«Καμπανάκι» από την ΕΚΤ στο σχέδιο νόμου που αφορά την προστασία της πρώτης κατοικίας από κατασχέσεις για τους οφειλέτες με χαμηλό εισόδημα.
Το ελληνικό υπουργείο Οικονομικών είχε ζητήσει τις απόψεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας σχετικά με το σχέδιο νόμου για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά, προκειμένου να εξεταστεί αν το εν λόγω προσχέδιο νόμου κρίνεται συμβατό από τη Φρανκφούρτη.
Η απάντηση που έλαβε ήταν αρνητική, καθώς η ΕΚΤ κρίνει πως η προστασία της πρώτης κατοικίας ξεπερνά τα όρια των ατόμων με χαμηλά εισοδήματα και ενδέχεται να ενθαρρύνει κάποιους να προχωρήσουν αν και μπορούν να πληρώσουν σε μη εξυπηρέτηση των δανείων τους.
Το σχέδιο νόμου προσφέρει προστασία στην πρώτη κατοικία αξίας 300.000 ευρώ με το εισόδημα των οφειλετών να μην ξεπερνά τις 50.000 ευρώ.
Θέτει επίσης ανώτατο όριο 500.000 ευρώ για τον συνολικό πλούτο των δανειοληπτών, των οποίων οι τραπεζικές καταθέσεις και άλλα ρευστά στοιχεία δεν υπερβαίνουν τις 30.000 ευρώ.
Οι προϋποθέσεις είναι πιο γενναιόδωρες από ότι στον προηγούμενο νόμο για την προστασία της πρώτης κατοικίας. Εκείνο αφορούσε σε σπίτια αξίας 200.000 ευρώ ή και λιγότερο και απαιτούσε οι οφειλέτες να είχαν ετήσιο εισόδημα 35.000 ευρώ και συνολικό 2870.000 ευρώ ή και λιγότερο.
«Το ευρύτατο πεδίο των αποδεκτών-οφειλετών, που πηγαίνει πέρα από την προστασία των ευάλωτων και χαμηλού εισοδήματος οφειλετών, μπορεί να δημιουργήσει ηθικό κίνδυνο και να οδηγήσει σε υπονόμευση πληρωμών και τη μελλοντική αύξηση των οφειλών», εκτιμά η ΕΚΤ.
Κάνοντας μια σύγκριση με τον προηγούμενο νόμο η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θεωρεί ότι το τωρινό σχέδιο νόμου καθορίζει σημαντικά ευρύτερα κριτήρια όσον αφορά την αξία της προστατευόμενης ιδιοκτησίας, το ετήσια εισόδημα των νοικοκυριών, την αξία των ακίνητων και κινητών περιουσιακών στοιχείων και το ποσό τον καταθέσεων.
«Είναι πιθανό οι απαγορεύσεις στο σχέδιο νόμου να ωθήσουν τους οφειλέτες που δεν έχουν πραγματικά ανάγκη προστασίας να μην τηρούν την εκπλήρωση των υποχρεώσεών του ή να τους μειώσει σημαντικά, ακόμη κι αν έχουν τα μέσα για να ανταποκριθούν στο ακέραιο», σημειώνει η ΕΚΤ.
Σύμφωνα με το δημοσιέυμα τα «κόκκινα» δάνεια στις Ελληνικές τράπεζες αυξήθηκαν στο 34,2% ως το τρίτο τρίμηνο του 2014, από το 31,9% του Δεκεμβρίου του 2013, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ.
Περίπου το 28,1% των στεγαστικών δανείων που έχουν δοθεί από Ελληνικές τράπεζες- αξίας 69 δισεκατομμυρίων ευρώ- δεν εξυπηρετούνται ή παραμένουν απλήρωτα για περισσότερες από 90 ημέρες, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ, μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2014.
Το 2013 τα μη εξυπηρετούμενα στεγαστικά δάνεια, έφταναν στο 26,1%.