Ο αποδεκατισμός του κόσμου της εργασίας κατά τη διάρκεια της κρίσης έχει προσλάβει διαστάσεις υπαρξιακές. Τα επίσημα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι αποκαλυπτικά: 244.712 επιχειρήσεις έχουν κλείσει από το 2008 έως σήμερα. Και μαζί τους χάθηκαν 842.670 θέσεις εργασίας.
Οι περισσότερες εναπομείνασες επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν μειωμένους τζίρους, αυξημένες φορολογικές υποχρεώσεις, μεγάλα χρέη, ανείσπρακτες απαιτήσεις, έλλειψη ρευστότητας και απουσία χρηματοδότησης από τον τραπεζικό τομέα. Επιπλέον από το 2017 θα κληθούν να ανταπεξέλθουν σε υψηλότερες φορολογικές επιβαρύνσεις και ασφαλιστικές υποχρεώσεις.
Η συρρίκνωση της επιχειρηματικότητας στην Ελλάδα συνεχίζεται- για να μην πω επιταχύνεται. Είναι περιττό να σταθούμε περισσότερο σε αριθμούς.
Πώς, όμως, θα αντιμετωπίσουμε το θηρίο της ύφεσης και την καταστροφή που βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη; Υπάρχει λύση; Φυσικά υπάρχει.
Η πρωτοβουλία «Small Business Act» (SBA) της ΕΕ για την υποστήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, από τους δείκτες που χρησιμοποιεί, διαπιστώνει τις χειρότερες επιδόσεις για την Ελλάδα: α) στο επίπεδο της χρηματοδότησης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, β) στο επίπεδο της παροχής «δεύτερης ευκαιρίας» που διασφαλίζει ότι έντιμοι επιχειρηματίες που πτώχευσαν θα μπορούν να έχουν σύντομα μια δεύτερη ευκαιρία.
Χωρίς σύγχρονο, γρήγορο, αποτελεσματικό κώδικα πτωχευτικής διαδικασίας καμία χώρα, καμία οικονομία δε μπορεί να αναπτυχθεί. Ειδικά στην περίπτωσή μας, μετά από τόσα χρόνια κρίσης δεν πρόκειται να βγούμε από αυτήν χωρίς εκσυγχρονισμό των συγκεκριμένων διαδικασιών.
Υπάρχουν χιλιάδες επιχειρήσεων που έκλεισαν υπό το βάρος των χρεών αλλά έχουν τηρήσει κατά τα λοιπά τις υποχρεώσεις τους. Από αυτές δε μπορούμε να εισπράξουμε τίποτε πια. Όταν κάποιος δεν έχει εισόδημα, δε μπορεί να πληρώσει υποχρεώσεις. Δίνοντάς τους την ευκαιρία να ξανακάνουν έναρξη και να πληρώσουν το κεφάλαιο που χρωστούν, χωρίς πρόστιμα και προσαυξήσεις, και εισπρακτικά αποτελέσματα θα έχουμε και θα στηρίξουμε τη μικρομεσαία οικονομία.
Σε ό, τι αφορά τη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων, αυτή μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσα από την επίλυση των κόκκινων δανείων.
Για αυτό απαιτείται αναγκαστικά η δημιουργία της λεγόμενης «κακής τράπεζας»-bad bank- ώστε να απαλλαγούν οι τράπεζες από τα επιχειρηματικά κόκκινα δάνεια και να αρχίζουν να δανείζουν επιτέλους. Αν οι υπόλοιπες τράπεζες έχουν μερίδιο στα κέρδη από την τράπεζα αυτή, τότε δε θα χρειαστεί να γραφτούν υπέρογκες ζημιές και θα αποφύγουμε άσχημα σενάρια ανακεφαλαιοποίησης.
Η bad bank -που θα είναι εκτός πολιτικών επιρροών εφόσον η διαχείριση ασκείται από επαγγελματίες του χώρου- δύναται να χρηματοδοτηθεί μέσω του εθελοντικού επαναπατρισμού κεφαλαίων. Αντί να φορολογεί η κυβέρνηση με 40% ως 70% περιμένοντας πως θα βρεθούν άνθρωποι που θα φέρουν πίσω τα κεφάλαιά τους, θα έπρεπε να ζητήσει, με τους ίδιους όρους επαναπατρισμού «κλείδωμα» των χρημάτων για 7 ή 10 χρόνια για τη χρηματοδότηση της τράπεζας αυτής. Έτσι θα κερδίσουν από την αναδιάρθρωση της ελληνικής οικονομίας όσοι επιστρέψουν τα χρήματα στην Ελλάδα και ταυτόχρονα ελληνικά κεφαλαία θα αναδιαρθρώσουν την οικονομία χωρίς να χρειαστούν κεφαλαία από τον Ευρωπαίο φορολογούμενο.
Είναι εύλογο οι ευρωπαίοι εταίροι και δανειστές να μη νοιάζονται για τη χώρα μας, και να νοιάζονται μόνο πώς θα πάρουν τα λεφτά τους πίσω. Από την άλλη η ελληνική κυβέρνηση τους δίνει εργαλεία για να την εκβιάζουν. Ξεκίνησε μια διαδικασία διολίσθησης στα χρονοδιαγράμματα που έδινε στον εαυτό της που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε αδιέξοδο.
Αρχικά είχε ορίσει την 5η Δεκεμβρίου για το κλείσιμο της αξιολόγησης, έπειτα το τέλος Ιανουαρίου, πιο πρόσφατα μας παρέπεμψε στα μέσα του 2017. Δεν τηρεί την υπογραφή της, στα επιχειρήματα αντιπαρατίθεται με προσβολές, και καταλήγει στο τέλος ικέτιδα να ζητά συγγνώμη. Και ως γνωστόν από τότε που βγήκε η συγγνώμη χάθηκε το φιλότιμο.