
Μία από τις προσφιλείς ενασχολήσεις των πολιτικών συντακτών την τελευταία πενταετία ήταν –και παραμένει σε ένα βαθμό -η περίφημη ανασυγκρότηση του χώρου του Κεντροαριστεράς μετά την κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ από το 2012 και έπειτα.
Χύθηκαν τόνοι μελάνης με επίκεντρο τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ, παρόλο που και τα δύο "project" δεν απέδωσαν τα αναμενόμενα.
Ο συνασπισμός κομμάτων της Κεντροαριστεράς σε αυτό που βαφτίστηκε Κίνημα Αλλαγής (ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι, ΔΗΜΑΡ, ΚΙΔΗΣΟ, Κινήσεις Πολιτών, κλπ) γρήγορα διαλύθηκε, με αφορμή τη Συμφωνία των Πρεσπών και τις προσωπικές φιλοδοξίες ορισμένων. Οι περισσότερες εκβολές του Ποταμιού έφτασαν στη ΝΔ, η ΔΗΜΑΡ "επέστρεψε" στον ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΙΝΑΛ κατέληξε σύντομα σε μια συμμαχία του εναπομείνοντος ΠΑΣΟΚ με μερικά στελέχη του ευρύτερου προοδευτικού χώρου, κάνοντας το 6,3% του Σεπτεμβρίου του 2015 8,1% τον Ιούλιο του 2019.
Ο ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα που εμφανίστηκε ως ο φερόμενος διάδοχος του άλλοτε κραταιού ΠΑΣΟΚ άντεξε μεν επί 4,5 χρόνια στην κυβέρνηση, κράτησε ένα 31,5% στις τελευταίες εκλογές, αλλά βρίσκεται πολύ μακριά από το να αποτελέσει τον γνήσιο εκφραστή της λεγόμενης δημοκρατικής παράταξης. Το "μπόλιασμα" με τους ΑΝΕΛ του Πάνου Καμμένου, οι συμπεριφορές τύπου Πολάκη, οι αλαζονικές και ιδεοληπτικές πολιτικές πρακτικές από την φορολογική εξόντωση της μεσαίας τάξης μέχρι τους Κουφοντινίστας "δικαιωματιστές", θόλωσαν γρήγορα το αφήγημα του "άφθαρτου", με αποτέλεσμα σήμερα να μην εμφανίζει καμία δυναμική και να θεωρείται ως ένα κόμμα που δεν μπορεί να διεκδικήσει εκ νέου την εξουσία, τουλάχιστον με την παρούσα μορφή του.
Έμεινε λοιπόν "ορφανή" η Κεντροαριστερά, θα αναρωτηθεί κάποιος. Δύσκολο, καθώς η πολιτική, όπως και η φύση, απεχθάνεται τα κενά. Η εκλογική συμπεριφορά της τελευταίας δεκαετίας αλλά και οι πολλαπλές εκλογές του 2019 απέδειξαν ότι το 44% του ΠΑΣΟΚ το 2009 έχει σπάσει τουλάχιστον σε τέσσερα κομμάτια: στους "ρομαντικούς" που έμειναν στο ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ, στους "τολμηρούς" που επέλεξαν ΣΥΡΙΖΑ, στους "απογοητευμένους" που εμφανώς απέχουν και στους "ρεαλιστές" που στράφηκαν στον ιστορικό αντίπαλο της παράταξης, τη ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Συρρικνώνοντας την ακροδεξιά και απορροφώντας ένα κομμάτι του προοδευτικού Κέντρου (Ποτάμι, σημιτικό ΠΑΣΟΚ), ο σημερινός πρωθυπουργός κατάφερε να διευρύνει σημαντικά για πρώτη φορά μετά το 2004 (νίκη Καραμανλή) τα όρια της παράταξής του, πετυχαίνοντας μια ηγεμονία τόσο ιδεολογική όσο και εκλογική.
Παρά τις συνεχείς κρίσεις που αντιμετωπίζει η χώρα (πανδημία, οικονομία, ελληνοτουρκικά, μεταναστευτικό), το κυβερνών κόμμα εμφανίζει αξιοσημείωτη αντοχή και αποδοχή, ενώ παρά τις συνέπειες των κρίσεων, η αντιπολίτευση όχι μόνο δεν καρπώνεται το παραμικρό, αλλά βλέπει την επιρροή της να συρρικνώνεται.
Με τη στρατηγική της διπλής διεύρυνσης, ο σημερινός πρωθυπουργός πέτυχε να διατηρεί στο εσωτερικό του κόμματος μια πιο ακραία τάση που όμως δεν τον αμφισβητεί –πλην ίσως του πρόσφατου κρούσματος Σαμαρά- και ταυτόχρονα να αναδεικνύει συνεχώς στελέχη από την κεντροαριστερά σε κεντρικές θέσεις, στοχεύοντας στο πραγματικό του ακροατήριο.
Εφαρμόζει δηλαδή μια τακτική που ωφέλησε τα μέγιστα την επί 15ετίας καγκελάριο της Γερμανίας, Ανγκελα Μέρκελ, η οποία ως επικεφαλής της γερμανικής Δεξιάς συμπίεσε συντριπτικά τους αντίπαλους Σοσιαλδημοκράτες, συγκυβερνώντας ταυτόχρονα μαζί τους, χωρίς η ίδια να απειλείται ιδιαίτερα από τα (ακρο)δεξιά της.
Η πολιτική ανάλυση του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι σε αυτό το φαινόμενο "γαλάζιας" κυριαρχίας, από την άκρα Δεξιά ως την Κεντροαριστερά, περιορίζεται στα "πετσωμένα ΜΜΕ", τον "ακροδεξιό και νεοφιλελεύθερο Μητσοτάκη" και τις απειλές ότι "θα ξανάρθουμε και θα είναι αλλιώς".
Το δε ΚΙΝΑΛ, που θεωρητικά θα είχε ως δυνητικό σύμμαχο το κόμμα στο οποίο μετακόμισαν οι ψηφοφόροι του (ΣΥΡΙΖΑ), βλέπει το 90% των οπαδών του να βλέπουν με συμπάθεια τον Κυριάκο Μητσοτάκη και όχι τον Αλέξη Τσίπρα.
Πολλοί αναλυτές και δημοσιολογούντες θεωρούν ότι και σήμερα έχουμε μια νέα μορφή δικομματισμού από δύο μεγάλα κόμματα που εναλλάσσονται στην εξουσία. Αυτό δεν επιβεβαιώνεται από τα ποιοτικά στοιχεία των μετρήσεων της κοινής γνώμης. Χώρια που για να υπάρχει δικομματισμός, πρέπει ο δεύτερος να μπορεί κάποτε να ξαναπάρει το πρωτάθλημα. Σήμερα αυτό δεν το πιστεύει ούτε ο ίδιος…
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr