Με την καταγραφή νέων ιστορικών χαμηλών στις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων «συνδέθηκε» η χθεσινή αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας από τον οίκο Standard and Poor’s.
Για πρώτη φορά, η Ελλάδα μπορεί να δανειστεί με επιτόκιο χαμηλότερο του 2% για 20 χρόνια ενώ η απόδοση του 10ετούς ομολόγου έχει υποχωρήσει πλέον στο 1,2%. Όσο για το 5ετές ομόλογο στην αγορά έχει απόδοση της τάξεως του 0,44%. Η αναβάθμιση κατά μία μονάδα είχε ουσιαστικά προεξοφληθεί. Το θετικό της χθεσινής έκθεσης είναι ότι μένει ορθάνοικτο το ενδεχόμενο νέας αναβάθμισης μέσα στο επόμενο 12μηνο.
Οι προϋποθέσεις που μπαίνουν από την S&P είναι ούτως ή άλλως οι πολιτικές που έχει δρομολογήσει η κυβέρνηση: η υλοποίηση των συμφωνημένων μεταρρυθμίσεων αλλά και η ταχεία μείωση του αποθέματος των κόκκινων δανείων. Μάλιστα, οι στόχοι για την ανάπτυξη που βάζει ο αμερικανικός οίκος είναι συντηρητικοί τουλάχιστον συγκριτικά με αυτά που έχει υπολογίσει η ελληνική πλευρά. Έτσι, αν επιβεβαιωθεί το οικονομικό επιτελείο που βλέπει ανάπτυξη 2,8% μέσα στο 2020 (και όχι 2,5% που βλέπει η S&P) θα υπάρχει άλλο ένα κίνητρο για περαιτέρω αναβάθμιση που θα φέρει την Ελλάδα μια «ανάσα» από την επενδυτική βαθμίδα.
Αυτός είναι και ο βασικός στόχος του οικονομικού επιτελείου: η εξασφάλιση της επενδυτικής βαθμίδας –βρισκόμαστε τρία σκαλοπάτια χαμηλότερα αυτή τη στιγμή και ενώ την 1η Νοεμβρίου έρχεται η αξιολόγηση του καναδικού οίκου DBRS- ιδανικά μέσα στο 2020. Αυτό θα «ξεκλειδώσει» το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ για τα ελληνικά ομόλογα, θα συμπιέσει ακόμη περισσότερο τις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων και θα φέρει πολύ πιο κοντά –και με τεχνοκρατικά κριτήρια- τον στόχο της μείωσης των στόχων των πρωτογενών πλεονασμάτων από το 2021.
Όπως αναφέρει η S&P η μόνη περίπτωση να «υποβαθμιστούν» οι προοπτικές της οικονομίας σε «σταθερές» από «θετικές» που χαρακτηρίζονται τώρα είναι οι ρυθμοί ανάπτυξης να αποδειχθούν αισθητά πιο εξασθενημένοι σε σχέση με τις προβλέψεις του οίκου. Για το 2019, προβλέπεται ρυθμός 2% (όσο αναγράφει και ο ελληνικός προϋπολογισμός) ενώ για το 2020 ο πήχης μπαίνει στο 2,5% δηλαδή κάτω από τον στόχο που έχει θέσει η ελληνική κυβέρνηση (2,8%). Για το 2021 και για το 2022, η πρόβλεψη της S&P είναι για ρυθμό ανάπτυξης 2,7% και 2,8% αντίστοιχα.
Όσον αφορά στα πρωτογενή πλεονάσματα, η S&P συμφωνεί ότι και φέτος αλλά και το 2020 θα επιτευχθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι (με πρόβλεψη για πρωτογενές πλεόνασμα 4,3% και 3,5% αντίστοιχα) ενώ για το 2021 και για το 2022 προβλέπει πλεονάσματα της τάξεως του 3,1% σε πρωτογενές επίπεδο. Η έκθεση «αγγίζει» και το συνταξιοδοτικό που είναι και το μεγάλο ανοικτό μέτωπο.
Ο αμερικανικός οίκος δεν δείχνει να ανησυχεί καθώς εκτιμά ότι με την κατάθεση του νέου ασφαλιστικού νομοσχεδίου που θα φέρει και τον επανυπολογισμό των συντάξεων, οι δημοσιονομικές επιπτώσεις (και από τα αναδρομικά) θα μετριαστούν.