Αν κάποιος εξειδικευμένος οίκος ή σύμβουλος προσπαθήσει να εκτιμήσει την αξία της Τράπεζας της Ελλάδος χρησιμοποιώντας μόνο τα γνωστά οικονομικά μοντέλα, τότε το πιθανότερο είναι να πέσει έξω κατά μερικές εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ.
Ο λόγος είναι ότι στην Τράπεζα της Ελλάδος ενσωματώνονται αξίες που δεν μπορούν να αποτιμηθούν που σχετίζονται με την ιστορία και τον πολιτισμό της χώρας μας, αλλά και με την οικονομική και νομισματική ιστορία από την αρχαιότητα μέχρι τις ψηφιακές συναλλαγές. Όπως δεν μπορεί να αποτιμηθεί ένα αρχαιολογικό εύρημα, έτσι δεν μπορεί εύκολα να αποτιμηθεί ένα αρχαίο κέρμα, ή οι προσωπικές σημειώσεις του πρώτου διοικητή, ή η πρωτότυπη φοιτητική ταυτότητα του Ξενοφώντα Ζολώτα.
Και αυτός ο θησαυρός της Τράπεζας της Ελλάδος περιλαμβάνει 160.000 νομίσματα, 3.000 έργα τέχνης (πίνακες και γλυπτά), τα προσωπικά αρχεία των διοικητών της και άλλων μεγάλων προσωπικοτήτων, που, αν τα ξεδιπλώσει κάποιος, θα χρειαστεί ενάμισι χιλιόμετρο, πρόσβαση σε άπειρους τίτλους οικονομικής βιβλιογραφίας και περίπου 10 σπανίων εκδόσεων.
Σε όλα αυτά θα πρέπει να προστεθούν οι επενδύσεις που έχουν γίνει για τη συγκέντρωση, ανάδειξη, συντήρηση και εκσυγχρονισμό όλης αυτής της "κληρονομιάς" με τρόπο που να παράγει γνώση η οποία να είναι άμεσα και δωρεάν προσβάσιμη στην κοινωνία.
Μέχρι πολύ πρόσφατα, έργα τέχνης, συλλογές και αρχεία βρίσκονταν σε συρτάρια, βιβλιοθήκες, γραφεία, τοίχους και προθήκες. Το 2013 αποφασίστηκε να συγκεντρωθούν όλα αυτά υπό μια μονάδα πολιτισμού της Τράπεζας της Ελλάδας που να έχει την ευθύνη για τη συντήρηση και την ανάδειξη. Το 2014 η μονάδα αυτή γίνεται διεύθυνση, με τον σημερινό διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννη Στουρνάρα να στηρίζει την πολιτιστική προσπάθεια της Τράπεζας της της Ελλάδος.
Συγκέντρωση του "θησαυρού"
Όλα ξεκίνησαν από τη σύσταση του ελληνικού κράτους. Μέχρι το 1938 η κεντρική τράπεζα της χώρας στεγαζόταν στο κτίριο της Κτηματικής Τράπεζας, στην Πανεπιστημίου 28. Στις 4 Απριλίου 1938 εγκαινιάζεται το κεντρικό της κτίριο στην Πανεπιστημίου 21, αλλά ως κεντρική τράπεζα, δηλαδή ως Τράπεζα της Ελλάδος, λειτούργησε τον Μάιο του 1928 με τη μεταβίβαση όλου του ενεργητικού και παθητικού της Εθνικής Τράπεζας. Στην Τράπεζα της Ελλάδος μεταφέρθηκαν ο χρυσός, τα ομόλογα του Δημοσίου, χαρτονομίσματα, καταθέσεις του Δημοσίου, αλλά και αρμοδιότητες όπως να τυπώνει και να προμηθεύει την οικονομία με χρήματα και να αναλαμβάνει πληρωμές και εισπράξεις του Δημοσίου.
Κάπως έτσι ξεκίνησε να συσσωρεύεται ένα τεράστιο αρχείο από αποφάσεις, νομίσματα, έργα τέχνης (κυρίως πίνακες) που διακοσμούσαν το κτίριο. Μέχρι πολύ πρόσφατα όλα αυτά βρίσκονταν σε συρτάρια, βιβλιοθήκες, γραφεία, τοίχους και προθήκες. Το 2013 αποφασίστηκε να συγκεντρωθούν όλα αυτά υπό μία μονάδα πολιτισμού της ΤτΕ που να έχει την ευθύνη για τη συντήρηση και την ανάδειξη. Το 2014 η μονάδα αυτή γίνεται διεύθυνση της Τράπεζας της Ελλάδος και ξεκίνησαν οι τέσσερις πυλώνες ανάδειξης και επικοινωνίας αυτού του πλούτου με την κοινωνία.
Το Capital.gr περιηγήθηκε στους ανεκτίμητους ιστορικούς και πολιτιστικούς θησαυρούς της Τράπεζας της Ελλάδος από τον διευθυντή του Κέντρου Πολιτισμού, Έρευνας και Τεκμηρίωσης της ΤτΕ, Παναγιώτη Παναγάκη.
"Στο πλαίσιο του σεβασμού για τον πολιτισμό και την ιστορία του τόπου, η βασική αποστολή του Κέντρου Πολιτισμού Έρευνας και Τεκμηρίωσης της ΤτΕ είναι η ανάδειξη και προβολή του ρόλου της Τράπεζας στην οικονομική, πολιτιστική και κοινωνική ζωή της χώρας. Στις βασικές προτεραιότητες περιλαμβάνεται η μετάδοση γνώσης για την οικονομική και νομισματική ιστορία στην κοινωνία και ιδιαίτερα στους νέους, και αυτό επιτυγχάνεται μέσω των δραστηριοτήτων του Μουσείου, του Ιστορικού Αρχείου και των Εκδόσεων ιστορικού και πολιτιστικού περιεχομένου. Επιπλέον η Βιβλιοθήκη της ΤτΕ αποτελεί μια από τις πλέον σύγχρονες και ενημερωμένες πηγές γνώσης οικονομικού χαρακτήρα", εξήγησε ο κ. Παναγάκης.
Διαβάστε περισσότερα στο Capital.gr
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr