Όπως "θυμούνται οι παλαιότεροι και μαθαίνουν οι νεότεροι", την όχι και τόσο μακρινή περίοδο που κυριαρχούσε στην πολιτική σκηνή το δίπολο Νέας Δημοκρατίας – ΣΥΡΙΖΑ, δύο ήταν οι βασικοί πολιορκητικοί κριοί στα social media: η Ομάδα Αλήθειας και η Ομάδα Μνήμης. " Ένας
ψείρας φιλόλογος", σημείωνα εκείνο τον καιρό σ’ ένα άρθρο μου στα ¨Νέα¨, "από τους σπασίκλες που μας έκαναν τον βίο αβίωτο κατά τα μαθητικά μας χρόνια, θα παρατηρούσε ότι οι εν λόγω ομάδες, ενόσω αυταπατώνται ότι τις χωρίζει η μέρα από τη νύχτα, μοιράζονται
ουσιαστικά το ίδιο όνομα, έστω και αν αγνοούν ότι το μοιράζονται: το άλφα στερητικό μπροστά από τη λήθη ταυτίζει την αλήθεια με τη μνήμη.
Το γεγονός ότι εμείς, οι νωθροί απόγονοι εκείνων των σοφών αρχαίων, έχουμε λησμονήσει ότι οι δύο λέξεις ταυτίζονται, καθώς και η συστηματική επιλεκτική χρήση τόσο της αλήθειας όσο και της μνήμης, προσδίδουν στις αντίστοιχες διαδικτυακές ομάδες έναν τραγικό χαρακτήρα, πέρα από τον προφανή γκροτέσκο".
Σε κάθε περίπτωση –τότε και τώρα- αυτές οι δύο ομάδες είχαν τόση σχέση με την "αλήθεια" όσην και ο Αχιλλέας Μπέος με την "πνευματικότητα" (συγγνώμη, αλλά δεν κρατήθηκα). Όταν
ενστερνίζεσαι ως προγραμματική σου δέσμευση την υπεράσπιση ενός κόμματος έναντι ενός άλλου κόμματος, η "αλήθεια" στα μάτια σου δεν μπορεί παρά να ενέχει προκρούστειο χαρακτήρα: να πετσοκόβεται ή να εξαρθρώνεται έως ότου έρθει στα μέτρα της κομματικής σκοπιμότητας.
Στο καλύτερο ενδεχόμενο δεν είχαν ούτε μακρινή συγγένεια με αυτό που εμείς οι αιθεροβάμονες ονομάζουμε "αντικειμενική πραγματικότητα", ενώ στο χειρότερο σέρβιραν στο target group τους μισές μερίδες "αλήθειας" και τις χρέωναν ως ολόκληρες. Τόσο η Ομάδα Αλήθειας όσο και η Ομάδα Μνήμης εξελίχθηκαν συν τω χρόνω σε μανούλες "δολοφονίας (του αντιπάλου) χαρακτήρα" και της μεθόδου "κοπτικής- ραπτικής" που θα σου δημιουργούσε την εύθραυστη όσο και σαθρή ψευδαίσθηση πως όλοι οι "καλοί" μαζεύτηκαν στη δική σου κομματική παράταξη και όλοι οι "κακοί" στην απέναντι. Εάν στράγγιζες τις χιλιάδες αναρτήσεις των εντεταλμένων οργάνων τους, το πόσιμο ποσοστό "αλήθειας" δεν θα γέμιζε ούτε μισό ποτήρι πορτοκαλάδας.
Με την πάροδο του χρόνου, η εκλογική δύναμη του ΣΥΡΙΖΑ συρρικνώθηκε και ευθέως ανάλογα "κόντυνε" το επικοινωνιακό "γκελ" της Ομάδας Μνήμης. Η Ομάδα Αλήθειας κυριάρχησε στο
προπαγανδιστικό γήπεδο, ενόσω έσκαγαν σιγά-σιγά μύτη και άλλες κομματικές Ομάδες με τον ίδιο σεβασμό προς την "αλήθεια" (δηλαδή, κανέναν). Στους συστηματικούς χρήστες των social media εδραιώθηκε πλέον η πεποίθηση ότι η αναζήτηση της "αλήθειας" δεν είναι παρά μια δονκιχωτική ενασχόληση, δυσδιάκριτα πιο εφικτή από το να κυνηγάς ανεμόμυλους· το μόνο που δικαιούσαι είναι να επιλέγεις τον "ψεύτη" της προσωπικής σου προτίμησης. Εξόφθαλμα αποκαλυπτική όσο και νοσηρά φαιδρή, εν προκειμένω, είναι η περιγραφή "περιεχομένου" των σχετικών βίντεο στο Youtube: ο αγαπημένος σου πολιτικός αρχηγός "εξευτελίζει", "κατεδαφίζει", "γελοιοποιεί", "εξαφανίζει" τους αντιπάλους του, ανεξαρτήτως εάν οτιδήποτε από τα ανωτέρω συνάδει έστω και κατ’ ελάχιστον με το τι έχει καταγραφεί στο ίδιο το βίντεο· δεν χρειάζεται να μπεις καν στον κόπο και να το κοιτάξεις.
Τούτων δοθέντων, το σκάνδαλο που ξέσπασε πρόσφατα γύρω από τη χρηματοδότηση της Ομάδας Αλήθειας (αλλά, κατ’ επέκτασιν, και κάθε άλλης κομματικής Ομάδας Μισής Αλήθειας) είναι αφελές, αν όχι βαθύτατα υποκριτικό. Σοβαρά τώρα; Πληρώνουμε από την τσέπη μας την εκάστοτε κυβερνητική προπαγάνδα και θα πρέπει να συμφιλιωθούμε με την ιδέα αυτή; Θα μου επιτρέψετε να επισημάνω ότι πρόκειται για δύο εντελώς διαφορετικά ερωτήματα. Όσον αφορά το πρώτο, δεν έχω την παραμικρή αμφιβολία ότι τόσο η σημερινή κυβέρνηση, όσο και η
προηγούμενη, όσο και η προπροηγούμενη (μπορείτε να το τραβήξετε σε βάθος χρόνου έως την Τουρκοκρατία, μην σας πω στο Βυζάντιο και ακόμη παραπέρα), είναι παντελώς ικανή να φορτώσει στην καμπούρα μας το λογαριασμό για την προπαγάνδα της, έστω και αν –για τα
προσχήματα και μόνο- συγκαλύψει την κουτσουκέλα της πίσω από τον φερετζέ ενός ή και περισσότερων "ιδιωτών" χρηματοδοτών. Μάλιστα.
Ωραίοι τρόποι. Και πρέπει να συμφιλιωθούμε με την εν λόγω πρακτική, να την αποδεχτούμε ως μια μορφή πολιτικής ειμαρμένης; Όχι, δεν πρέπει να συμφιλιωθούμε. Και δεν είναι παρά η μία από τις πολλές κουτσουκέλες με τις οποίες δεν πρέπει να συμφιλιωθούμε.