X

Σαν σήμερα το μακελειό με τους 5 νεκρούς κυνηγούς, που συντάραξε το πανελλήνιο- Ο δολοφόνος έπαιζε θέατρο για μέρες

Σαν σήμερα, πριν από 19 χρόνια, ολόκληρο το πανελλήνιο συγκλονιζόταν από ένα από τα πιο αποτρόπαια εγκλήματα των τελευταίων δεκαετιών

Γράφει: TheToc team

Σαν σήμερα, πριν από 19 χρόνια, ολόκληρο το πανελλήνιο συγκλονιζόταν από ένα από τα πιο αποτρόπαια εγκλήματα των τελευταίων δεκαετιών: το μακελειό με θύματα πέντε κυνηγούς.

Πέντε νέοι άντρες που είχαν βγει για κυνήγι σε μια περιοχή του Αγρινίου, στις 19 Νοεμβρίου 2006, δολοφονήθηκαν εν ψυχρώ. Ήταν οι Λάμπρος Αντρέσσας (33 ετών), Βασίλης Νικολόπουλος (23 ετών), Χρήστος Νικολόπουλος (21 ετών), Αλέξιος Νικολόπουλος (17 ετών), Ηλίας Πίππας (32 ετών ). Δράστες ήταν ο 37χρονος Διονύσης Φούκας και ο πατέρας του, Λυσίμαχος.

Το χρονικό της δολοφονίας

Οι πέντε νέοι άνδρες είχαν πάει για κυνήγι στην περιοχή, μια συνηθισμένη εξόρμηση που εξελίχθηκε σε τραγωδία. Βρέθηκαν νεκροί, πυροβολημένοι εξ επαφής, μέσα σε ένα σκηνικό που αρχικά θύμιζε ενέδρα.

Η είδηση εξαπλώθηκε αστραπιαία, προκαλώντας σοκ: μια ολόκληρη παρέα είχε εκτελεστεί με τρόπο που παρέπεμπε σε ξεκαθάρισμα λογαριασμών, χωρίς όμως να υπάρχει το παραμικρό στοιχείο για το ποιος και γιατί θα μπορούσε να τους θέλει νεκρούς.

Την ώρα που οι πέντε κυνηγοί είχαν σκορπιστεί στην περιοχή, χωρίς μεγάλη απόσταση ο ένας από τον άλλο, έγιναν αντιληπτοί από έναν κτηνοτρόφο. Όταν αυτός παρατήρησε ότι βρίσκονταν κοντά στο βοσκότοπο του Λυσίμαχου Φούκα και ότι τα πρόβατά του μπορεί να κινδύνευαν, έσπευσε να τον ενημερώσει. Παρών ήταν και ο γιος του, Διονύσης Φούκας. Πατέρας και γιος πήραν τις καραμπίνες τους και πήγαν να δουν τι συνέβαινε. Ο κτηνοτρόφος που τους ειδοποίησε ήταν εξαγριωμένος.

Όταν έφτασαν στον βοσκότοπό τους δεν βρήκαν κανέναν εκεί. Ο πατέρας έμεινε για να κάνει κάποιες δουλειές και ο γιος έφυγε για να πάει σε ένα καρτέρι για μπεκάτσες.

Ο 37χρονος Διουνησς Φούκας

Πριν προλάβει να απομακρυνθεί, ο Διονύσης Φούκας, άκουσε φωνές. Ήταν ο πατέρας του που μάλωνε με τους κυνηγούς, επειδή κάποιοι από αυτούς πάταγαν πάνω στους φράχτες τους και υπήρχε κίνδυνος -όπως ισχυρίστηκε- να τις καταστρέψουν. Ο Διονύσης γύρισε πίσω και σύντομα άναψε ο καυγάς με τους κυνηγούς. Όπως ισχυρίστηκαν πατέρας και γιος στις μετέπειτα καταθέσεις τους, οι κυνηγοί άρχισαν πρώτοι να βρίζουν και να απειλούν, ενώ ένας από αυτούς έστρεψε το όπλο του προς τον Διονύση απειλώντας να τον τουφεκίσει.

Κανείς δεν έμαθε αν το εννοούσε, γιατί τελικά ο Διονύσης άνοιξε πρώτος πυρ και μέσα σε μερικά δευτερόλεπτα είχε ξεκληρίσει και τους πέντε κυνηγούς. Οι λεπτομέρειες της υπόθεσης δεν εξακριβώθηκαν ποτέ, καθώς δεν υπήρχαν μάρτυρες παρά μόνο οι δράστες.

Ο δολοφόνος έπαιζε θέατρο

Οι δυο άντρες είχαν διαπράξει ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα στην Ελλάδα. Μετά τις δολοφονίες, επέστρεψαν στα σπίτια τους, ήρεμοι σαν να μην είχε συμβεί τίποτα. Ο Διονύσης Φουκας διαπίστωσε πως κατά την ανταλλαγή πυρών είχε τραυματιστεί κοντά στη μασχάλη και τα ρούχα του ήταν ματωμένα. Έτσι τα έβγαλε και τα πέταξε στον βόθρο. Πατέρας και γιος πήγαν στο καφενείο και την επόμενη μέρα έκαναν τις δουλειές τους κανονικά.

Οι συγγενείς των θυμάτων όμως είχαν αρχίσει να τους αναζητούν. Ψάχνοντας στην περιοχή, εντόπισαν πρώτα το φορτηγό- κλούβα που είχαν παρκάρει οι κυνηγοί και στη συνέχεια άρχισαν να ανακαλύπτουν ένα-ένα τα πτώματα.

Το συγκλονιστικό γεγονός μαθεύτηκε γρήγορα και η περιοχή σφραγίστηκε από την αστυνομία, ενώ παράλληλα γέμισε από δημοσιογράφους και από κατοίκους που ήθελαν να δουν τι είχε συμβεί.

Ο δράστης, ο οποίος τελικά συνελήφθη, για ημέρες προσποιούνταν τον αθώο, φτάνοντας μάλιστα στο σημείο να συνομιλεί με συγγενείς των θυμάτων και να εμφανίζεται "συγκλονισμένος" από την τραγωδία, μιλώντας στα κανάλια. Έπαιξε ρόλο θεατή στο ίδιο του το έγκλημα, προσπαθώντας να αποπροσανατολίσει τις Αρχές και να χτίσει άλλοθι.

Από την εξέταση των ιατροδικαστών στα πτώματα, είχε προκύψει η ανατριχιαστική λεπτομέρεια ότι ο δράστης είχε δώσει χαριστική βολή στα θύματά του, σαν επαγγελματίας εκτελεστής. Ο ίδιος το αρνήθηκε λέγοντας πως ήταν απλώς σε μικρή απόσταση με τους κυνηγούς όταν πυροβόλησε. Αυτό στο οποίο επέμενε, ήταν πως ο πατέρας του, Λυσίμαχος δεν συμμετείχε στο έγκλημα. Ισχυρίστηκε ότι είχε αφήσει την καραμπίνα του στο αυτοκίνητο και δεν οπλοφορούσε τη στιγμή του μακελειού.

Ο πατέρας του υποστήριζε ότι τους φόνους έκανε αυτός και όχι ο γιος του. "Το μόνο που θέλω να ξέρετε σίγουρα είναι πως ο γιος μου δεν τράβηξε όπλο", έλεγε. Τελικά, φυσικός αυτουργός θεωρήθηκε ο Διονύσης Φούκας. Το δικαστήριο καταδίκασε και τους δύο σε πέντε φορές ισόβια. Σήμερα βρίσκονται στη φυλακή.