Τα καλά και συμφέροντα σε όλο τους το μεγαλείο. Το παιχνίδι του Δημοσίου με τους τόκους θα έχει μόνο έναν κερδισμένο –το ίδιο το δημόσιο- και εκατομμύρια χαμένους: όλους τους οφειλέτες. Μετά την κατάθεση της σχετικής νομοθετικής ρύθμισης στη Βουλή, το Ελληνικό Δημόσιο θα πληρώνει τόκο 3% όταν το ίδιο θα επιβαρύνεται με ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τους ιδιώτες ειδικά αυτούς που έχουν καταφύγει στα δικαστήρια, έχουν δικαιωθεί και διεκδικούν τα χρήματά τους. Όταν όμως το ίδιο ζητά τα χρωστούμενα από τους οφειλέτες –τόσο της εφορίας όσο και των ασφαλιστικών ταμείων- επιβάλλει επιτόκιο της τάξεως του 8,5%. «Σκόντο» κάνει μόνο σε όσους εντάσσονται στη ρύθμιση κατεβάζοντας το επιτόκιο στο 5,05%. Μάλιστα, σύμφωνα με πληροφορίες, έντοκη θα είναι τόσο η ρύθμιση προς τα ασφαλιστικά ταμεία όσο και η ρύθμιση προς την εφορία. Αυτό τουλάχιστον θα αποτυπώνεται στα δύο σχετικά νομοσχέδια που ετοιμάζονται να κατατεθούν στη Βουλή μέσα στις επόμενες εβδομάδες.
Ο λόγος για τον οποίο η κυβέρνηση άνοιξε ακόμη περισσότερο την επιτοκιακή ψαλίδα ανάμεσα στο επιτόκιο με το οποίο πληρώνεται και σε αυτό με το οποίο πληρώνει το δημόσιο, είναι καθαρά δημοσιονομικός. Το ότι θα προκύψει δημοσιονομικό όφελος –έστω και αν αυτό δεν μπορεί να προσδιοριστεί από τις υπηρεσίες του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους- φαίνεται και στην έκθεση του γενικού λογιστηρίου του κράτους η οποία και συνοδεύει τη νομοθετική διάταξη με την οποίο το επιτόκιο τοκισμού των οφειλομένων του δημοσίου περιορίζεται στο 3%. Έως σήμερα, το επιτόκιο για τα οφειλόμενα του δημοσίου διαμορφώνεται στο 6% αλλά «κρίνεται ως ιδιαίτερα υψηλό για τις σημερινές δημοσιονομικές συνθήκες» όπως αναφέρεται στην εισηγητική έκθεση και γι’ αυτό περιορίζεται στο 3%.
Για την κυβέρνηση η χαώδης διαφορά των δύο επιτοκίων δεν αποτελεί παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Επί του θέματος, η εισηγητική έκθεση αναφέρει ότι «η διαφοροποίηση όσον αφορά στους τόκους οφειλών του δημοσίου σε σχέση με τα αντίστοιχα για τις οφειλές των ιδιωτών, είναι συμβατή προς τις διατάξεις των άρθρων του Συντάγματος ενώ δεν τίθεται ζήτημα αντίθεσης προς την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών». Όπως αναφέρεται και στην εισηγητική έκθεση, «η τοκοφορία αξιώσεων κατά του δημοσίου, αρχίζει μόνο από την επίδοση του εκάστοτε δικογράφου από το διάδικο στον υπουργό Οικονομικών ή στο όργανο του δημοσίου ή της Αρχής που προβλέπεται από το νόμο να γίνεται η επίδοση σε ειδικές κατηγορίες υποθέσεων.
Στη χθεσινή συζήτηση επί του θέματος στη Βουλή, η υφυπουργός Οικονομικών Κατερίνα Παπανάτσιου άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο να υπάρξει διορθωτική παρέμβαση. Το πιο πιθανό είναι ότι θα συζητηθεί το ενδεχόμενο να μειωθεί το επιτόκιο με το οποίο επιβαρύνονται οι οφειλέτες του δημοσίου. Ούτως ή άλλως, οι προσαυξήσεις οι οποίες έχουν φτάσει πλέον στα 80 δις. ευρώ μόνο για τα χρέη προς την εφορία, δεν θεωρούνται ποσό που μπορεί να εισπραχθεί.
Φωτο: Eurokinissi