Στο νέο γεωοικονομικό τοπίο που αναδύεται, οι λιμενικές υποδομές καθίστανται σημεία αιχμής για τον έλεγχο διαδρόμων εμπορίου, επιρροής και ασφαλείας. Καθώς Ηνωμένες Πολιτείες και Ευρωπαϊκή Ένωση επιχειρούν να ανακτήσουν τον έλεγχο των πυλών εισόδου και εξόδου της ευρασιατικής ηπείρου, με αιχμή του δόρατος τα λιμάνια, η Κίνα ξεδιπλώνει μια μακροχρόνια στρατηγική επανατοποθέτησης στην Ευρώπη.
Το πλαίσιο αυτό μετατρέπει λιμάνια όπως του Πειραιά, της Θεσσαλονίκης, της Αλεξανδρούπολης και πιθανώς του Βόλου, σε κρίσιμα γεωστρατηγικά σημεία του παγκόσμιου παιγνίου ισχύος.
Η μάχη για τα ελληνικά λιμάνια δεν είναι απλώς οικονομική, είναι η αντανάκλαση της παγκόσμιας ανακατανομής ισχύος. Ενώ οι υποδομές μετατρέπονται σε πεδία μάχης επιρροής, η Ελλάδα καλείται να διαχειριστεί μια περίπλοκη εξίσωση: Να διασφαλίσει εθνικά συμφέροντα, χωρίς να εγκλωβιστεί σε συγκρουσιακά αδιέξοδα μεταξύ υπερδυνάμεων.
Η δύσκολη θέση της Ελλάδας και οι πιέσεις στις διοικήσεις των λιμένων
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα η Ελλάδα να κινδυνεύει να βρθεί στην παλαίστρα με τη Κίνα, τη Ρωσία και της ΗΠΑ και όπως αναφέρει η σοφή λαϊκή ρήση "όταν παλεύουν τα βουβάλια, την πληρώνουν τα βατράχια”, καθώς κάθε πλευρά θέλει τα ελληνικά λιμάνια για τους δικούς της λόγους. .
Από την πλευρά των Κινέζων και των Ρώσων το διακύβευμα είναι η παρουσία τους στη Γηραιά Ήπειρο και διατήρηση των διαδρόμων, ενώ όσον αφορά τις ΗΠΑ αυτές επιδιώκουν τον περιορισμό των άλλων δύο κρατών, ει δυνατόν και αποχώρησης μέσω της δημιουργίας των κατάλληλων συνθηκών, και να αποκτήσουν όσο το δυνατόν περισσότερο έλεγχο των πυλών ελέγχου.
Γεγονός και το οποίο θα έχει ως αποτέλεσμα να ασκηθούν από όλες τις πλευρές πιέσεις προς τη χώρα μας, καθώς τα πιόνια στη γεωπολιτική σκακιέρα έχουν αρχίσει ήδη να κινούνται. Επομένως, αναμένεται να ασκηθούν και ισχυρές πολιτικές πιέσεις τόσο από τα ισχυρά κράτη στην Ελλάδα, αλλά και από τη χώρα μας στις διοικήσεις των λιμένων, οι οποίοι έχουν παραχωρηθεί από τα χρόνια της κρίσης.
Όσον αφορά τις πιέσεις από ελληνικής πλευράς στο λιμάνι Πειραιά αυτές γίνονται με λεπτεπίλεπτες κινήσεις. Αυτές είναι η απόρριψη του αιτήματος του Πεκίνου για επισκέψεις και ελλιμενισμό των κινεζικών πλοίων στα ελληνικά λιμάνια, το ενδιαφέρον για την υιοθέτηση ψηφιακής πλατφόρμας ελέγχου της ροής εμπορευμάτων, γεγονός και το οποίο ενισχύει τον έλεγχο των δραστηριοτήτων του λιμανιού και περιορίζει την αυτονομία της Κόσκο. Επίσης, δίνεται ιδιαίτερο βάρος στη τήρηση των δεσμεύσεων της κινεζικής εταιρείας για τον υγιή ανταγωνισμό, καθώς και τις ναυπηγοεπισκευαστικές της δραστηριότητες.
Στη συμπρωτεύουσα η κυβέρνηση διατηρεί ως μοχλό πίεσης για τα τεκταινόμενα στον ΟΛΘ, το Υπερταμείο, το οποίο συμμετέχει κατά 7,2% στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας διαχείρισης του λιμένα. Με το ποσοστό αυτό η κυβέρνηση λειτουργεί ως ρυθμιστικός παράγοντας καθώς μπορεί να επηρρεάσει την πορεία γενικών συνελεύσεων, όπως επιχείρησε να κάνει με την αναβολή της τελευταίας Γενικής Συνέλευσης (σ.σ. της 14ης Μαΐου), αλλά τελευταία στιγμή αναίρεσε την απόφαση αυτή. Επιπλέον, πιέσεις ασκούνται και μέσω των απαραίτητων επενδύσεων αξίας 180 εκατ. ευρώ που πρέπει να πραγματοποιήσει ο ΟΛΘ μαζί με την εκπόνηση του masterplan, τα οποία, ωστόσο κολλάνε στα γραφειοκρατικά εμπόδια.
Δύο ακόμα λιμάνια που αναμένεται να γίνουν πεδίο μάχης μεταξύ των ΗΠΑ και των άλλων κρατών είναι αυτό της Αλεξανδρούπολης και του Βόλου, τα οποία είχαν οδεύσει προς την ιδιωτικοποίηση μέσω του πρώην Ταμείου Ιδιωτικοποίησης Περιουσίας Δημοσίου (σ.σ. νυν Υπερταμείο), με εκδηλωμένο ενδιαφέρον και προτιμητέους επενδυτές αντίστοιχα. Μάλιστα, οι δύο διαγωνισμοί ακυρώθηκαν και πλέον το ελληνικό κράτος εξετάζει πολύ προσκεκτικά το τι θα κάνει με αυτές τις υποδομές.
Το κλίμα που δημιουργείται είναι εκρηκτικό με τους υφιστάμενους αναδόχους, και ειδικά τη κινεζική Cosco, να θέλουν να διατηρήσουν για λόγους εθνικών συμφερόντων και πρόσβασης στη Γηραια Ήπειρο, ανεξάρτητα από το πόσο θα τους κοστίσει η τακτική αυτή.
Από την άλλη πλευρά οι ΗΠΑ παίζουν το χαρτί του ισχυρού εταίρου, του συμμάχου του ΝΑΤΟ, αλλά και του διασφαλιστή των ισορροπιών στα ελληνικά χωρικά ύδατα. Όμως δεν έχουν καμία διάθεση να βάλουν το χέρι βαθειά στη τσέπη. Εξ’ ´άλλου αυτό φάνηκε και κατά την περίοδο της κρίσης, όπως αναφέρει και σε άρθρο του ο Αλέξης Παπαχελάς, καθώς οι εταιρείες των ΗΠΑ δρούσαν πάντοτε με γνώμονα το συμφέρον των μετόχων τους, ενώ δεν υπάρχει κρατικό fund που να επενδύει στρατηγικά σε περιοχές που είναι κρίσιμες γεωπολιτικά για τη χώρα τους.
Το ενδιαφέρον των ΗΠΑ
Πλέον οι ΗΠΑ δεν βλέπουν τα λιμάνια της Βόρειας Ελλάδας μόνο ως δίοδο στην Ουκρανία για τη μεταφορά στρατιωτικού υλικού, αλλά ως κόμβους του εμπορικού διαδρόμου Ινδίας, Μέσης Ανατολής και Ευρώπης (IMEC).
Αυτό φαίνεται και από τη σύνθεση της ομάδας της νέας πρέσβεως των ΗΠΑ στην Ελλάδα Κίμπερλι Γκιλφόιλ, καθώς θα συνοδεύεται από τον επιτετραμένο Τζος Χακ. Το εν λόγω άτομο έχει βαθιά γνώση της Ανατολικής Μεσογείου, αλλά έχει συγκεντρώσει και πείρα στην κινεζική πολιτική, καθώς έχει διατελέσει σε θέσεις στη Σαγκάη, το Χονγκ Κονγκ και την Ταϊβάν. Στα υπόλοιπα πόστα του συγκαταλέγονται οι διευθυντικές θέσεις στα γραφεία του Στέιτ Ντιπαρτμεντ που αφορούν τη Νοτιοανατολική Ευρώπη, τη Κίνα και την Κορέα.
Από την άλλη πλευρά η επικείμενη άφιξη της Γκιλφόιλ στη χώρα μας εντός του καλοκαιριού, δείχνει μία άμεση επαφή των ΗΠΑ με τα λιμάνια της χώρας μας, καθώς πρόκειται για άτομο που ανήκει στον έμπιστο κύκλο του Προέδρου Τραμπ ενώ είναι και οργανικό τμήμα του ιδεολογικού πηρύνα της ομάδας του.