Την ανάγκη για τη δημιουργία ενός ισχυρού εθνικού παραγωγικού μοντέλου, το οποίο να μην είναι μονοθεματικό, τονίζουν τόσο οι ισχυροί επιχειρηματίες της χώρας μας, όπως ο Σπύρος Θεοδωρόπουλος, όσο και θεσμικός κλάδος μέσω του καθηγητή του ΟΠΑ και του Γενικού Διευθυντή του ΙΟΒΕ, Νίκου Βέττα.
Το βασικό τους επιχείρημα είναι ότι η χώρα μας πρέπει να σταματήσει να στηρίζεται αποκλειστικά στον τουρισμό και να εντοπίσει και τους υπόλοιπους τομείς της επιχειρηματικότητας, οι οποίοι θα διατηρήσουν σταθερή την αναπτυξιακή της τροχιά της ελληνικής οικονομίας. Ένας από αυτούς θα μπορούσε να είναι η μεταποίηση, καθώς είναι ο τρίτος μεγαλύτερος εγχώριος εργοδότης, αλλά και οι βιομηχανικές εξαγωγές, οι οποίες είναι μεγαλύτερες σε αξία από τον τουρισμό.
Μάλιστα, δεν είναι λίγες οι φορές που έχει γίνει λόγος από αρκετές πλευρές της επιχειρηματικότητας για τα εμπόδια που αντιμετωπίζει η βιομηχανία στη χώρα μας και την έλλειψη ενός παραγωγικού οράματος και μιας στρατηγικής.
Επιπλέον, δεν πρέπει να μας ξεγελάει το γεγονός ότι η βιομηχανία της χώρας μας δείχνει ανθεκτικότητα, καθώς κατά περιόδους επιτυγχάνει σημαντικές επιδόσεις στις εξαγωγές και πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι ο κλάδος βρίσκεται στο μέσον σημαντικών αλλαγών στο διεθνές ανταγωνιστικό στερέωμα, καθώς παρατηρούνται ιστορικές αλλαγές μεταπτώσεις, συγκρούσεις, ανατροπές και τεχνολογικές αλλαγές.
Όσον αφορά το διεθνές στερέωμα τα προϊόντα που καταγράφουν τη μεγαλύτερη αύξηση όσον αφορά τη ζήτηση είναι τα τρόφιμα, ενώ ύστερα από την πανδημία και σε συνδυασμό με τις γεωπολιτικές εξελίξεις ανοδική τροχιά έχει και η μεταποίηση με την ευρωπαϊκή παραγωγή να αυξάνεται.
Ένα ακόμα ζήτημα είναι η έλλειψη εργατικού δυναμικού, και ειδικότητα η εύρεση εξειδικευμένου προσωπικού, αλλά και το διαρκές αίτημα για αυξήσεις σε μισθούς. Η κατάσταση αυτή δείχνει ακόμα περισσότερο την ανάγκη για απεξάρτηση από μία μονοθεματική ανάπτυξη, όπως αυτή που έχει επιτευχθεί τα τελευταία χρόνια μέσω του τουρισμού, καθώς απασχολεί πλήθος ατόμων χωρίς όμως να παράγει χαμηλή αξία και ως αποτέλεσμα οι απολαβές δεν είναι αυτές που ζητούν οι εργαζόμενοι, ενώ από την άλλη πλευρά οι επιχειρήσεις του κλάδου δεν μπορούν παρέχουν υψηλότερους μισθούς, όταν οι ίδιες λόγω της φύσης τους δεν μπορούν να παράγουν υψηλής αξίας προϊόντα.