της δημοσίευσης, ο Κασιμάτης τηλεφώνησε στον Κατρούγκαλο και του ζήτησε συγγνώμη, την οποία εκείνος μεγαλόψυχα αποδέχθηκε. Και αμέσως κατόπιν συνέταξε μια ξεκάθαρη δήλωση, όπου παραδέχεται το λάθος του, ζητά δημόσια συγγνώμη, και εύχεται στον Κατρούγκαλο να ᾽ναι γρήγορα γερός--όπως βέβαια ευχόμαστε του ανθρώπου όλοι μας. Η συγγνώμη δημοσιεύθηκε ηλεκτρονικά την Παρασκευή το απόγευμα στον ιστότοπο της εφημερίδας, και μαζί μια συγγνώμη της εφημερίδας.
Στο μεταξύ, είχε ξεσπάσει και συνεχίστει το σαββατοκύριακο σάλος στα ΜΜΕ και στα ΜΚΔ, με χείμαρρο επιθέσεων κατά του Κασιμάτη. Και ποιος δεν είπε το μακρύ του και το κοντό του, εναντίον του αρθρογράφου της Κ... Πρώτοι και καλύτεροι οι σταθεροί δάσκαλοι της ευπρέπειας, ο Βαξεβάνης, ο Πολάκης, ο Μπογδάνoς--μου διέφυγε αν έκαναν δήλωση και ο Τράγκας και ο Χίος--που ένοιωσαν το ηθικό οικοδόμημα της κοινωνίας να κλονίζεται. Κατόπιν οι στυλοβάτες της λαϊκής δεξιάς (γνωστοί ως και ως κόμμα Παυλόπουλου) σαν την Ντόρα Μπακογιάννη, τον Κουμουτσάκο και την Κεφαλογιάννη, και άλλοι ακόμα που όλους τους συνδέει κατά σατανική σύμπτωση το γεγονός ότι ο Κασιμάτης τους έχει στο παρελθόν συχνά κατακρίνει πολιτικά--όπως και ότι πρώτος εκείνος στην Κ, αντίθετα στην επίσημη γραμμή της διεύθυνσης, τάχθηκε κατά της παράτασης της θητείας του Παυλόπουλου. Και τέλος, δεν θα μπορούσαν να λείψουν, οι κήρυκες της πολιτικής ορθότητας, οι οποίοι και οι οποίες, αριστεύοντες όπως πάντα στην επιλεκτική ευαισθησία, ανέχονται ή και διαπράττουν οι ίδιοι και οι ίδιες τις μύριες χοντράδες, αλλά θίγονται υπερβολικά αν τολμήσει να ξεπεράσει τις κόκκινες γραμμές τους κάποιος άλλος--και μάλιστα χωρίς την άδειά τους.
Αυτό ήταν στα ΜΜΕ και στα ΜΚΔ το σπορ του Σαββατοκύριακου: Βάρα τον Κασιμάτη, για να κερδίσεις πόντους ηθικού πλεονεκτήματος.
Όλα παραπάνω κατανοητά. Και το μίσος κάποιων πολιτικών αντιπάλων του Κασιμάτη, και τα φυσικά αντανακλαστικά των βοθρόστομων, και η χαιρεκακία όσαν υποφέρουν από τη σκληρή πένα του, και η δήθεν τάχαμου μη μου άπτου ευαισθησία των επιλεκτικώς ευαισθήτων. Αυτό που δεν είναι σε εμένα κατανοητό είναι η στάση της εφημερίδας όπου γράφτηκε το άρθρο. Και όταν λέω της εφημερίδας, φυσικά εννοώ της διεύθυνσής της, καθώς και κάποιων συντακτών ή αρθρογράφων της που προάγουν την καριέρα τους προσδεμένοι στο άρμα της διεύθυνσης.
Τούτη η στάση φαίνεται από δύο πράγματα: 1) Από το ότι ο Κασιμάτης τέθηκε σε υποχρεωτική άδεια όπως είναι φανερό από τη σημερινή του απουσία από τις σελίδες της ῾Κ᾽ (η άδειά του, όπως μας είχε ο ίδιος ενημερώσει από τη στήλη του, είχε λήξει προ εβδομάδων), και 2) Από το σημερινό άρθρο του Διευθυντή της εφημερίδας, που έσπευσε να αναπαράγει μία συντάκτης της εφημερίδας στη σελίδα της, με μια δόση λιβανωτής στον συγγραφέα του. Και η στάση της εφημερίδας προξενεί εντύπωση γιατί, κανονικά, αν η εφημερίδα ήταν σοβαρή, το θέμα έπρεπε να έχει λήξει την Παρασκευή, αφού: Ο συντάκτης και άρα και η εφημερίδα έκαναν ένα λάθος. Ζήτησαν και οι δύο δημόσια συγγνώμη--έληξε το ζήτημα. Αλλά φαίνεται πως όχι. Έρχεται σήμερα η τιμωρητική στάση της εφημερίδας στον Κασιμάτη και μαζί το άρθρο του διευθυντή, και ξανασηκώνουν το θέμα. Γιατί άραγε;
Κατ᾽ αρχήν, πρέπει να σημειώσουμε ότι όλος ο δημόσιος διάλογος που έγινε τις τελευταίες μέρες για τη λεζάντα του Κασιμάτη είναι εκτός θέματος--και γι αυτό ακριβώς ενδιαφέρει και αξίζει συζήτηση, καθώς κρύβει άλλα πράγματα. Για τους μεν απ᾽ ἐξω κρύβει εμπάθεια, φθόνο, ζήλεια, ευκαιρία για τάχαμου επίδειξη ηθικής, κλπ. Αλλά για τους μέσα; Για την εφημερίδα; Γιατί αναλαμβάνει σήμερα η διεύθυνση της εφημερίδας τον ρόλο του επικριτή του Κασιμάτη, ενώ υποτίθεται--και εδώ έγκειται η πρώτη υποκρισία--ότι κάνει ακριβώς το αντίθετο; Και γιατί τον βάζει σε τιμωρητική άδεια; Πιο ειδικά: γιατί τον κατηγορεί για κάτι που δεν έκανε; (Αν το σφάλμα ήταν του διευθυντή, όπως μας λέει στο άρθρο του, έπρεπε να μπει εκείνος σε υποχρεωτική άδεια.)
Αν ο γενικότερος διάλογος για τη λεζάντα του Κασιμάτη ήταν εντός θέματος--είτε από τρίτους είτε από τους εντός της εφημερίδας--, θα έπρεπε να εστιάσει σε ένα μόνο θέμα: αν μας αρέσει ή όχι, ή εν πάση περιπτώσει αν βρίσκουμε αποδεκτό ή όχι, το χιούμορ του Κασιμάτη. Όχι το χιούμορ του γενικώς, αλλά το χιούμορ στο οποίο εμπίπτει η συγκεκριμένη λεζάντα για τον Κατρούγκαλο (εφ᾽ όσον ο άνθρωπος ήταν υγιής, όπως πίστευε ο Κασιμάτης όταν την έγραφε), δηλαδή ο τύπος του χιούμορ στο οποίο επιδίδεται αρκετά συχνά ο Κασιμάτης, κατά κανόνα στις λεζάντες σχετικών φωτογραφιών, όταν σχολιάζει την εμφάνιση πολιτικών, πότε σατυρίζοντας του ενός τα έξτρα κιλά, πότε σαρκάζοντας κάποιου άλλου (άνδρα κατά κανόνα) τα βαμένα μαλλιά, πότε κοροϊδεύοντας μιας γυναίκας την έξαλλη κόμμωση ή το παρδαλό ταγέρ. Αυτός ο διάλογος, αν είχε γίνει, θα είχε τέλος πάντων κάποιο νόημα: θα μαθαίναμε ότι σε κάποιους αρέσει το χιούμορ αυτό, σε άλλους όχι, θα ακούγονταν υπέρ και κατά επιχειρήματα, και θα καταλήγαμε όλοι στις ήδη κρατούσες πριν τον διάλογο απόψεις μας, ο καθένας και η καθεμία, ως είθισται.
Όμως όχι. Κανένας, ή σχεδόν κανένας, δεν επιτέθηκε στον Κασιμάτη για το χιούμορ του, στον χείμαρο των επιθέσεων που του έγιναν. Ίσα-ίσα, όλοι τον κατηγόρησαν για χυδαιότητα και για απανθρωπιά. Μίλησαν για βόρβορο, για οχετό, για σίχαμα, όλοι ενωμένοι στον αγώνα, Βαξεβάνης, Ντόρα, Πολάκης, Μπογδάνος, όλοι ᾽μια γροθιά᾽ (Ντόρα) μαζί και οι ευαίσθητες ψυχές των δικαιωματιστών. Και σύμφωνα με τους κατηγόρους, βόρβορος, οχετός, κλπ, ήταν, τάχα, η επίθεση του Κασιμάτη σε έναν άρρωστο άνθρωπο. Όμως, φίλες και φίλοι, ο Κασιμάτης δεν σατύρισε έναν άρρωστο άνθρωπο--γιατί όλοι προσποιείστε ότι δεν το ξέρετε. Αντίθετα, σατύρισε (κυριολεκτικά, έκανε ένα αστειάκι, κακόγουστο για όσους δεν τους άρεσε) για έναν άνθρωπο που νόμιζε ότι είναι γερός και υγιής. Και αμέσως μόλις έμαθε ότι είναι άρρωστος, έσπευσε να επαναρθώσει και να ζητήσει μια ξεκάθαρη συγγνώμη. Οπότε πού ο βόρβορος; Σε τι συνίσταται η χυδαιότητα; Στην άγνοια της ασθένειας του Κατρούγκαλου--που ο Κασιμάτης ως τότε μοιραζόταν με όλους μας; Όχι βέβαια.
Βλέπετε το πρόβλημα: αν δεχθούμε την άγνοια δεν υπάρχει ηθικό παράπτωμα. Μένει μόνο η κριτική για έναν τύπο χιούμορ. Και σε αυτήν ακριβώς, θα μπορούσε να πάρει θέσει και η εφημερίδα, αν την έπαιρνε: να μας πει ότι δεν μας αρέσει το χιούμορ του Κασιμάτη, ότι κακώς σχολιάζει το κούρεμα του Κατρούγκαλου, τη βαφή μαλλιών του τάδε και το ταγιέρ της δείνα, και δεν θα ξανασυμβεί. Όμως δεν την παίρνει την εφημερίδα να κάνει κάτι τέτοια. Ακριβέστερα, θα ήταν γελοίο να το κάνει, για τον απλούστατο λόγο ότι ο Κασιμάτης έχει αυτό, το ίδιο και απαράλλακτο χιούμορ, εδώ και δέκα χρόνια και βάλε που γράφει στην Καθημερινή, χιούμορ που ποτέ δεν φαίνεται να πείραξε τη διεύθυνση της εφημερίδας ως τώρα--γιατί αν την πείραζε θα μας το έλεγε, ή, τουλάχιστον, θα το έλεγε στον ίδιο τον Κασιμάτη και εκείνος ή θα είχε φύγει ή θα το είχε σταματήσει. Ούτε το ένα ούτε το άλλο συνέβη.
Κι έτσι, βάζοντας η διεύθυνση της εφημερίδας τον Κασιμάτη σε άδεια--που εκ των πραγμάτων ερμηνεύεται ως τιμωρητική--, αλλά και δημοσιεύοντας το σημερινό άρθρο εναντίον του, ενώ τάχα αναλαμβάνει τις ευθύνες της, κάνει ακριβώς το αντίθετο: γίνεται ένα με το ποτάμι των ανήθικων ψευδοηθικολόγων που επιτίθενται στον Κασιμάτη.
Από το σημερινό άρθρο του διευθυντή της Κ, σε πρώτη ανάγνωση, αποπνέει ένα κλίμα ᾽πω πω τι ηθικός και καλός που είμαι που παίρνω το θέμα πάνω μου, και σας λέω ότι ήταν απαράδεκτο που τον αφήσαμε να το κάνει και φταίω εγώ και δεν θα ξαναγίνει᾽. Αλλά είναι ξεκάθαρο οτι η μεγαλοψυχία του διευθυντή είναι γιαλαντζί, γιατί ενώ καμώνεται τον ανώτερο, το κατακάθι είναι ότι καταρρακώνει ηθικά, θα έλεγα συκοφαντικά, τον αρθρογράφο του, αυτόν που τάχα έχει σκοπό να υποστηρίξει. Και να πως:
α) Λέγοντας ότι η λεζάντα του Κασιμάτη θα ήταν απαράδεκτη ακόμα και αν ο Κατρούγκαλος δεν ήταν άρρωστος. (Δεν σας πιστεύουμε, κύριε διευθυντά: αν δεν σας άρεσε το ίδιο και απαράλλαχτο χιούμορ του Κασιμάτη, θα το είχατε πει εδώ και δέκα χρόνια, δεν θα περιμένατε να το κατακρίνει η Ντόρα και ο Κουμουτσάκος και η Κεφαλογιάννη και ο Μπογδάνος, και η λοιπή τάχα λαϊκή δεξιά, για να το καταλάβετε).
β) Στο ότι χρησιμοποιεί τη λέξη ᾽σκληρότητα᾽, και μάλιστα την αποδίδει στον Κασιμάτη. Μα, ποια σκληρότητα κύριε διεθυντά; Αφού ο Κασιμάτης έκανε λάθος αγνοίας--πράγμα που πουθενά δεν λέτε στο άρθρο σας--πού τη βρήκατε τη σκληρότητα; Στο λάθος; Ελάτε τώρα!
Θα μπορούσα βέβαια να αποδώσω τα ολισθήματα του άρθρου του διευθυντή σε πλημμελή κατοχή της τέχνης της γραφής--όπου άλλα να θέλει να πει και άλλα να λέει. Αλλά επειδή δεν μπορώ να πιστέψω ότι διευθυντής κοτζαμάν Καθημερινής δεν ξέρει να γράφει, τα αποδίδω σε πρόθεση. Και η πρόθεση οδηγεί σε μία σκληρή κατηγορία: της υποκρισίας.
Πιο ξεκάθαρα: ο διευθυντής της ᾽Κ᾽, ενώ γράφει υποτίθεται για να υποστηρίξει τον συντάκτη του αναλαμβάνοντας τις ευθύνες προσωπικά (κάτι σαν: δεν φταίει ο Κασιμάτης που ήταν κακό παιδί, εγώ φταίω που δεν τον έβαλα τιμωρία), κάνει ακριβώς το αντίθετο. Παίζει τον ρόλο του τιμητή των υβριστών του Κασιμάτη, αποδίδοντας στα λόγια του ᾽σκληρότητα'--ενώ γνωρίζει πολύ καλά ότι σκληρότητα δεν υπήρξε. Το λάθος δεν είναι σκληρότητα. Και για όποιον αμφιβάλλει για αυτή την ερμηνεία, την επιβεβαίωνει ο ίδιος, βάζοντας τον Κασιμάτη με υποχρεωτική άδεια/τιμωρία. Mαζί με το άρθρο και η πράξη. Αφού δεν τον έκανε ντα, δηλαδή, για να μη γράψει τη λεζάντα, τώρα τον βάζει τώρα στη γωνία.
Ποιος ο λόγος αυτού του ρεσιτάλ υποκρισίας από τον διευθυντή της Κ, και τους εσωτερικοόυς ακολούθους του στην επίδειξη τάχα πολιτικής ορθότητας; Προφανώς, το γνωρίζουν οι ίδιοι--αν οι λόγοι είναι πολιτικοί, ψυχολογικοί, προσωπικοί, καριερίστικοι ή συνδυασμός τους, οι ίδιοι το ξέρουν. Το αποτέλεσμα είναι ότι ένας αρθρογράφος στον οποίο η Καθημερινή οφείλει πολλά μέχρι σήμερα, τώρα ψέγεται και τιμωρείται δημόσια, από τον διευθυντή της, άδικα και παράλογα. Η στάση αυτή βέβαια κάνει κακό όχι στον ίδιο τον Κασιμάτη, αλλά στην εφημερίδα στην οποία γράφει. Και το κακό δεν το κάνει ο Κασιμάτης, αλλά η στάση του διευθυντή της, και των πειθήνιων δοξαστών της μέσα στην εφημερίδα. Φερόμενοι έτσι στον Κασιμάτη, ευτελίζουν την εφημερίδα και την παράδοσή της.
YΓ: Ο Στέφανος Κασιμάτης είναι αδελφικός μου φίλος και κουμπάρος μου. Αν δεν ήταν, πιθανότατα να μην έμπαινα στον κόπο να γράψω τα παραπάνω, καθώς διόλου δεν με ενδιαφέρουν τα εσωτερικά της Καθημερινής. Όμως και αν δεν ήταν αδελφικός φίλος μου και κουμπάρος μου τα ίδια που γράφω θα πίστευα και τα ίδια θα σκεφτόμουν και τα ίδια θα εξέφραζα ως γνώμη στις παρές. Λόγω φιλίας, τα λέω τώρα και δημόσια, για να υποστηρίξω τον Στέφανο Κασιμάτη από τις χυδαίες, τις άνανδρες και τις ύπουλες επιθέσεις που του γίνονται.
Η δημοσίευση στο facebook
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr