X

Ο απροσκύνητος Καμπόσος

Προκειμένου να κατανοήσουμε την "ύβριν" του Καμπόσου πρέπει να μεταφερθούμε στον Μάιο του 2018.

Γράφει: Πετρος Τατσοπουλος

Θα έχετε παρατηρήσει, υποθέτω, πως τα κόμματα, ιδίως τα μεγάλα κόμματα, τα πολυσυλλεκτικά, εκείνα που απευθύνονται σε πλείονα του ενός και συχνά αντικρουόμενα εκλογικά ακροατήρια, όταν αποφασίζουν να ανακοινώσουν μιαν απόφασή τους που εκ των προτέρων γνωρίζουν ότι θα εγείρει έντονες αντιδράσεις, επιλέγουν τον πλέον ουδέτερο πολιτικό χρόνο, τον ενδεδειγμένο για να απορροφήσει όσο το δυνατόν πιο ανώδυνα τους όποιους κραδασμούς: το πολιτικό τάιμινγκ ως αερόσακος ασφαλείας.

Βεβαίως, η πολιτική δεν είναι μόνον άσκηση επί χάρτου και τα πράγματα δεν βαίνουν πάντοτε όπως σχεδιάζονται· σπάει ο διάολος το ποδάρι του και η κατάσταση στραβώνει.

Κάτι ανάλογο συνέβη στις αρχές της περασμένης εβδομάδας με δύο αποσυνάγωγους δημάρχους (και συγγνώμη για τον σαχλό συνειρμό): τον Πέτρο Δούκα, δήμαρχο Σπάρτης και τον Δημήτρη Καμπόσο, δήμαρχο Άργους.

Οι δύο δήμαρχοι είχαν εκπέσει των "δικαιωμάτων και των αξιωμάτων" (sic) που κατείχαν στο κόμμα της Νέας Δημοκρατίας για διαφορετικούς ο καθένας λόγους αλλά, σε αμφότερες τις περιπτώσεις, με προσωπική απόφαση του Κυριάκου Μητσοτάκη. Δική του η απόφαση, δική του και η ανάκληση της απόφασης. Προφανώς το κομματικό του επιτελείο έκρινε ιδανικό το momentum για δύο ανακλήσεις που ανακοινώθηκαν ταυτόχρονα και, όπως διαφάνηκε στη συνέχεια, είχαν προετοιμαστεί από καιρό: ο καύσωνας δεν είχε δείξει ακόμη τα δόντια του και οι λίγες εισέτι εστίες φωτιάς ανά την επικράτεια δεν προϊδέαζαν για το παρανάλωμα που θα ακολουθούσε πέντε ημέρες αργότερα. Θα ήταν απάνθρωπο να ζητήσουμε από ένα επιτελείο που καθορίζει την τακτική του "μέρα μπαίνει, μέρα βγαίνει", να έχει τη διορατικότητα και να προβλέψει ότι, ειδικά στην περίπτωση του Πέτρου Δούκα που είχε διαγραφεί ακριβώς επειδή, με αφοπλιστική ειλικρίνεια, είχε εξομολογηθεί πώς κατάφερε η Νέα Δημοκρατία του Κώστα Καραμανλή, κατά τις φονικές πυρκαγιές του 2007 στην Ηλεία, να κατέβει στον Μοριά "με τσάντες" με λεφτά και να "γυρίσει το παιχνίδι", το μήνυμα που θα έστελνε η ανάκληση διαγραφής του προς τους πυρόπληκτους του 2023 δεν θα ήταν και το πρέπον.

Έλεος κάπου. Πολιτικοί αναλυτές ρουτίνας είναι οι επιτελείς· δεν είναι ούτε ο Τειρεσίας ούτε ο Κάλχας. Αξίζει να επισημάνουμε ότι, με ελάχιστες λαμπρές εξαιρέσεις (όπως του Δημήτρη Ψαρρά στην "Εφημερίδα των Συντακτών"), στο πρόσωπο του Πέτρου Δούκα επικεντρώθηκαν τα πυρά της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Για την ακρίβεια, σχολίασαν και το φαινόμενο Καμπόσου, αλλά δεν επέμειναν ιδιαίτερα. Βλέπετε, δεν μιλάνε για σχοινί στο σπίτι του κρεμασμένου. Όταν επί τέσσερα και πλέον χρόνια στηρίζεις την κοινοβουλευτική σου Δεδηλωμένη για να κυβερνήσεις στη στήριξη ανθρώπων όπως ο Δημήτρης Καμμένος, που ανέβαζε φωτοσοπιές με την Ευρωπαϊκή Ένωση ως Άουσβιτς και διέδιδε αναίσχυντα ψεκασμένες θεωρίες για το χτύπημα στους Δίδυμους Πύργους ως συνωμοσία των Εβραίων ή όταν φλερτάρεις με φλογερούς αντισημίτες, όπως ο Θεόδωρος Καρυπίδης της Κοζάνης… ε, τότε, καλύτερα να μασάς παρά να μιλάς.

Μολονότι ο ΣΥΡΙΖΑ –όπως και οι πολιτικοί του αντίπαλοι, άλλωστε- ποντάρει συχνά στη λωτοφαγία των ψηφοφόρων του, γνωρίζει πολύ καλά επίσης ότι, στο εθνικό μας υποσυνείδητο, ο αντισημιτισμός δεν συγκαταλέγεται ανάμεσα στα θανάσιμα αμαρτήματα, δεν συγκινεί (πόσω μάλλον εξοργίζει) το ευρύ κοινό κι εντοπίζεται λίγο-πολύ παντού στον κομματικό χάρτη (πλην ίσως του Κέντρου).

Τούτων δοθέντων, ας δεχτούμε ότι κι εκείνος ο κακομοίρης ο Καμπόσος είπε μια κουβέντα παραπάνω. Ή μήπως όχι; Τι λοιπόν το τόσο αξιόμεμπτο, το τόσο τρομερό και φοβερό, δήλωσε αυτός ο Καμπόσος το 2018 ώστε, όχι μονάχα να διαγραφεί πάραυτα, αλλά και η ανάκληση της διαγραφής του πέντε χρόνια κατόπιν να προκαλέσει αναταράξεις τόσο μέσα στο κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, όσο και μεταξύ των φίλα προσκείμενων που, με την εν λόγω ανάκληση διαγραφής, ένιωσαν ενοχλημένοι, αν όχι προσωπικά εκτεθειμένοι; Ο Ηλίας Κανέλλης υπενθύμισε στον πρωθυπουργό ότι η ανάκληση διαγραφής του Καμπόσου δεν μπορεί να αφήσει ανεπηρέαστους τους κεντρώας προέλευσης υποστηρικτές του, ενώ η Άννα Διαμαντοπούλου υπογράμμισε ότι με την ανάκληση διαγραφής καταπατήθηκε το σύνορο Δεξιάς – Ακροδεξιάς, το σύνορο που έθεσε ο ίδιος ο πρωθυπουργός: σκληρά λόγια από δημόσια πρόσωπα· λόγια που δεν τα συνηθίζουν.

Προκειμένου να κατανοήσουμε την "ύβριν" του Καμπόσου πρέπει να μεταφερθούμε στον Μάιο του 2018. Στην απόπειρα λιντσαρίσματος του τότε δημάρχου Θεσσαλονίκης Γιάννη Μπουτάρη. Το λιντσάρισμα ξεκίνησε "χαλλλαρά", όπως θα μας έλεγε κι ένας ήρωας του Λαζόπουλου. Στα απόνερα ενός συλλαλητηρίου για το Μακεδονικό, διάφοροι περιπατητές έκριναν σκόπιμο να ξυλοκοπήσουν τον διερχόμενο δήμαρχο. Στο πιο διαβόητο φωτογραφικό ενσταντανέ εκείνης της ημέρας, ένας από τους περιπατητές κρατάει με το ένα του χέρι την κόρη του αγκαλιά και με το άλλο του χέρι χτυπάει τον ηλικιωμένο δήμαρχο.

Άλλοι, για το ίδιο θεάρεστο έργο, έχουν όλα τα χέρια και τα πόδια τους διαθέσιμα: τυφλά μπουνίδια και κλωτσίδια από θρασύδειλους που χτυπούν και σπεύδουν να απομακρυνθούν. Το πιο ανατριχιαστικό; "Υπάρχουν πέντε οπαδοί του Λιντς", γράφω στα "Νέα" στις 25/5/2018,
"και πενήντα κάμερες που καταγράφουν το λιντσάρισμα […] Δεν προσπαθεί κανένας από αυτούς τους πενήντα εικονολήπτες (όπως με φρίκη διαπίστωσε η Καλυψώ Γούλα, η πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου, όταν έβαλε το σώμα της ασπίδα για τον δήμαρχο) να εμποδίσει τους οπαδούς του Λιντς, να μην καταγράψει το λιντσάρισμα, αλλά να το αποσοβήσει;".

Εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά, οχυρωμένος πίσω από την ασφάλεια και την ασυδοσία των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, ο δήμαρχος Άργους γράφει στο προσωπικό του προφίλ: "Αυτή είναι η μοίρα των προδοτών". Μόλις ξεσηκώνεται σάλος για την ανάρτηση, ο Δημήτρης Καμπόσος (σαν "κότα τρίλειρη και μακροπουπουλάτη", όπως έλεγε η Ντόρα Μπακογιάννη για μια άλλη ψυχή) σπεύδει να αποδώσει την ανάρτηση σε κάποιον από τους συνεργάτες του, αλλά –θέλοντας μάλλον να διαψεύσει τον εαυτό του- ανεβάζει κι ένα βίντεο όπου, με ύφος φιλάρεσκο και αντρίλα να τρέχει από τα μπατζάκια του, χλευάζει τον "αρεστό των Εβραίων" Μπουτάρη που "φοράει το καπελάκι" τους. Ο Καμπόσος δεν φοράει το καπελάκι. Ο Καμπόσος είναι απροσκύνητος. Από τον καιρό του Ιμπραήμ, όταν ο Κολοκοτρώνης απειλούσε με φωτιά και τσεκούρι τους προσκυνημένους, έχει να δει ο Μοριάς τέτοιον ατρόμητο. Ο Μητσοτάκης –προσκυνημένος, τι άλλο;- τον διαγράφει χωρίς δεύτερη κουβέντα και, πάλι χωρίς δεύτερη κουβέντα, χωρίς καμία "συγγνώμη" του Καμπόσου να μεσολαβεί, έστω και για τα προσχήματα, ανακαλεί τη διαγραφή του.

Εν όψει των δημοτικών και περιφερειακών εκλογών, όλοι οι μαγνήτες ψήφων χωράνε. Όλοι, αλήθεια; Δεν είμαι σίγουρος. Από την άλλη πλευρά του ενδοκομματικού φάσματος, την πλευρά που κατά κύριο λόγο ανέδειξε στην αρχηγία τον Κυριάκο Μητσοτάκη, κάποιοι αρχίζουν ήδη να αισθάνονται ότι περισσεύουν.