X

Άλλα λόγια να αγαπιόμαστε

Ευθύς εξαρχής η Ζωή έδειχνε να ταιριάζει γάντι στον περίφημο ορισμό του Ουίνστον Τσώρτσιλ το 1939 για την τότε ακμαία Σοβιετική Ένωση: "Ένας γρίφος, τυλιγμένος σ’ ένα μυστήριο, μέσα σ’ ένα αίνιγμα".

Γράφει: TheToc team

"Η αγάπη μπορεί να κινήσει το σύμπαν", διακήρυξε η Ζωή Κωνσταντοπούλου στην ολομέλεια της Βουλής κατά τη συζήτηση των προγραμματικών δηλώσεων, "μπορεί να μετακινήσει βουνά".

Προς στιγμήν έμενες με την εντύπωση πως επιτέλους, έστω και τόσο αργοπορημένα, εκείνος ο δαιμόνιος βραζιλιάνος μπαγασάκος, ο Πάουλο Κοέλιο, εύρισκε στο πρόσωπο της Ζωής την ιδανική του γκρούπι, αλλά φευ, πριν αλέκτορα φωνήσαι, ήρθε το βιτριολικό σχόλιο του Αντώνη Πανούτσου στο Facebook για να μας προσγειώσει στην πεζή πραγματικότητα: "Για το αν η αγάπη μπορεί να κινήσει το σύμπαν δεν είμαι βέβαιος. Ότι μπορεί να κινήσει υποψηφίους στη λίστα είναι αποδεδειγμένο". Ουπς. Αυτό πρέπει να πόνεσε.

Με τη Ζωή Κωνσταντοπούλου μπήκαμε πρώτη φορά μαζί στη Βουλή –στις διπλές εκλογές του 2012- και μάλιστα στην ίδια κοινοβουλευτική ομάδα, έστω και αν εγώ αποχώρησα νωρίτερα τόσο από την κοινοβουλευτική ομάδα όσο και από το κοινοβούλιο. Μου δόθηκε πάντως η ευκαιρία να παρακολουθήσω εκ του σύνεγγυς ορισμένες από τις μεταλλάξεις της και τις υπόλοιπες εκ του μακρόθεν. Ευθύς εξαρχής η Ζωή έδειχνε να ταιριάζει γάντι στον περίφημο ορισμό του Ουίνστον Τσώρτσιλ το 1939 για την τότε ακμαία Σοβιετική Ένωση: "Ένας γρίφος,
τυλιγμένος σ’ ένα μυστήριο, μέσα σ’ ένα αίνιγμα". Δεν βάζω και το χέρι μου στη φωτιά πως η Κωνσταντοπούλου χαρακτηρίζεται από ανάλογη πολυπλοκότητα, αλλά η αλήθεια είναι ότι
από την πρώτη στιγμή άρχισε να μας στέλνει αντιφατικά σινιάλα. Τη φιλότιμη εργασιομανία της πρώτης περιόδου και τον ακατάβλητο αγωνιστικό της ενθουσιασμό (όλοι την θυμόμαστε στα "κάγκελα" της ΕΡΤ, παρέα με τη Ραχήλ Μακρή, μια άλλη θορυβώδη περσόνα που
σύντομα διολίσθησε στο πολιτικό trash) διαδέχτηκε η τουλάχιστον "περίεργη" ανεκτικότητά της απέναντι στη ναζιστική Χρυσή Αυγή, σε μια εποχή που το σύνολο σχεδόν των δυνάμεων του "δημοκρατικού τόξου" -με ηχηρή εξαίρεση τους ΑΝΕΛ του Πάνου Καμμένου- αποφάσιζε να εγκαταλείψει τη διγλωσσία τύπου Μπαλτάκου και να επιβάλει εις βάρος της επείγοντα μέτρα "υγειονομικού αποκλεισμού".

Στην περίφημη ολομέλεια όπου αποφασίστηκε με εκκωφαντική σύμπνοια (241 "ναι") η αναστολή χρηματοδότησης της Χρυσής Αυγής, η Κωνσταντοπούλου έλαμψε με την απουσία της –κάτι που δεν αξιολογήθηκε εκείνες τις ημέρες ως ιδιαίτερα επιβαρυντικό για την ιδεολογική της αξιοπιστία αφού, δεκατρείς μήνες αργότερα, εκλέχτηκε με τον μεγαλύτερο (προ Τασούλα) αριθμό ψήφων ως πρόεδρος της Βουλής. Κανένας δεν ανέμενε τότε –ούτε ίσως και η ίδια- τη ραγδαία επιδείνωση τόσο στη συμπεριφορά της όσο και στη δημοτικότητά της.
Κανένας δεν προέβλεπε ότι, μέσα σε έξι μήνες, θα βρισκόταν εκτός κοινοβουλίου και εκεί θα παρέμενε για την επόμενη οκταετία.

Ο αυταρχισμός της Κωνσταντοπούλου (από το εύγλωττο επεισόδιο με την μουσολινικής εκφραστικότητας επίπληξη σ’ έναν δύσμοιρο φύλακα του κοινοβουλίου έως την απόπειρα οικειοποίησης του Καναλιού της Βουλής ως ιδιωτικό της φέουδο, προορισμένο να προμοτάρει πρωτίστως της δικές της δραστηριότητες) προχώρησε α λα μπρατσέτα με την ενίοτε
ανομολόγητη κι ενίοτε ομολογημένη αδυναμία των Χρυσαυγιτών προς το πρόσωπό της (οι φιλοφρονήσεις του Μιχάλη Αρβανίτη και του Χρήστου Παππά είναι καταγεγραμμένες). Αμοιβαία τα αισθήματα ή περίπου. Η Κωνσταντοπούλου, ως πρόεδρος της βουλής, έφθασε στο θλιβερό σημείο να αμφισβητήσει τη νομιμότητα όσων νομοσχεδίων πέρασαν χωρίς την ψήφο των προφυλακισμένων ναζιστών βουλευτών. Κανένας, και πάλι, δεν μπορούσε τότε να φανταστεί ότι τόσο οι ναζιστές όσο και η Ζωή θα τεθούν σύντομα στο πολιτικό περιθώριο.

Η οκταετία του περιθωρίου (2015-2023) ήταν ένα πικρό όσο και πολύτιμο μάθημα για την Ζωή Κωνσταντοπούλου. Τα κανάλια τής έδιναν βήμα μονάχα για να χύσει χολή εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ και η προσωπική της προσέγγιση με τους καλλιτεχνικούς κύκλους τής φανέρωσε το "φως το αληθινό": υπήρχε ζωή κι έξω από τα κόμματα –για να μην πούμε ότι μονάχα εκεί υπήρχε ζωή. Το αβανταδόρικο βαπτιστικό της θα προσέφερε πολλαπλά ερεθίσματα ακόμη και σε έναν μετρίως εμπνευσμένο διαφημιστή –"Δώσε Ζωή στη Βουλή"- ενόσω οποιαδήποτε και αν ήταν η ερώτηση, μία ήταν η απάντηση: η αγάπη. Το 1976, πριν καν περάσει από το μυαλό του Κοέλιο η μπαρούφα για το σύμπαν, η αείμνηστη στιχουργός Σώτια Τσώτου είχε ανακαλύψει το μυστικό και το είχε εμπιστευθεί στο ντουέτο Μαρινέλας-Χατζή: "Η αγάπη όλα τα υπομένει, η αγάπη όλα τα ελπίζει, δίνει ζωή στην οικουμένη κι η γη γυρίζει κι η γη γυρίζει…". Τι σφυροδρέπανα, πράσινοι ήλιοι και ουράνια τόξα; Καρδούλες. Καρδούλες τόσο φαρδιές που να χωράνε και όσους ψηφοφόρους –έτσι, προς το παρόν, βρε αδελφέ- θα προτιμούσαν να ψηφίσουν απευθείας τον φυλακισμένο τρόφιμο της καρδιάς τους.

Καρδούλες απολιτικές και μεταπολιτικές –για όσους έχουν σιχαθεί τα κόμματα αλλά δεν βαριούνται ακόμη να σύρουν το πόδια τους έως το εκλογικό τμήμα. Καρδούλες που μετακινούν βουνά και υποψηφίους στις λίστες. Οι πρώτοι έσονται έσχατοι και οι έσχατοι έσονται πρώτοι. "Τιμή δεν έχει η αγάπη, τιμή δεν έχει κι η ζωή, ποιος την πουλά, ποιος αγοράζει, ποιος τήνε βγάζει στο σφυρί;". Αυτό όμως δεν το έγραψε η Σώτια Τσώτου. Το έγραψε η Τόνια Μαρκετάκη.