
Εδώ και περίπου ένα χρόνο, η Ευρώπη βιώνει μια άνευ προηγουμένου κρίση στον τομέα της ενέργειας με τις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου να έχουν εκτιναχθεί σε πρωτοφανή επίπεδα με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις οικονομίες, τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις.
Αν και ο πόλεμος στην Ουκρανία ήρθε να επιδεινώσει την κατάσταση, εντούτοις τα αίτια πίσω από την κρίση είναι βαθύτερα: η ενεργειακή κρίση ξεκίνησε όταν απαγορεύτηκε η εξόρυξη πετρελαίου και αερίου από πολλές χώρες του κόσμου με την Ευρώπη πρώτη. Οι βασικές ευρωπαϊκές τράπεζες σταμάτησαν να δανείζουν επενδύσεις που σχετίζονταν με τα ορυκτά καύσιμα, με αποτέλεσμα να αρχίσουν να μειώνονται οι εξορύξεις και από εκεί να ξεκινήσει η επερχόμενη έλλειψη: όταν οι οικονομίες βγήκαν από την πανδημία δεν υπήρχαν οι ενεργειακοί πόροι για να καλύψουν την αυξημένη ζήτηση καθώς δεν είχαν γίνει οι επενδύσεις που χρειάζονταν.
Σε αυτό το περιβάλλον τους τελευταίους μήνες το εκρηκτικό σκηνικό στην αγορά ενέργειας συνθέτουν οι ακραίες διακυμάνσεις, τα αλλεπάλληλα ρεκόρ ακρίβειας και το κλίμα αβεβαιότητας. Αν και σε επίπεδο πραγματικής προσφοράς και ζήτησης δεν καταγράφονται σημαντικές διαφοροποιήσεις, εντούτοις οι τιμές συνεχίζουν την ξέφρενη πορεία προς τα πάνω, ενισχύοντας την αίσθηση ότι η κρίση είναι αποτέλεσμα και κερδοσκοπιών παιχνιδιών.
Την ίδια στιγμή στο φυσικό αέριο και τον ηλεκτρισμό καταγράφονται αλλεπάλληλα ρεκόρ στις τιμές, υπό τους φόβους που προκαλεί ενδεχόμενη διακοπή της ροής του ρωσικού φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, λόγω του Ουκρανικού. Σημειώνεται ότι το 2021 οι ροές του ρωσικού αερίου προς την Ευρώπη έφτασαν τα 155 δις κυβικά μέτρα. Βεβαίως από την πλευρά της η Ε.Ε. έχει ανακοινώσει το σχέδιό της Repower EU με στόχο την αντικατάσταση των 2/3 των ετήσιων εισαγωγών από τη Ρωσία. Η επίτευξη του στόχου περνά μέσα από την αύξηση των εισαγωγών υγροποιημένου φυσικού αερίου LNG, την αύξηση των εισαγωγών από μη ρωσικούς αγωγούς αερίου, από τη στροφή στο βιοαέριο και από την εξοικονόμηση ενέργειας.
Και βέβαια καθώς πλησιάζει ο χειμώνας εντείνονται οι ανησυχίες των καταναλωτών ότι δε θα μπορέσουν να θερμανθούν επαρκώς, των επιχειρήσεων ότι θα πληγούν ακόμη περισσότερο από το αυξανόμενο κόστος της ενέργειας αλλά και από την εξασθένιση της ζήτησης.
Μπαράζ πτωτικών αναθεωρήσεων
Όπως αναφέρει ο Economist, στις 11 Οκτωβρίου το ΔΝΤ μείωσε την πρόβλεψή του για την ανάπτυξη για το 2023 για τη ζώνη του ευρώ στο 0,5%, από 2,5% στην αρχή του έτους. Αναμένει ότι η οικονομία της Βρετανίας θα αναπτυχθεί μόλις κατά 0,3%. Ο ΟΟΣΑ, μια ομάδα κυρίως πλούσιων χωρών, προέβλεψε ακόμη χειρότερα στοιχεία τον περασμένο μήνα.
Ελλείψεις
Σύμφωνα με τον Economist, ο άμεσος αντίκτυπος των πιθανών ελλείψεων φυσικού αερίου και ενέργειας θα μπορούσε να αναγκάσει τις βιομηχανίες έντασης ενέργειας, συμπεριλαμβανομένων των χημικών εργοστασίων και της βαριάς βιομηχανίας, να κλείσουν προσωρινά. Χώρες με ανεπαρκείς δυνατότητες εισαγωγής υγροποιημένου φυσικού αερίου, όπως η Γερμανία, και χώρες που στο παρελθόν βασίζονταν σε μεγάλο βαθμό σε αγωγούς αερίου από τη Ρωσία, όπως η Τσεχική Δημοκρατία και η Σλοβακία, θα πληγούν περισσότερο. Οι χώρες που συνήθως βασίζονται στις εισαγωγές για να καλύψουν τη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας θα μπορούσαν επίσης να διατρέχουν κίνδυνο εάν οι ελλείψεις ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη εξαπλωθούν πέρα από τα σύνορα.
Καλύτερη θέση
Σε αυτήν την εξαιρετικά ρευστή και ευμετάβλητη κατάσταση, η θέση της Ελλάδας εμφανίζεται μάλλον καλύτερη συγκριτικά με το πόσο ευάλωτες είναι στο ρωσικό εκβιασμό οι ισχυρές οικονομίες του ευρωπαϊκού βορά.
Πιο συγκεκριμένα η Ελλάδα εμφανίζεται να έχει διασφαλισμένη επάρκεια αερίου, υπό όρους ακόμη και σε περίπτωση που υπάρξει πλήρης διακοπή της ροής του ρωσικού αερίου, με δεδομένο ότι θα συνεχιστεί απρόσκοπτη η ροή αερίου από τον αγωγό TAP, τον ελληνοτουρκικό αγωγό αλλά και από τον τερματικό σταθμό της Ρεβυθούσας (LNG).
Πιο συγκεκριμένα, με την ετήσια ζήτηση για φυσικό αέριο στη χώρα μας να υπολογίζεται στις 80TWh, το προβλεπόμενο έλλειμμα σε περίπτωση διακοπής της ροής από το Σιδηρόκαστρο (σημείο εισαγωγής του ρωσικού αερίου στην Ελλάδα) θα είναι πάνω από 50% και υπολογίζεται σε 40 έως 50 TWh.
Ωστόσο, πάνω σε αυτό το βασικό σενάριο, εάν ληφθούν συγκεκριμένα μέτρα όπως για παράδειγμα η περικοπή των εξαγωγών ύψους 65 χιλιάδων MWh/ημέρα προς τη Βουλγαρία, τότε το έλλειμμα περιορίζεται. Εκτός από τη μείωση των εξαγωγών, στην ελληνική φαρέτρα υπάρχουν και άλλα μέτρα όπως η αύξηση της χρήσης των λιγνιτικών μονάδων, αλλά και η λειτουργία με πετρέλαιο των 5 μονάδων φυσικού αερίου που έχουν δυνατότητα εναλλαγής καυσίμου.
Σε αυτό το σενάριο το έλλειμμα του συστήματος φυσικού αερίου περιορίζεται στις 4TWh , ποσότητα που μπορεί να καλυφθεί με επιπλέον εισαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου LNG από τον τερματικό σταθμό της Ρεβυθούσας.
Σε κάθε περίπτωση, το σενάριο που εξασφαλίζει στην Ελλάδα ενεργειακή αυτονομία ακόμη και σε περίπτωση πλήρους διακοπής της ροής του ρωσικού αερίου προβλέπει τις εξής κινήσεις: σταμάτημα των εξαγωγών αερίου και ηλεκτρισμού, πλήρη αξιοποίηση όλων των διαθέσιμων λιγνιτικών μονάδων, λειτουργία με καύσιμο πετρέλαιο των μονάδων αερίου που έχουν τη δυνατότητα διπλού καυσίμου και αξιοποίηση του σταθμού της Ρεβυθούσας για εισαγωγές LNG.
Υψηλό κόστος
Βεβαίως σε περίπτωση που επιβεβαιωθούν τα ακραία σενάρια για διακοπή της ροής του ρωσικού αερίου, το μεγαλύτερο πρόβλημα για την Ελλάδα θα είναι η αναμενόμενη νέα έκρηξη των τιμών του καυσίμου. Εδώ να σημειωθεί ότι από τιμή στα 84,5 ευρώ/MWh στα μέσα Ιουνίου, το φυσικό αέριο έφτασε να ξεπεράσει ακόμη και τα 349 ευρώ /Mwh στα τέλη Αυγούστου στο αποκορύφωμα των ανησυχιών για την ομαλή τροφοδοσία της Ευρώπης από το ρωσικό αέριο εξαιτίας των προβλημάτων στον αγωγό Nord Stream 1. Το που μπορεί να φτάσει η τιμή υπό το σοκ ενδεχόμενης διακοπής της ροής του ρωσικού αερίου προς την Ευρώπη, ουδείς μπορεί να προβλέψει. Το βέβαιο είναι ότι το κόστος θα είναι πολύ βαρύ για τις τσέπες των καταναλωτών αλλά και για τις οικονομίες των χωρών της Ε.Ε. με δεδομένο ότι επηρεάζονται συνολικά οι οικονομίες (επιχειρήσεις, βιομηχανίες, νοικοκυριά).
Ευρωπαϊκός συναγερμός
Όπως είναι λογικό τα σενάρια τρόμου για τις τιμές και την επάρκεια του φυσικού αερίου θέτουν σε συναγερμό συνολικά την Ευρώπη. Μάλιστα οι χώρες του ευρωπαϊκού νότου μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα σε πρωταγωνιστικό ρόλο, προτείνουν συγκεκριμένες λύσεις για τη θέσπιση πλαφόν στην τιμή εισαγωγής στην Ε.Ε. του φυσικού αέριου. Η πρόταση που έχει κατατεθεί από Ελλάδα, Ιταλία και Πολωνία προβλέπει όχι τον ορισμό μιας συγκεκριμένης τιμής πλαφόν, αλλά την επιβολή ενός δυναμικού κυμαινόμενου πλαφόν το οποίο θα διαμορφώνεται σε συνάρτηση με τις συνθήκες που επικρατούν στη διεθνή αγορά. Τι σημαίνει αυτό πρακτικά; Θα προταθεί ένα μεταβαλλόμενο όριο που θα κυμαίνεται ανάλογα με τη διακύμανση των υπόλοιπων αγορών όπως το Henry Hub στις ΗΠΑ, ο δείκτης JKM της Ασίας και της Αυστραλίας. Μέσα από έναν σταθμισμένο μέσο όρο θα προκύπτει μια τιμή ανάλογα με το πως θα κινούνται οι αγορές και άρα εντός της πραγματικότητας του διεθνούς περιβάλλοντος.
Πάντως μέχρι στιγμής δεν έχει καταστεί εφικτή η συμφωνία των κρατών μελών για την επιβολή του πλαφόν, με τα κράτη μέλη να επικεντρώνονται στην εξοικονόμηση ενέργειας και στο στόχο για υποχρεωτική μείωση της κατανάλωσης κατά τουλάχιστον 15%.
Τέλος ένα ακόμη μέτρο που επίσης βρίσκεται στο τραπέζι αφορά στην δημιουργία ενός νέου δείκτη αναφοράς για τις τιμές του φυσικού αερίου στην Ευρώπη καθώς ο δείκτης TTF θεωρείται ξεπερασμένος και μη αντιπροσωπευτικός. Η λειτουργία του νέου δείκτη αναφοράς δεν αναμένεται νωρίτερα από το 2023 και μέχρις ότου καταστεί εφικτή η αλλαγή, η Ε.Ε. θα επικεντρωθεί στις διμερείς διαπραγματεύσεις με αξιόπιστους προμηθευτές όπως ΗΠΑ, Κατάρ,Αλγερία,Αζερμπαιτζάν με στόχο να επιτευχθούν λογικές τιμές προμήθειας αερίου για την Ευρώπη.
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr