Να ακυρωθεί το νομοθετικό πλαίσιο για τις μετεγγραφές των φοιτητών ως αντισυνταγματικό ζητούν με προσφυγή τους στο Συμβούλιο της Επικρατείας η Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου, το Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών της Πολυτεχνικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και 115 μέλη του Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού των Σχολών.
Στην προσφυγή τους, οι καθηγητές, εκτός από την κατάργηση συγκεκριμένων διατάξεων του νόμου για τις μεταγραφές, στρέφονται και κατά δυο υπουργικών αποφάσεων υποστηρίζοντας ότι αυξάνουν τον αριθμό των σπουδαστών σε 290 τουλάχιστον από τους 60 που δήλωσε η Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ ότι μπορεί να εκπαιδεύσει, χωρίς καμία σχετική μελέτη για τους υπεράριθμους σπουδαστές.
Στην προσφυγή αναφέρεται ότι δεν ελήφθη υπόψη η γνώμη των ΑΕΙ για την αιφνίδια και μαζική εισαγωγή των επιπλέον σπουδαστών εκ μετεγγραφής στις Σχολές τους, τη στιγμή που το ίδιο το αρμόδιο υπουργείο δεν είναι σε θέση να υπολογίσει καν τον τεράστιο αριθμό εισακτέων που αναμένεται να παραλύσει το επίπεδο σπουδών και την εν γένει λειτουργία των Ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Και αυτό γιατί τα κριτήρια με τα οποία αποφασίστηκε η μετεγγραφή του μεγαλύτερου όγκου των αιτούντων δεν είναι ακαδημαϊκά και αντικειμενικά, αλλά υποκειμενικά και αυθαίρετα, καθώς βασίζονται σε τυχαία γεγονότα, όπως είναι η οικογενειακή και η οικονομική κατάσταση των αιτούντων. Κατόπιν όλων αυτών, αναφέρουν οι πανεπιστημιακοί, η συνεχής αύξηση των σπουδαστών τελικά έχει ως αποτέλεσμα οι διαθέσιμοι χώροι διδασκαλίας να μην επαρκούν στο ελάχιστο και οι συνθήκες φοίτησης, διδασκαλίας και έρευνας να καθίστανται δυσχερείς.
Επίσης, η διάρκεια των εργαστηριακών μαθημάτων επιμηκύνεται πέραν της προγραμματισμένης, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται προβλήματα στην απρόσκοπτη διεξαγωγή των υπολοίπων μαθημάτων του ωρολογιακού προγράμματος.
Επισημαίνονται ακόμα τα προβλήματα που έχουν ανακύψει από τις μειώσεις στις χρηματοδοτήσεις όλων των σχολών με αποτέλεσμα να αδυνατούν, όπως υποστηρίζουν, να ανταπεξέλθουν στα νέα δεδομένα που προκάλεσε ο επίμαχος νόμος και οι υπουργικές αποφάσεις. Χαρακτηριστικά αναφέρουν ότι η χρηματοδότηση του ΕΜΠ και κατ’ επέκταση της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών μειώθηκε κατά 33% (σε σχέση με το 2010), με άμεση συνέπεια να καλύπτονται πλέον μόνο τα απολύτως βασικά έξοδα για φως, νερό, καθώς και οι ανελαστικές δαπάνες.