X

Καλώδιο Ελλάδας- Κύπρου: Τα οικονομικά συμφέροντα που δεν θέλουν το έργο

Το κόστος του ηλεκτρικού ρεύματος στην Κύπρο σε επίπεδο χονδρικής είναι το υψηλότερο στην Ευρώπη και διπλάσιο από την Ελλάδα.

Γράφει: TheToc team

Η Κύπρος αναδεικνύεται ως η ακριβότερη αγορά ηλεκτρικής ενέργειας της Ευρώπης –σημαντικά πιο ακριβή από την ελληνική– την ώρα που η συζήτηση για την ηλεκτρική διασύνδεση με την Ελλάδα φουντώνει, αποκαλύπτοντας όχι μόνο τις τεχνικές και γεωπολιτικές προκλήσεις, αλλά και τα οικονομικά συμφέροντα που έχουν κάθε λόγο να παραμείνει το υφιστάμενο status quo και να μη δουν το έργο να ολοκληρώνεται και να μειώνει το ενεργειακό κόστος του νησιού.

Σύμφωνα με αποκαλυπτικά στοιχεία που φέρνει στο φως το Capital.gr, το κόστος του ηλεκτρικού ρεύματος στην Κύπρο σε επίπεδο χονδρικής είναι το υψηλότερο στην Ευρώπη και διπλάσιο από την Ελλάδα, οδηγώντας σε ακριβότερο ρεύμα στη λιανική για τους Κύπριους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις. Το ακριβό ρεύμα έχει συγκεκριμένους ωφελημένους: τους εισαγωγείς πετρελαίου που τροφοδοτούν τις κυπριακές μονάδες ηλεκτροπαραγωγής και τους παραγωγούς ΑΠΕ που απολαμβάνουν υπερκέρδη χάρη στις εξωφρενικά υψηλές τιμές χονδρικής. Ένα καθεστώς που –όσο παραμένει η Κύπρος ενεργειακά απομονωμένη– συνεχίζει να αποδίδει κέρδη σε βάρος των καταναλωτών.

Τα στοιχεία

Η χονδρική τιμή του ρεύματος στην Κύπρο είναι διπλάσια από την τιμή στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με στοιχεία των αρμόδιων αρχών, το 2023 η τιμή στην Ελλάδα ήταν 119,11 ευρώ/MWh και στην Κύπρο 231,94 ευρώ/MWh. Το 2024 η τιμή στην Ελλάδα ήταν 100,88 ευρώ/MWh και στην Κύπρο 212,58 ευρώ/MWh, ενώ το 2025 η τιμή στην Ελλάδα είναι 101,57 ευρώ/MWh και στην Κύπρο 202,38 ευρώ/MWh. Αξίζει να σημειωθεί ότι η δεύτερη ακριβότερη αγορά στην Ευρώπη το 2025, η Αλβανία, εμφανίζει τιμή στα 117,68 ευρώ/MWh, ενώ και η νησιωτική Μάλτα εμφανίζει τιμή 117,44 ευρώ/MWh.

Διαφορές, όμως, υπάρχουν και στη λιανική. Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat για το 2023 και το 2024, η τιμή ηλεκτρικής ενέργειας για τα κυπριακά νοικοκυριά κινήθηκε από τα 0,32 ευρώ/KWh έως τα 0,38 ευρώ /KWh, έναντι 0,24 έως 0,25 ευρώ/KWh στην Ελλάδα – χώρα που ούτως ή άλλως δεν ανήκει στις φθηνές αγορές της Ε.Ε.

Αυτό σημαίνει ότι οι Κύπριοι καταναλωτές και οι κυπριακές επιχειρήσεις πληρώνουν 60% ακριβότερα το ρεύμα σε σχέση με την Ελλάδα όχι λόγω φορολογίας ή κακής διαχείρισης, αλλά εξαιτίας απομονωμένου συστήματος ηλεκτρισμού και του μοντέλου παραγωγής, που εξακολουθεί να στηρίζεται κατά 75,5% στο πετρέλαιο, το ακριβότερο και πλέον ρυπογόνο καύσιμο. Οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) συμμετείχαν μόλις κατά 24,5% στο ετήσιο μείγμα, με τα φωτοβολταϊκά και αιολικά να λειτουργούν σε ένα περιβάλλον μικρής ανταγωνιστικότητας και εγγυημένων αποδόσεων.

Τα συμφέροντα

Η Κύπρος είναι το μοναδικό κράτος-μέλος της Ε.Ε. που δεν διαθέτει ηλεκτρική διασύνδεση, με αποτέλεσμα να παράγει όλη την ενέργειά της στο εσωτερικό της χώρας. Αυτό το καθεστώς απομόνωσης έχει διαμορφώσει ένα κλειστό σύστημα συμφερόντων που αντιστέκονται στην όποια αλλαγή.

Κατ’ αρχάς οι εισαγωγείς πετρελαίου που τροφοδοτούν τις ηλεκτροπαραγωγικές μονάδες της ΑΗΚ (Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου) αποτελούν τον πρώτο κερδισμένο κρίκο αυτής της αλυσίδας. Οι προμήθειες καυσίμων –μαζούτ και ντίζελ– συνδέονται με τις διεθνείς τιμές πετρελαίου και ενσωματώνουν υψηλά κόστη μεταφοράς, αποθήκευσης και ρύπων.

Για κάθε αύξηση 10 δολαρίων στο βαρέλι πετρελαίου, το κόστος παραγωγής ηλεκτρισμού στην Κύπρο ανεβαίνει κατά περισσότερα από 25 εκατ. ευρώ ετησίως. Όσο το νησί παραμένει μη διασυνδεδεμένο, τόσο οι εισαγωγείς καυσίμων θα εξακολουθούν να αποτελούν μονοπώλιο, χωρίς εναλλακτική πηγή προμήθειας.

Εκτός από τους εισαγωγείς πετρελαίου, οι παραγωγοί Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας –αν και θεωρητικά θα έπρεπε να αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της πράσινης μετάβασης– απολαμβάνουν στην Κύπρο υπερβολικά υψηλές αποδόσεις και δεν θέλουν αλλαγή στο σημερινό status.

Οι τιμές αποζημίωσης των φωτοβολταϊκών και αιολικών μονάδων βασίζονται στις τρέχουσες τιμές χονδρικής, που βρίσκονται στα 200-250 ευρώ/MWh, έναντι περίπου 90 ευρώ/MWh στην Ελλάδα. Το αποτέλεσμα είναι ένα σύστημα επιδοτούμενων υπερκερδών, όπου οι παραγωγοί ΑΠΕ απολαμβάνουν έσοδα που θα κατέρρεαν αν το νησί ήταν συνδεδεμένο με φθηνότερη ενέργεια από την Ελλάδα.

Διαβάστε Επίσης

GSI: Το έργο που μπορεί να αλλάξει το παιχνίδι

Η ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας - Κύπρου (Great Sea Interconnector) είναι το έργο που μπορεί να ανατρέψει αυτό το καθεστώς. Με βάση τους υπολογισμούς της μελέτης κόστους-οφέλους για το έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας - Κύπρου:

- Η εξοικονόμηση που θα προκύψει στο κόστος του ρεύματος θα κυμανθεί μεταξύ 25% και 30%.

- Το συνολικό καθαρό κοινωνικό όφελος θα ανέλθει σε περίπου 6 δισ. ευρώ.

Σε ό,τι αφορά τις οικονομικές υποχρεώσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας, όπως αυτές προκύπτουν από το Διακυβερνητικό Συμφωνητικό του Σεπτεμβρίου 2024 και την ακόλουθη απόφαση των δύο Ρυθμιστικών Αρχών, ανέρχονται στο ποσό των 25 εκατ. ευρώ κατ’ έτος από το 2025 μέχρι το 2029. Το ποσό αυτό αναλογεί σε μια ετήσια επιβάρυνση μεσοσταθμικά για τους Κύπριους καταναλωτές της τάξης περίπου των 6-7 λεπτών την ημέρα, η οποία, όπως έχει αποφασιστεί, θα καλυφθεί από το Ταμείο Ρύπων, χωρίς καμία επιβάρυνση για τους πολίτες.

Σε κάθε περίπτωση, η διασύνδεση θα επιτρέψει στην Κύπρο:

- Να εισάγει φθηνή ενέργεια από την Ελλάδα και την ευρωπαϊκή αγορά.

- Να ενσωματώσει περισσότερες ΑΠΕ χωρίς προβλήματα ευστάθειας.

- Να μειώσει δραστικά τις εκπομπές CO2.

- Να εξασφαλίσει ενεργειακή ασφάλεια για πρώτη φορά στην ιστορία της.

Οι "χαμένοι"

Η ολοκλήρωση του έργου θα σημάνει ριζική ανατροπή για όσους κερδίζουν σήμερα από το αδιέξοδο. Οι εισαγωγείς πετρελαίου θα δουν τον κύκλο εργασιών τους να συρρικνώνεται δραματικά, ενώ οι παραγωγοί ΑΠΕ θα υποχρεωθούν να λειτουργήσουν σε ανταγωνιστικές τιμές χωρίς τη "χρυσή ομπρέλα" των τοπικών υπερτιμολογήσεων.