X

Economist: Γιατί η Ελλάδα αξίζει να το γιορτάσει - Στην τρίτη θέση στη λίστα με τις καλύτερες οικονομικές επιδόσεις

Σε ποια θέση κατατάσσεται η χώρα με βάση πέντε οικονομικούς και χρηματοπιστωτικούς δείκτες και γιατί αξίζει να γιορτάζει για την "οικονομική ανάκαμψη".

Γράφει: TheToc team

Στην ετήσια αποτίμησή του για την παγκόσμια οικονομία, ο Economist εξετάζει την πορεία των χωρών βάσει πέντε δεικτών. Τα στοιχεία που προκύπτουν από την εξέταση των δεικτών αυτών για την Ελλάδα δείχνουν μια εικόνα, που κατά τη βρετανική οικονομική επιθεώρηση, συνιστά λόγο για γιορτή!

Ξεκινώντας από το τέλος την ανάγνωση αυτής της κατατοπιστικής και πολύ διαφωτιστικής χαρτογράφησης της παγκόσμιας οικονομίας, διαβάζουμε στην τελευταία παράγραφο: "Καθώς το 2025 πλησιάζει, η παγκόσμια οικονομία αντιμετωπίζει νέες προκλήσεις. Σχεδόν ο μισός παγκόσμιος πληθυσμός ζει σε χώρες που διεξήγαγαν εκλογές φέτος, πολλές από τις οποίες έφεραν στην εξουσία ηγέτες που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως "απρόβλεπτοι". Το εμπόριο απειλείται, το δημόσιο χρέος διογκώνεται και τα χρηματιστήρια έχουν ελάχιστα περιθώρια για λάθη. Προς το παρόν, τουλάχιστον, η Ισπανία, η Ελλάδα και η Ιταλία -που για πολύ καιρό υποτιμούνταν από τους βόρειους γείτονές τους- μπορούν να απολαμβάνουν την οικονομική τους ανάκαμψη. Τους αξίζει να το γιορτάσουν".

Διαβάστε Επίσης

Κατάταξη με βάση πέντε δείκτες

Η Ελλάδα κατατάχθηκε στην τρίτη θέση στη λίστα του Economist μαζί με τη Δανία. Η αύξηση του ΑΕΠ στην Ελλάδα έφτασε το 3,7% από το τελευταίο τρίμηνο του 2023 έως το τρίτο τρίμηνο του 2024, οι τιμές των μετοχών αυξήθηκαν κατά μέσο όρο κατά 10,6% σε σύγκριση με ένα χρόνο νωρίτερα, ενώ ο πληθωρισμός ήταν 3,5%.

Το ποσοστό ανεργίας στην Ελλάδα, ένας τέταρτος δείκτης που εφαρμόζει ο Economist, μειώθηκε κατά 0,6% στο χαμηλότερο επίπεδο τουλάχιστον μιας δεκαετίας, ενώ η Ιταλία και η Ισπανία πέτυχαν επίσης μειώσεις του ποσοστού ανεργίας.

Στον πέμπτο δείκτη, για το δημοσιονομικό ισοζύγιο, ο Economist σημειώνει ότι το δημοσιονομικό πλεόνασμα της Ελλάδας ήταν 2,1% του ΑΕΠ.

Η Ισπανία βρέθηκε στην κορυφή της λίστας του Economist με αύξηση του ΑΕΠ 3,5% την αντίστοιχη περίοδο, μέση αύξηση της τιμής μετοχών 17,1% και πληθωρισμό 2,4%.

Η Ιταλία κατατάχθηκε πέμπτη με αύξηση ΑΕΠ 0,6%, μέση αύξηση της τιμής της μετοχής 12,4% και πληθωρισμό 1,8%.

Η Ιρλανδία, η οποία έχει καθιερωθεί ως κόμβος για πολλές εταιρείες τεχνολογίας, εξασφάλισε τη δεύτερη θέση στη λίστα The Economist.

Στον αντίποδα, η Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο, ωστόσο, παραδοσιακά μεγάλες οικονομικές δυνάμεις στην Ευρώπη, κατατάχθηκαν σε χαμηλές θέσεις, στην 23η και 31η θέση, αντίστοιχα. Για τη δε Γαλλία, ο Economist δεν έχει παρά να σημειώσει τη βαθιά πολιτική κρίση που διανύει.

Αναλυτικά το πλήρες κείμενο της ανάλυσης του Economist για την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας το 2024:

Επιτόκια στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων δεκαετιών, πόλεμοι στην Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή, εκλογές σε χώρες τόσο σημαντικές όπως η Αμερική και η Ινδία. Δεν έχει καμία σημασία. Η παγκόσμια οικονομία σημείωσε ακόμη μια ισχυρή επίδοση το 2024- σύμφωνα με το ΔΝΤ, το παγκόσμιο ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 3,2%. Ο πληθωρισμός έχει υποχωρήσει και η αύξηση της απασχόλησης παραμένει σταθερή. Τα χρηματιστήρια κατέγραψαν άνοδο κατά περισσότερο από 20% για δεύτερο συνεχόμενο έτος.

Ωστόσο, όπως πάντα, η ρόδινη παγκόσμια εικόνα κρύβει μεγάλες διαφορές μεταξύ των χωρών. Για να αξιολογήσουμε αυτές τις διαφορές, συγκεντρώσαμε στοιχεία για πέντε οικονομικούς και χρηματοπιστωτικούς δείκτες - ΑΕΠ, απόδοση των χρηματιστηρίων, δομικός πληθωρισμός, ανεργία και δημόσιο έλλειμμα - για 37 κυρίως πλούσιες χώρες.

Στη συνέχεια κατατάξαμε κάθε οικονομία με βάση τις επιδόσεις της σε αυτούς τους δείκτες για να δημιουργήσουμε μια συνδυασμένη βαθμολογία.

Ποιοι είναι οι νικητές;

Η κούρσα ανόδου των χωρών της Μεσογείου συνεχίζεται για τρίτη συνεχή χρονιά, με την Ισπανία να βρίσκεται στην κορυφή της φετινής λίστας. Η Ελλάδα και η Ιταλία, που άλλοτε συμβόλιζαν τα δεινά της ευρωζώνης, συνεχίζουν την ισχυρή ανάκαμψή τους. Η Ιρλανδία, η οποία έχει προσελκύσει πολλές εταιρείες τεχνολογίας, και η Δανία, έδρα της Novo Nordisk της γνωστής εταιρείας που παράγει το Ozempic, συμπληρώνουν την πρώτη πεντάδα. Εν τω μεταξύ, τα βαριά χαρτιά της βόρειας Ευρώπης απογοητεύουν, με υποτονικές επιδόσεις από τη Βρετανία και τη Γερμανία. Το βαλτικό δίδυμο της Λετονίας και της Εσθονίας βρίσκεται και πάλι στον πάτο, θέση που κατείχε και το 2022.

Ο πρώτος μας δείκτης είναι η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ, που θεωρείται ευρέως ως το πιο αξιόπιστο μέτρο της συνολικής υγείας μιας οικονομίας. Φέτος το παγκόσμιο ΑΕΠ ενισχύθηκε χάρη στην ανθεκτική αμερικανική οικονομία και τους καταναλωτές που ξοδεύουν χωρίς πολλή σκέψη.

Το Ισραήλ αναδείχθηκε για τις επίσης εξαιρετικές επιδόσεις του, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, αν και η ισχυρή ανάπτυξή του αντανακλά σε μεγάλο βαθμό την ανάκαμψη από μια απότομη συρρίκνωση το τελευταίο τρίμηνο του 2023, όταν ξεκίνησε ο πόλεμος με τη Χαμάς.

Στην Ισπανία η ετήσια αύξηση του ΑΕΠ είναι σε καλό δρόμο για να ξεπεράσει το 3%, χάρη στην ισχυρή αγορά εργασίας και τα υψηλά επίπεδα μετανάστευσης, τα οποία ανεβάζουν μηχανικά την οικονομική παραγωγή. Παρόλο που το ΑΕΠ της χώρας ανά άτομο έχει επίσης αυξηθεί, αυτό έχει γίνει λιγότερο από ό,τι το συνολικό ΑΕΠ.

Σε άλλες χώρες, η ανάπτυξη δεν ήταν ικανοποιητική. Η Γερμανία και η Ιταλία εμποδίστηκαν από τις υψηλές τιμές της ενέργειας και τις υποτονικές επιδόσεις στις μεταποιητικές βιομηχανίες.

Η Ιαπωνία αναμένεται να σημειώσει ισχνή ανάπτυξη 0,2%, η οποία επιβαρύνεται από τον ασθενέστερο τουρισμό και την προβληματική αυτοκινητοβιομηχανία. Η Ουγγαρία και η Λετονία έχουν διολισθήσει σε ύφεση.

Ο δεύτερος δείκτης είναι οι αποδόσεις των χρηματιστηρίων. Οι επενδυτές κατάφεραν να αφήσουν πίσω τους έναν δύσκολο Αύγουστο, όταν έσκασε η πρακτική του yen carry trade (δηλαδή του φθηνού δανεισμού σε ιαπωνικό νόμισμα, μετατροπή των κεφαλαίων σε δολάρια και επένδυσή τους σε asset με μεγάλες αποδόσεις) προκάλεσε φόβους για κρίση. Οι αμερικανικές μετοχές κατέγραψαν εντυπωσιακές αποδόσεις προσαρμοσμένες στον πληθωρισμό της τάξης του 24%, καθώς οι αποτιμήσεις για τις εταιρείες τεχνολογίας, που ήταν ήδη υψηλές, ανέβηκαν υψηλότερα. Η αγορά του Καναδά, στενά συνδεδεμένη με τον νότιο γείτονά της, σημείωσε επίσης υγιή κέρδη, ενισχυμένη από τις ισχυρές επιδόσεις των κλάδων της ενέργειας και των τραπεζών. Ο ιαπωνικός δείκτης Nikkei 225 σημείωσε υψηλό ρεκόρ, παρόλο που οι συνολικές ετήσιες επιδόσεις του ήταν μέτριες. Υπήρξαν και κάποιοι χαμένοι. Οι τιμές των μετοχών στη Φινλανδία βρίσκονται σε αρνητικό έδαφος, σε πραγματικούς όρους, και το χρηματιστήριο της Νότιας Κορέας κατέρρευσε στον απόηχο της απόπειρας αυτογκόλ του προέδρου με την αποτυχημένη κήρυξη στρατιωτικού νόμου στις 3 Δεκεμβρίου.

Στη συνέχεια, στρεφόμαστε στον δομικό πληθωρισμό, ο οποίος αφαιρεί τις ευμετάβλητες συνιστώσες όπως η ενέργεια και τα τρόφιμα για να δείξει τις υποκείμενες πιέσεις στις τιμές. Αν και ο παγκόσμιος πληθωρισμός έχει μειωθεί σημαντικά, οι τιμές των υπηρεσιών παραμένουν πεισματικά υψηλές σε πολλές χώρες. Στη Βρετανία η αύξηση των μισθών συνεχίζει να ανεβάζει το κόστος των υπηρεσιών, πράγμα που σημαίνει ότι ο δομικός πληθωρισμός είναι δυσάρεστα αυξημένος. Η Γερμανία αντιμετωπίζει παρόμοιες πιέσεις. Στην Αυστραλία η αύξηση του κόστους στέγασης είναι μία από τις αιτίες. Αντίθετα, η Γαλλία και η Ελβετία έχουν καταφέρει να διατηρήσουν τις πιέσεις στις τιμές υπό έλεγχο, με τα ποσοστά του δομικού πληθωρισμού να είναι χαλαρά κάτω από το 2%.

Ένας κλασικός δείκτης οικονομικής δυστυχίας είναι η αύξηση της ανεργίας, κάτι το οποίο πολλοί προέβλεψαν όταν οι κεντρικοί τραπεζίτες άρχισαν να αυξάνουν τα επιτόκια (και η τεχνητή νοημοσύνη έδειξε ότι εξελίσσσεται απειλώντας θέσεις εργασίας). Ωστόσο, παρά την κάποια χαλάρωση, οι αγορές εργασίας παραμένουν εκπληκτικά εύρωστες, με τα ποσοστά ανεργίας βρίσκονται κοντά σε ιατορικά χαμηλά επίπεδα.

Η Νότια Ευρώπη, η οποία εξακολουθεί να υποφέρει από υψηλή ανεργία, έχει σημειώσει αξιοσημείωτη βελτίωση: η ανεργία στην Ελλάδα, την Ιταλία και την Ισπανία έχει μειωθεί στο χαμηλότερο επίπεδο εδώ και περισσότερο από μια δεκαετία. Η Ιταλία έχει σημειώσει τη μεγαλύτερη πρόοδο, με την ανεργία να έχει μειωθεί κατά 1,4 ποσοστιαίες μονάδες από την αρχή του έτους. Στην Αμερική και τον Καναδά, όπου η ανεργία αυξήθηκε ελαφρώς, η τάση αυτή οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο γεγονός ότι υπάρχουν άνθρωποι που επιστρέφουν στο εργατικό δυναμικό και στα υψηλά επίπεδα μετανάστευσης.

Ο τελικός μας δείκτης εξετάζει το δημόσιο έλλειμμα, εξαιρουμένων των πληρωμών τόκων, ως ποσοστό του ΑΕΠ. Μετά από χρόνια μεγάλων δαπανών, απαιτείται εξυγίανση σε πολλές χώρες για να διασφαλιστεί ότι τα βάρη του χρέους παραμένουν διαχειρίσιμα. Η Δανία και η Πορτογαλία ξεχωρίζουν για την επίτευξη σπάνιων δημοσιονομικών πλεονασμάτων μέσω της δημοσιονομικής πειθαρχίας. Η Νορβηγία και η Ιρλανδία διαθέτουν επίσης πλεονάσματα, αν και για άλλους λόγους: Η Νορβηγία χάρη στα έσοδα από το πετρέλαιο και η Ιρλανδία χάρη στην έκτακτη φορολογία των επιχειρήσεων, η οποία ενισχύθηκε από την καταβολή πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων από τον τεχνολογικό γίγαντα Apple.

Οι περισσότερες κυβερνήσεις, ωστόσο, συνεχίζουν να ξοδεύουν χωρίς σχέδιο. Το πρωτογενές έλλειμμα της Πολωνίας ξεπέρασε το 3% του ΑΕΠ, λόγω της αύξησης των αμυντικών δαπανών ως απάντηση στον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία. Στην Ιαπωνία, τα ισχυρά δημοσιονομικά κίνητρα, που αποσκοπούν στη στήριξη της οικονομίας και στην άμβλυνση των πιέσεων του κόστους ζωής, κινδυνεύουν να επιδεινώσουν τα προβλήματα χρέους, καθώς η εποχή των εξαιρετικά χαμηλών επιτοκίων φτάνει στο τέλος της. Η πορεία του χρέους της Βρετανίας επιδεινώνεται καθώς ο τελευταίος προϋπολογισμός της απέτυχε να αποκαταστήσει τα δημόσια οικονομικά. Η Γαλλία είναι βυθισμένη σε πολιτική αναταραχή και αδυνατεί να συγκρατήσει τις δαπάνες.

Καθώς το 2025 πλησιάζει, η παγκόσμια οικονομία αντιμετωπίζει νέες προκλήσεις. Σχεδόν ο μισός παγκόσμιος πληθυσμός ζει σε χώρες που διεξήγαγαν εκλογές φέτος, πολλές από τις οποίες έφεραν στην εξουσία ηγέτες που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως "απρόβλεπτοι". Το εμπόριο απειλείται, το δημόσιο χρέος διογκώνεται και τα χρηματιστήρια έχουν ελάχιστα περιθώρια για λάθη. Προς το παρόν, τουλάχιστον, η Ισπανία, η Ελλάδα και η Ιταλία -που για πολύ καιρό υποτιμούνταν από τους βόρειους γείτονές τους- μπορούν να απολαμβάνουν την οικονομική τους ανάκαμψη. Τους αξίζει να το γιορτάσουν".