X

Η γενική βούληση

Τι ρηξικέλευθο μας είπε ο Ροβεσπιέρος, ως φερέφωνο του Ζαν-Ζακ Ρουσό, σε καιρούς που κυριαρχούσε στην Ευρώπη το ζοφερό μοντέλο διακυβέρνησης της Ελέω Θεού Μοναρχίας;

Γράφει: Πετρος Τατσοπουλος

"Ο Ροβεσπιέρος κατανοούσε ότι μια επανάσταση που αυτο-νομιμοποιείται και αυτο-δικαιώνεται , αργά ή γρήγορα θα έρθει σε ρήξη με το ταυτολογικό της περιεχόμενο: ποιος νομιμοποιεί και δικαιώνει εμένα που νομιμοποιώ και δικαιώνω την επανάσταση; Για να βγει από το λογικό αδιέξοδο, ο Ζαν-Ζακ Ρουσό, πνευματικός πατέρας του Ροβεσπιέρου, επινόησε μια θεολογικής υφής "γενική βούληση” που προϋπάρχει της εκάστοτε ατομικής. Όποιος διαφωνεί με τη "γενική βούληση”, δεν αντιπροσωπεύει απλώς μια μειοψηφία, αλλά "σφάλλει” και ως εκ τούτου δικαίως "τιμωρείται” (λογικός ακροβατισμός –επισημαίνει ο Ζίζεκ- που θα οδηγήσει αργότερα στον σταλινικό διαχωρισμό ανάμεσα σε "υποκειμενικά αθώους” και "αντικειμενικά ενόχους” εχθρούς της επανάστασης)."

"ΤΑ ΝΕΑ" 8 Νοεμβρίου 2008

Έγραψα αυτές τις γραμμές, μεταξύ άλλων, σε μια εκτεταμένη βιβλιοπαρουσίαση ενός απανθίσματος λόγων που εκφώνησε το 1794 ο Μαξιμιλιανός Ροβεσπιέρος, εκ μέρους της Επιτροπής Κοινής Σωτηρίας, προς την Εθνική Συμβατική Συνέλευση και κυκλοφόρησε στα ελληνικά το 2008 από τις Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, με εισαγωγή του σλοβένου στοχαστή Σλάβοϊ Ζίζεκ, υπό τον εύγλωττο τίτλο "Αρετή και Τρομοκρατία". Μετέφερα εδώ το σχετικό απόσπασμα, δεκαέξι χρόνια αργότερα, διότι διατηρώ αναλλοίωτη την εντύπωση ότι οι σπόροι της δυσανεξίας που έσπειρε εκείνος ο ανελέητος "Πατέρας" της νεωτερικής αστικής δημοκρατίας αποδίδουν καρπούς μέχρι σήμερα. Διαφέρουν μονάχα οι αποχρώσεις.

Τι ρηξικέλευθο μας είπε με άλλα λόγια ο Ροβεσπιέρος, ως φερέφωνο του Ζαν-Ζακ Ρουσό, σε καιρούς που κυριαρχούσε στην Ευρώπη το ζοφερό μοντέλο διακυβέρνησης της Ελέω Θεού Μοναρχίας; Ότι πρέπει να αντικαταστήσουμε τη βούληση του μονάρχη με τη βούληση της πλειοψηφίας (μιας κολοβής ακόμη πλειοψηφίας, ξέρετε, χωρίς γυναίκες και ακτήμονες να ανακατεύουν την εκλογική τράπουλα).

Βεβαίως, κάθε μονάρχης με σώας τας φρένας και στοιχειώδη αυτοεκτίμηση θα φέρει τις μικροαντιρρήσεις του στα ανατρεπτικά μας σχέδια, γι’ αυτό δεν πρέπει να διστάσουμε να χρησιμοποιήσουμε τη βία και τον τρόμο. "Ο τρόμος χωρίς την αρετή είναι ολέθριος", δήλωνε δυσοίωνα ο Ροβεσπιέρος, "αλλά και η αρετή χωρίς τον τρόμο είναι ανίσχυρη". Από αυτό το αξίωμα έως τη γκιλοτίνα –"μια δροσιά στο λαιμό", όπως την διαφήμιζε ο κατασκευαστής της- η απόσταση ήταν ασήμαντη και, φευ, υποχρεώθηκε να την διανύσει και ο ίδιος ο Ροβεσπιέρος. Ενάμιση αιώνα κατόπιν, ο Ιωσήφ Βισαριόνοβιτς Τζουγκασβίλι, ο επονομαζόμενος "Ατσαλένιος" (Στάλιν), βελτίωσε το αξίωμα με την ιδιοφυή διάκριση ανάμεσα σε "υποκειμενικά αθώους" και "αντικειμενικά ενόχους", τουτέστιν: εσύ μπορεί να μην έκανες απολύτως τίποτε το μεμπτό εναντίον της επανάστασης, αλλά η επανάσταση –για τις δικές της "αντικειμενικές" ανάγκες- να ζητάει το αίμα σου. Και ποιος θα καθορίσει τις "αντικειμενικές" της ανάγκες; Αστείο και να το ρωτάς. Εγώ, ο Ροβεσπιέρος. Εγώ, ο Στάλιν.

Ηχούν πολύ μακρινά όλα αυτά; Και ναι και όχι. Εξυπακούεται ότι, τουλάχιστον στον δημοκρατικό δυτικό κόσμο, κανένας δεν κινδυνεύει να οδηγηθεί στη λαιμητόμο ή στο εκτελεστικό απόσπασμα μόνο και μόνο επειδή είχε την ατυχία να βρεθεί στο στρατόπεδο της συγκυριακής μειοψηφίας. Άλλωστε, το μαρτυράει και ο επιθετικός προσδιορισμός: "συγκυριακή" σημαίνει ότι σήμερα είσαι και αύριο δεν είσαι· η σημερινή μειοψηφία είναι αυριανή πλειοψηφία και τούμπαλιν.

Αυτό που δραστικά και αμετάκλητα φαίνεται να άλλαξε από τον καιρό του Ροβεσπιέρου ή/και του Στάλιν είναι ότι πλέον, όχι μονάχα "ανεχόμαστε" η μειοψηφία να διατηρεί το κεφάλι της στη θέση του, αλλά και "σεβόμαστε" όσα από τα δικαιώματά της έχουν χαρακτηρισθεί ως "θεμελιώδη", όπως το δικαίωμά της στην ισονομία, τουτέστιν: να μην υφίστανται νομικές διακρίσεις εις βάρος της επειδή δεν συμφωνούμε με τις ιδέες της ή με τον τρόπο που έχει επιλέξει να ζει. Δίχως τον εν λόγω "σεβασμό", κανένας από τους πιο γνωστούς θεσμοθετημένους "κοινούς τόπους" στις μέρες μας –όπως ο πολιτικός γάμος, η αποποινικοποίηση της μοιχείας, η κατάργηση της θανατικής ποινής κ.ο.κ.- δεν θα είχε "περάσει" την εποχή που θεσμοθετήθηκε, επειδή η κοινή γνώμη –"η γενική βούληση", θα μας έλεγε ο Ροβεσπιέρος- ήταν τότε ενάντια.

Δείτε τώρα πόσο γλυκά και ύπουλα επανέρχεται η δυσανεξία στο δημόσιο διάλογο, φορώντας τον φερετζέ μάλιστα –τι πιο "δημοκρατικό";- του αιτήματος για εκδήλωση και αποτύπωση της "γενικής βούλησης" γύρω από το γάμο ή/και την τεκνοθεσία ομόφυλων ζευγαριών. Χάριν της κουβέντας, θα αφήσουμε προσωρινά κατά μέρος τη φαιδρή όσο και οξύμωρη διολίσθηση αυτού του δημοσίου διαλόγου σε κλωτσοπατινάδα μεταξύ πολιτικών με παθολογική φοβία απέναντι στην τιμωρία της κάλπης και υψηλόβαθμων ρασοφόρων που εκουσίως έχουν δια βίου απεμπολήσει το δικαίωμα συμμετοχής στη δημιουργία νέας πυρηνικής οικογένειας οιασδήποτε μορφής. Θα επικεντρώσουμε την προσοχή μας στην ταμπακιέρα: το αίτημα για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος.

Τι το κακό μπορεί να προκύψει από ένα ανάλογο δημοψήφισμα; -ρωτούν με προσποιητή αφέλεια όσοι είναι σίγουροι πως θα προκύψει το "όχι". Πόσοι από αυτούς, άραγε, συνειδητοποιούν ότι έτσι ανοίγουμε την Κερκόπορτα για την παραβίαση των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τη νεκρανάσταση του Ροβεσπιέρου και, σε δεύτερο χρόνο, την επιστροφή της γκιλοτίνας; Γιατί όχι; Βούληση να υπάρχει. Γενική βούληση.