
Γιου αρ μπιούτιφουλ, άι λοβ γιου. Φροϊλάιν, μις, μαντεμουαζέλ, σενιορίτα, χαβ-γιου-γουέδερ-φορ-ε-κόφι; Οι πιο συνηθισμένες ατάκες -ή μάλλον οι πιο προβλεπόμενες- έβγαιναν από τα χείλη κάποιου καλοστεκούμενου νέου με μουστάκι (optional) και χαίτη, πουκάμισο κουμπωμένο μετά το 4ο κουμπί και απαραίτητο χρυσό σταυρό κάπου ανάμεσα στο δασύτριχο στήθος του.
Αλλά κυρίως, η σπίθα του κυνηγού στο μάτι. Αποδέκτης κάποια κατάξανθη Σουηδέζα ή μια θερμόαιμη Αγγλίδα που γνώριζε από την πρώτη ματιά ότι θα ζήσει το μύθο της στην Ελλάδα.
Το δόγμα, πάντοτε το ίδιο: Το ξένο είναι πιο γλυκό. Στόχος: Η ξένη τουρίστρια στο κρεβάτι, αλλά μετά από μία διαδικασία που ήταν εξίσου συναρπαστική με το τελικό αποτέλεσμα. Κάπως έτσι, σε τόσο απλές γραμμές τα "καμάκια" έγραψαν τη δική τους ιστορία. Και η αλήθεια είναι πως η ιστορία τους να ήταν εντελώς διαφορετική -αν όχι ανύπαρκτη- αν η δράση τους ξεκινούσε 50 χρόνια μετά, δηλαδή στο σήμερα, για λόγους που εύκολα μπορείς να αντιληφθείς.

Η άνοδος του ελληνικού τουρισμού κατά την πάροδο των χρόνων, ειδικά μετά τη δεκαετία του 1970, γέννησε ένα φαινόμενο που μπορεί να προσεγγιστεί τόσο με καθαρά κοινωνιολογικούς όρους όσο και με γυαλιά χρώματος cult. Τα καμάκια, οι Greek Lovers όπως διεθνώς έκαναν καριέρα, ήταν για δεκαετίες σχεδόν συνώνυμο των ελληνικών καλοκαιριών, σκορπίζοντας αξέχαστες στιγμές σε κορασίδες του παγωμένου Ευρωπαϊκού βορρά αλλά και πικάντικες όσο και χιουμοριστικές ιστορίες για όλους τους υπόλοιπους.
Διαβάστε τη συνέχεια στο esquire.com.gr
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr