X

Τι σημαίνει πρακτικά η επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων - Πώς θα αυξηθούν οι μισθοί στον ιδιωτικό τομέα

To βασικό ζητούμενο με τις νομοθετικές αλλαγές που προωθεί η κυβέρνηση στο πλαίσιο διενέργειας των συλλογικών διαπραγματεύσεων είναι ένα: να αυξηθούν οι μισθοί στον ιδιωτικό τομέα.

To βασικό ζητούμενο με τις νομοθετικές αλλαγές που προωθεί η κυβέρνηση στο πλαίσιο διενέργειας των συλλογικών διαπραγματεύσεων είναι ένα: να αυξηθούν οι μισθοί στον ιδιωτικό τομέα.

O στόχος για το 2026 είναι πολύ συγκεκριμένος και έχει αποτυπωθεί και στον προϋπολογισμό: το άθροισμα των μεικτών αποδοχών όλων των μισθωτών της χώρας πρέπει να φτάσει το 2026 στα 93,6 δισ. ευρώ με το ποσό να είναι αυξημένο κατά 3,6 δισ. ευρώ συγκριτικά με τα 90 δισ. ευρώ που εκτιμάται ότι θα είναι το σύνολο των απολαβών του 2025 (σ.σ. δεν μιλάμε για τα χρήματα που βάζουν στην τσέπη τους πάνω από 2,5 εκατομμύρια μισθωτοί αλλά το συνολικό κόστος μαζί δηλαδή με τους φόρους και τις ασφαλιστικές εισφορές).

Επιπλέον 3,6 δισ. ευρώ δεν μπορούν να συγκεντρωθούν μόνο με την αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 30-40 ευρώ από την 1η Απριλίου και την αντίστοιχη αύξηση στις απολαβές των δημοσίων υπαλλήλων. Ούτε με τις τριετίες που επανήλθαν στη ζωή των εργαζόμενων στον ιδιωτικό τομέα μετά την άρση και της συγκεκριμένης μνημονιακής απαγόρευσης. Για να φτάσουμε σε τέτοια επίπεδα αποδοχών θα πρέπει να δουν αυξήσεις στους μισθούς τους οι περισσότεροι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα με χρήματα τα οποία θα καταβάλλουν οι εργοδότες.

Και πώς μπορεί αυτό να γίνει πράξη; Με την υπογραφή όσο το δυνατόν περισσότερων συλλογικών συμβάσεων μέσα στο 2026.

Προφανώς είναι πολύ περισσότερες οι πιθανότητες να εξασφαλιστούν αυξήσεις όταν διαπραγματεύονται οι εκπρόσωποι ενός ολόκληρου κλάδου συγκριτικά με το να διαπραγματεύεται ο κάθε εργαζόμενος από μόνος του.

Διότι αυτό συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα: Οι τρεις στους τέσσερις εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα δεν καλύπτονται από κάποια επιχειρησιακή ή συλλογική σύμβαση και ουσιαστικά η αμοιβή τους καθορίζεται από ατομική σύμβαση. Σε καμία άλλη ευρωπαϊκή χώρα δεν υπάρχει τόσο χαμηλό ποσοστό. Ο μέσος όρος για την Ευρωζώνη διαμορφώνεται στο 55% ενώ η Ευρώπη έχει θέσει ως στόχο να φτάσουμε στο 80% μέχρι το τέλος της 10ετίας. Αυτό σημαίνει ότι στην Ελλάδα πρέπει να τριπλασιάσουμε τα ποσοστά και ουσιαστικά κάθε εργαζόμενος να καλυφθεί και με μια σύμβαση.

Όχι, η κυβέρνηση δεν θα απωλέσει το δικαίωμα να προσδιορίζει τον κατώτατο μισθό. Αυτό θα συνεχιστεί και το 2026 και το 2027 με την γνώριμη εικόνα (δηλαδή θα συνεδριάζει το υπουργικό συμβούλιο και ο πρωθυπουργός θα ανακοινώνει το νέο ποσοστό) ενώ από το 2028 και μετά θα εφαρμοστεί το νέο σύστημα που προβλέπει σύνδεση της μεταβολής του κατώτατου μισθού με τον καινούργιο δείκτη μεταβολής μισθών.

Και γιατί πιστεύουν στην κυβέρνηση ότι θα υπογραφούν συλλογικές συμβάσεις; Διότι οι αλλαγές που γίνονται ευνοούν τις διαπραγματεύσεις. Πρώτον, οι διαδικασίες θα είναι ταχύτερες. Δεν θα υπάρχει, για παράδειγμα, δεύτερος βαθμός διαιτησίας από τον ΟΜΕΔ κάτι που από μόνο του προκαλεί σήμερα καθυστερήσεις μηνών. Δεύτερον διότι φεύγει από τη μέση η μνημονιακή διάταξη που άφηνε εκτεθειμένους τους εργαζόμενους όταν έληγε μια συλλογική σύμβαση.

Ουσιαστικά, με το νέο καθεστώς θα ισχύουν οι όροι της προηγούμενης συλλογικής σύμβασης μέχρι να υπογραφεί η επόμενη. Και τρίτον θα αρκεί η υπογραφή εταιρειών που εκπροσωπούν το 40% των εργαζομένων ενός κλάδου (από 50% σήμερα) για να επεκταθεί μια συλλογική σύμβαση σε όλες τις ομοειδείς επιχειρήσεις.

Τα αποτελέσματα θα φανούν πλέον στο πεδίο. Η νέα συμφωνία που υπεγράφη χθες θα λάβει τη μορφή νομοσχεδίου που θα έρθει στη Βουλή στις αρχές του 2026. Περισσότερα περιμένουμε λοιπόν μέσα στο νέο έτος.