
Παρακολουθούσα τις προάλλες ένα τοπικό ποδοσφαιρικό ντέρμπι σε επίπεδο παίδων, Γ Γυμνασίου δηλαδή, μεταξύ του Ατρομήτου Χαλανδρίου και του Απόλλωνα Χαλανδρίου. Το ματς ήταν δυνατό, όχι όμως αντιαθλητικό, και το σφύριγμα της λήξης δεν βρήκε ούτε νικητές ούτε ηττημένους, αν και το παιγνίδι δεν έληξε ισόπαλο. Οι μικροί ποδοσφαιριστές, φίλοι, συμμαθητές, παιδιά από ιδιωτικά ή δημόσια σχολείο -κάτι που έχει τη σημασία του-, παιδιά από διαφορετικές χώρες, αγκαλιάστηκαν στο τέλος του ματς, πείραξαν ο ένας τον άλλον δίνοντας ραντεβού για τη ρεβάνς του δεύτερου γύρου.
Η εικόνα του σεβασμού και της ευπρέπειας ήταν όαση ελπίδας σε ένα γκρίζο τοπίο συλλογικής κατάθλιψης.
Την ίδια ώρα τα “μεγάλα παιδία” έπαιζαν στη βουλή στη συζήτηση για την παιδεία ανταλλάσσοντας εξυπνακισμούς για την σχολική διαδρομή του καθενός, σε έναν ανούσιο διαγωνισμό τσιτάτων που αποκαλείται “πολιτική αντιπαράθεση”. Κλωτσοσκούφι. “Παιδεια- ρίσματα” για να κάνουμε ένα λογοπαίγνιο, αλλά μάλλον είναι ατυχές λογοπαίγνιο αφού αδικεί τα παιδιά.
Ομως το ματς στη Βουλή είναι στημένο, το αποτέλεσμα το ξέρουμε. Μπορεί να αγνοούμε τους νικητές- τους αναδεικνύει η κάλπη- αλλά γνωρίζουμε τους ηττημένους. Είναι τα ίδια τα παιδιά επειδή οι μεγάλοι, στο γήπεδο της πολιτικής, αδυνατώντας ή αδιαφορώντας να δώσουν απαντήσεις, πετούν την μπάλα στην εξέδρα. Κάπως έτσι αυτά τα παιδιά θα πουν “άντε γειά” και κάποιοι μεγάλοι θα συνεχίζουν να ζουν παραδομένοι στην παραισθησιογόνο “πολιτική” τους αυταρέσκεια.
Και κάπως έτσι φοβάμαι ότι θα ακουστεί πάλι στην εξέδρα το σύνθημα: «Επαλέ – Επαλέ, να’ χαμε έναν ναργιλέ, να σε βλέπαμε Πελέ».
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr