Η Βιώσιμη Ανάπτυξη αποτελεί έναν κρίσιμο παράγοντα για την αειφορία και την επιτυχία επιχειρήσεων και οργανισμών σε παγκόσμιο επίπεδο. Και όταν αναφερόμαστε στη βιώσιμη ανάπτυξη μιας επιχείρησης εννοούμε ότι οι εταιρίες πρέπει να μην θέτουν σε προτεραιότητα μόνο τα οικονομικά τους συμφέροντα, αλλά οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη και τα περιβαλλοντικά και τα κοινωνικά θεμέλια πάνω στα οποία στηρίζεται η παγκόσμια ευημερία.
Οι σοβαρότατες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και η επιτακτική ανάγκη για ανάληψη άμεσης δράσης προκειμένου να αναχαιτιστούν, έχει αυξήσει κατακόρυφα την πίεση που ασκείται στις επιχειρήσεις όλων των κλάδων, να αναλάβουν δράση και να υποβάλουν εκθέσεις σχετικά με τις δεσμεύσεις τους για μία βιώσιμη ανάπτυξη. Έτσι λοιπόν σήμερα, η επιτυχημένη πορεία μιας σύγχρονης επιχείρησης δεν μετριέται μόνο από την οικονομική της ανάπτυξη, αλλά και από την ικανότητα που έχει να εξελίσσεται και να προσαρμόζεται στις συνεχείς αλλαγές και τις απαιτήσεις που επιβάλει, τόσο η εθνική νομοθεσία, όσο και οι παγκόσμιες δεσμεύσεις για τη διαχείριση της κλιματικής αλλαγής.
Όμως η επίτευξη υψηλών επιδόσεων στη Βιώσιμη Ανάπτυξη και τα κριτήρια ESG (Περιβαλλοντικά, Κοινωνικά και κριτήρια Εταιρικής Διακυβέρνησης) δεν είναι κάτι απλό ούτε αυτονόητο. Βασίζεται πρωτίστως στη βαθιά κατανόηση του τι συνιστά βιωσιμότητα και ESG. Δηλαδή σε αυτό το διαρκές πλαίσιο ανάπτυξης που συμβιβάζει τις οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές ανάγκες της σημερινής γενιάς, χωρίς να θέτει σε κίνδυνο την ικανότητα των μελλοντικών γενεών να καλύψουν τις δικές τους ανάγκες. Για να το πετύχει αυτό μια επιχείρηση είναι απαραίτητη η εμπέδωση μιας κοινής γλώσσας και κατανόησης, που θα επιτρέψει την ενσωμάτωση της βιωσιμότητας σε όλες τις πτυχές των εταιρικών και θεσμικών λειτουργιών.
Ωστόσο, τα κενά γνώσεων και η έλλειψη σαφήνειας γύρω από τα βασικά θέματα βιωσιμότητας εξακολουθούν να αποτελούν τις κύριες προκλήσεις για τις περισσότερες επιχειρήσεις. Πρόσφατη έρευνα της Microsoft σε μεγάλες εταιρείες διαπίστωσε ότι μόνο το 43% των επαγγελματιών της βιωσιμότητας στις επιχειρήσεις είχαν πτυχία που σχετίζονται με τη βιωσιμότητα και ότι το 60% των στελεχών και των επαγγελματιών στερούνται των απαραίτητων δεξιοτήτων.
Η άρτια και επικαιροποιημένη γνώση πάνω στη διαρκώς μεταβαλλόμενη νομοθεσία με τις νέες αξιολογήσεις και τα νέα πρότυπα, είναι απολύτως απαραίτητη στους επαγγελματίες που καλούνται να αναλύουν και να ενσωματώσουν τους παράγοντες ESG στον στρατηγικό σχεδιασμό και το αναπτυξιακό σχέδιο μιας επιχείρησης. Γι’ αυτό εταιρίες όπως η Starbucks, η HSBC, η Salesforce και η Microsoft έχουν δημιουργήσει εσωτερικά προγράμματα κατάρτισης για τη διάδοση της γνώσης και των πρακτικών βιωσιμότητας & ESG, για όλους τους εργαζόμενους και όχι μόνο για τους υπαλλήλους που έχουν αυτή την αρμοδιότητα.
Στην Ελλάδα, παρατηρείται έλλειψη εξειδικευμένων επαγγελματιών σε αποδεδειγμένη εμπειρία σε αυτόν τον τομέα. Γι’ αυτό και οι ελληνικές επιχειρήσεις, σε σύγκριση πάντα με άλλες επιχειρήσεις στην Ευρώπη και την Αμερική, υστερούν στην υιοθέτηση βιώσιμων πρακτικών και αδυνατούν να εκμεταλλευτούν πλήρως τα οφέλη που παρέχει η βιώσιμη δραστηριότητα. Και ο αντίκτυπος είναι πολύ σοβαρός. Οι επιχειρήσεις που δεν είναι σε θέση να ενσωματώσουν τις αρχές της βιωσιμότητας στις δραστηριότητές τους αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην εξασφάλιση χρηματοδότησης, στην προσέλκυση επενδυτών και στην απόκτηση νέων πελατών. Παράλληλα, διατρέχουν τον κίνδυνο να μην μπορούν να συμμορφωθούν με τις απαιτήσεις της νομοθεσίας και να εκτίθενται σε κυρώσεις και οικονομικές απώλειες.
Για να ανταποκριθούμε στις προκλήσεις της σύγχρονης εποχής και να ενισχύσουμε την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων, πρέπει να δώσουμε προτεραιότητα στην ανάπτυξη εξειδικευμένων επαγγελματιών με εμπειρία στη Βιώσιμη Ανάπτυξη. Μόνο με αυτόν τον τρόπο μπορούμε να διασφαλίσουμε ότι οι ελληνικές επιχειρήσεις θα είναι ικανές να προσαρμοστούν στις απαιτήσεις της σύγχρονης αγοράς και να συμβάλλουν στην προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης και της αειφορίας στην Ελλάδα.
H Βιώσιμη Ανάπτυξη και τα κριτήρια ESG (Περιβάλλον, Κοινωνία και Εταιρική Διακυβέρνηση) αποτελούν μέγιστη προτεραιότητα του νέου κανονιστικού πλαισίου στην Ευρώπη, ενώ οι επιχειρήσεις, ανεξαρτήτως μεγέθους, οφείλουν να μην μένουν στάσιμες απέναντι στις συνεχόμενες μεταβολές και στις προκλήσεις που αναδύονται, αλλά να συμβαδίζουν με τις εξελίξεις και να προσαρμόζονται δυναμικά στα νέα δεδομένα.
Επιπρόσθετα της κλιματικής αλλαγής, ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει διαμορφώσει νέες γεωπολιτικές συνθήκες, οι οποίες δεν έχουν επηρεάσει μόνο την ενεργειακή πολιτική των ευρωπαϊκών κρατών, αλλά και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι ελληνικές επιχειρήσεις στη μετάβασή τους προς την απαλλαγή τους από τις εκπομπές άνθρακα.
Η πίεση από τους επενδυτές, τις τράπεζες αλλά και τα νέο απαιτητικό νομοθετικό πλαίσιο, ωθούν ολοένα και περισσότερες εταιρίες στην υιοθέτηση και ενσωμάτωση πρακτικών ESG και τους επιχειρηματίες να αναθεωρήσουν ριζικά το επιχειρηματικό τους μοντέλο. Όλες αυτές οι εξελίξεις έχουν αυξήσει κατακόρυφα τη ζήτηση για θέσεις εργασίας που σχετίζονται με τη βιώσιμη ανάπτυξη και έχουν αναδείξει τον ρόλο του Sustainability Manager ως τον πλέον κομβικό στα νέα οργανογράμματα. Ουσιαστικά κάθε εταιρεία, μεγάλη ή μεσαία, θα πρέπει να εντάξει τη θέση αυτή στο οργανόγραμμά της και να καθορίσει τόσο τις δεξιότητες που απαιτούνται, όσο και τον ετήσιο προϋπολογισμό.
Παρ’ όλα αυτά, οι προσκλήσεις, στην εφαρμογή μιας στρατηγικής βιωσιμότητας από τις επιχειρήσεις συνεχίζουν να είναι πολλές και μεγάλες. Θα μπορούσαμε να τις συνοψίσουμε σε δύο βασικές κατηγορίες:
- Την έλλειψη βασικής κατανόησης (και μερικές φορές ενδιαφέροντος) των Διοικητικών Στελεχών της πλειοψηφίας των επιχειρήσεων για την επίδραση των κριτηρίων Βιωσιμότητας στην επιχειρησιακή τους λειτουργία και τα επενδυτικά τους πλάνα.
- Την έλλειψη στελεχών με τις κατάλληλες γνώσεις και εκπαίδευση στα κριτήρια ESG, ώστε να βοηθήσουν την εφαρμογή τους στο σύνολο της επιχειρησιακής λειτουργίας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι εταιρείες που έχουν εντάξει ανεξάρτητα τέτοια θέση στο οργανόγραμμα τους στην Ελλάδα μέχρι σήμερα είναι εξαιρετικά λίγες, ενώ αντίστοιχα όλο και περισσότερες εταιρείες αρχίζουν να συνειδητοποιούν τη σημασία της θέσης αυτής.
Ένας Sustainability (ESG) Manager είναι υπεύθυνος για τη διαχείριση της δέσμευσης της εταιρείας απέναντι στο περιβάλλον και τη χρήση οικολογικών πρακτικών, διασφαλίζοντας ότι οι δραστηριότητες της εταιρείας του δεν βλάπτουν το περιβάλλον και τις τοπικές κοινωνίες με οποιονδήποτε τρόπο. Σχεδιάζει τεχνικές που θα αντιμετωπίζουν ζητήματα βιωσιμότητας και εφαρμόζει πολιτικές προσαρμοσμένες στα ειδικά standards και τις νομοθετικές ρυθμίσεις που απαιτούνται για τη δημοσιοποίηση δεδομένων μέσω των Εκθέσεων Βιώσιμης Ανάπτυξης, ενώ ταυτόχρονα συμμετέχει σε δράσεις για την ενίσχυση της Εταιρικής Ευθύνης.
Όλα ξεκινούν από την εξειδικευμένη εκπαίδευση, στην οποία όμως θα πρέπει να συμμετέχουν και το Διοικητικό Συμβούλιο και τα στελέχη διοίκησης των οργανισμών που θέλουν να αναπτύξουν στρατηγικές βιωσιμότητας.
Δεδομένου ότι κάθε εταιρία ή οργανισμός είναι διαφορετικός, τα κύρια οφέλη μιας ενδοεταιρικής εκπαίδευσης είναι:
- Η εξατομίκευση: Η εκπαίδευση επικεντρώνεται στις εκάστοτε ανάγκες της εταιρείας, ενώ υπάρχει και η δυνατότητα να γίνουν παρουσιάσεις και αναλύσεις ειδικά για τον κλάδο βιομηχανίας στον οποίο ανήκει.
- Η ευελιξία: H ενδοεταιρική εκπαίδευση είναι πιο ευέλικτη, όσον αφορά στον προγραμματισμό, διότι μπορεί να οριστεί σε ώρες εργασίας και έτσι να εξασφαλίσει την παρουσία και προσοχή των υπαλλήλων.
Η έγκαιρη εκπαίδευση λοιπόν είναι ένα από τα μυστικά όπλα στα χέρια των ελληνικών οργανισμών, διότι θα επιτρέψει τη στοχευμένη υιοθέτηση και επιτυχημένη εφαρμογή στρατηγικών βιώσιμης ανάπτυξης, οι οποίες δεν θα συμβάλλουν μόνο στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς τους, αλλά και στην εξασφάλιση της αναγκαίας χρηματοδότησης για ένα βιώσιμο μέλλον.
Νίκος Αυλώνας
Πρόεδρος Κέντρου Αειφορίας (CSE)
Επισκέπτης Καθηγητής Οικονομικό Πανεπιστήμιο Aθηνών (IMBA) & Πανεπιστήμιο του Ιλινόις -Σικάγο