
Την ημέρα κατάθεσης του προσχεδίου του προϋπολογισμού στη Βουλή, η τιμή του φυσικού αερίου στο χρηματιστήριο του Άμστερνταμ υποχωρούσε κάτω από τα 170 ευρώ ανά μεγαβατώρα, ενώ η τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος υποχωρούσε κάτω από τα 300 ευρώ. Και γεννάται αμέσως το ερώτημα: θα διατηρηθούν αυτές οι τιμές; Θα υποχωρήσουν ακόμη περισσότερο; Θα λάβουν αποφάσεις οι Ευρωπαίοι για τη συγκράτηση των τιμών του αερίου; Διότι αν ελεγχθούν οι τιμές του φυσικού αερίου και του ηλεκτρικού ρεύματος, έχει αυτομάτως κερδηθεί ένα από τα βασικότερα "στοιχήματα" για την εκτέλεση του προϋπολογισμού της επόμενης χρονιάς.
Το προσχέδιο που κατατέθηκε χθες στη Βουλή αποπνέει αισιοδοξία για την πορεία της ελληνικής οικονομίας παρά την απόλυτη αβεβαιότητα που επικρατεί στο διεθνές περιβάλλον. Η Ελλάδα θέλει να διατηρήσει τους ρυθμούς ανάπτυξης (+2,1% για την επόμενη χρονιά) να κατεβάσει την ταχύτητα στον πληθωρισμό (+3% το 2023 από +9,1% το 2022) να διατηρήσει το καλό επενδυτικό κλίμα (+16% η πρόβλεψη για την αύξηση των επενδύσεων) και να αποτελέσει και το 2023 έναν από τους καλύτερους τουριστικούς προορισμούς του πλανήτη, αντλώντας αντίστοιχα ή και περισσότερα έσοδα από το 2022. (σ.σ αυτό για να τονωθούν οι εξαγωγές υπηρεσιών).
Οι προβλέψεις που έχουν ενσωματωθεί στο προσχέδιο δεν είναι υπερβολικές. Η αύξηση των εξαγωγών και της ιδιωτικής κατανάλωσης έχει προσδιοριστεί κάτω από το 2%. Αν αποφευχθεί η εκτεταμένη κρίση που όλοι περιμένουν στην Ευρώπη, τα νούμερα αυτά θα τα "πιάσουμε". Υπό μια προϋπόθεση: ότι και στο εσωτερικό δεν θα επικρατήσουν συνθήκες πόλωσης και παρατεταμένης αδυναμίας σχηματισμού κυβέρνησης. Δεν είναι μόνο η οικονομική κρίση στην Ευρώπη και η απειλή του πολέμου στην Ουκρανία. Είναι και η αβεβαιότητα που προκαλείται σε πολιτικό επίπεδο κάτι που ήδη αποτυπώνεται στις εκθέσεις των διεθνών οίκων.
Προς το παρόν, το οικονομικό επιτελείο εμφανίζεται διατεθειμένο να τηρήσει τις δεσμεύσεις. Μπορεί ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος να μην έφτασε στο 1,1% που είχε αποτυπωθεί στο πρόγραμμα σταθερότητας ωστόσο και με το +0,7% η Ελλάδα εκτιμάται ότι θα είναι μια από τις λίγες χώρες της ΕΕ που θα βάλουν στόχο την επιστροφή στα πρωτογενή πλεονάσματα. Και το 2023 είναι έτος "διαφυγής" από τους αυστηρούς δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ λόγω της ενεργειακής κρίσης, αλλά παρ’ όλα αυτά η Ελλάδα θα επιδιώξει να κάνει μια σημαντική δημοσιονομική προσαρμογή άνω των 5 δις. Ευρώ, κλείνοντας το έλλειμμα των περίπου 3,5 δις. ευρώ που εκτιμάται ότι θα αποτυπωθεί φέτος και επιστρέφοντας σε πρωτογενές πλεόνασμα περίπου 1,5 δις. ευρώ.
Τι σημαίνει αυτό πρακτικά; Ότι η Ελλάδα, μέσα σε συνθήκες αύξησης του κόστους δανεισμού για τις χώρες, για τα νοικοκυριά και για τις επιχειρήσεις, βγαίνει στις αγορές -που αυτή τη στιγμή είναι και οι αυστηροί επόπτες της ελληνικής οικονομίας- με το σύνθημα ότι στο τέλος του 2023 μπορεί να ρίξει την αναλογία του χρέους ως προς το ΑΕΠ στο 160%- περίπου 45 μονάδες χαμηλότερα σε σχέση με τα υψηλά του 205%- που προκάλεσε το 2020 η πανδημία.
Το αν θα επιτευχθούν οι στόχοι, δεν εξαρτάται μόνο από τις εξελίξεις στο εσωτερικό αλλά και από αυτές στο εξωτερικό. Άλλωστε, κανένας από τους προϋπολογισμούς των τελευταίων τριών ετών δεν έκλεισε εντός των προβλέψεων. Θα γίνει το 2023;
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr