Ένα από τα αγαπημένα σπορ της ελληνικής πολιτικής είναι η αναζήτηση του κατάλληλου δαίμονα. Π.χ. για το ΚΚΕ ό,τι και να συμβαίνει, φταίει ο καπιταλισμός. Για τον ΣΥΡΙΖΑ ο φταίχτης από την πανδημία μέχρι την τρύπα του όζοντος είναι ένας (ή μάλλον δύο): Ο Μητσοτάκης και ο νεοφιλελευθερισμός.
Τώρα έχουμε και την εκδοχή της ΝΔ: Για όλα φταίει ο ΣΥΡΙΖΑ και εσχάτως τα ΜΜΕ και οι λοιμωξιολόγοι που διαφωνούν με την κυβέρνηση.
Η αρνητική εξέλιξη στο υγειονομικό μέτωπο και το αυξανόμενο πολιτικό κόστος, όπως καταγράφεται στα ποιοτικά στοιχεία των δημοσκοπήσεων, ωθεί πλέον το κυβερνητικό επιτελείο, όχι απλά στην αποποίηση ευθυνών, αλλά και στην αναζήτηση βολικών "ενόχων".
Με άλλα λόγια, στην ερώτηση "ποιοι φταίνε", η απάντηση είναι απλή: Πάντα οι άλλοι.
Ο πρωθυπουργός έδωσε μια συνέντευξη (Star) όπου ούτε λίγο ούτε πολύ παραδέχτηκε ότι το μήνυμα προς τους πολίτες το τελευταίο δίμηνο είναι θολό. Αφού όμως προσπέρασε γρήγορα τις αντιφατικές δηλώσεις των υπουργών του, απέδωσε την ευθύνη στα ΜΜΕ που φιλοξενούν γιατρούς με διαφορετικές απόψεις και στους ίδιους τους γιατρούς που τις εκφράζουν δημοσίως.
Την ίδια ώρα που εξυμνούσε τον –εξαφανισμένο από την κοινή γνώμη- Σωτήρη Τσιόδρα, ταυτόχρονα υποστήριζε ότι δεν πρέπει να λέει δημοσίως τη –διαφορετική- γνώμη του, π.χ. για το άνοιγμα των σχολείων. Δηλαδή, να έχουμε Τσιόδρα α λα καρτ.
"Αυτοί οι οποίοι μειοψήφησαν (σ.σ. στο θέμα των σχολείων) να μην βγουν στα κανάλια και να εξηγήσουν γιατί μειοψήφησαν από την στιγμή που υπάρχει μια απόφαση της Επιτροπής", είπε χαρακτηριστικά ο κ. Μητσοτάκης.
Αν το έλεγε αυτό ο προηγούμενος πρωθυπουργός, η "γαλάζια αστυνομία" δημοσιολόγων της –δήθεν- πολιτικής ορθότητας σε ΜΜΕ και social media θα ξεσπάθωνε με γραφικούς παραλληλισμούς για Βόρειες Κορέες και Βενεζουέλες. Τώρα είναι απλά Τετάρτη, "ναι αλλά ο Πολάκης καπνίζει" και "για τον Πετσίτη δε λέτε τίποτα"… Εντάξει, καταλάβαμε.
Το μήνυμα δεν ήταν τυχαίο, άλλωστε την ίδια ημέρα είχε προηγηθεί ο υφυπουργός Ακης Σκέρτσος, υποστηρίζοντας το ίδιο, αλλά η αντιπολίτευση με αντανακλαστικά Ρανταπλάν ούτε το κατάλαβε.
Σε μια πρωτοφανή υγειονομική κρίση, όπου κάθε χώρα και οι επιστήμονές της υποστηρίζουν και εφαρμόζουν αρκετά διαφορετικά πράγματα, το εάν η λύση είναι να λειτουργεί η επιτροπή των ειδικών ως… ΚΝΕ, μένει να κριθεί από τους πολίτες, ειδικά όσους δηλώνουν πραγματικά φιλελεύθεροι.
Η λογική "όποιος διαφωνεί να μη μιλάει" δεν μπορεί όμως να καλύψει τα λάθη, τις ανεπάρκειες και τις αντιφάσεις στη διαχείριση της πανδημίας, για την οποία την πρώτη και τελευταία ευθύνη έχει η κυβέρνηση που αποφασίζει. Ούτε οι γιατροί, ούτε οι δημοσιογράφοι.
Θα αναρωτηθεί ωστόσο κανείς αν δεν φέρουν ευθύνη και οι τελευταίοι. Προφανώς στο βαθμό που τους αναλογεί, αλλά συνιστά άρνηση της πραγματικότητας να θεωρεί κάποιος ότι η σύγχυση και ο εκνευρισμός των πολιτών προέρχεται από το τι λέει ένας γιατρός σε ένα τηλεοπτικό πρωινάδικο και όχι π.χ. όσα συνέβησαν στην Πάρνηθα και στην Ικαρία. Ή όταν ακούει κορυφαίο υπουργό και στενό συνεργάτη του πρωθυπουργού (Γεραπετρίτης) να υποστηρίζει ότι αν είχαμε περισσότερες ΜΕΘ, θα… πέθαιναν και περισσότεροι άνθρωποι.
Η δε άποψη περί τυραννίας της πλειοψηφίας που επιβάλει σιωπητήριο για το καλό μας διαψεύδεται από την ίδια την πραγματικότητα.
Ηταν η μειοψηφία της επιτροπής (π.χ. Σύψας) που ζητούσε μάσκες έξω από τον Σεπτέμβριο και δεν εισακούστηκε έγκαιρα.
Ηταν η μειοψηφία των ειδικών "που κακώς βγαίνουν στα κανάλια", οι οποίοι προειδοποιούσαν για τη Θεσσαλονίκη τον Οκτώβριο ώστε να μην γίνει Μπέργκαμο, αλλά η κυβέρνηση δεν ήθελε να στεναχωρήσει το χριστεπώνυμο πλήθος των ψηφοφόρων της στη γιορτή του Αγίου Δημητρίου, όπως ομολόγησε αργότερα ο υπουργός Άδωνις Γεωργιάδης.
Είναι η μειοψηφία των ειδικών που ζητούσαν αυστηρότερο lockdown αλλά για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, ώστε να είναι πιο αποτελεσματικό, σε αντίθεση με το αιώνιο πλαδαρό lockdown που επιλέχθηκε και από τον Φεβρουάριο σταμάτησε ουσιαστικά να έχει αποτέλεσμα.
Είναι η μειοψηφία των ειδικών που ζητούσαν να αλλάξουν τα παράλογα χωροταξικά και χρονικά μέτρα περιορισμού, ειδικά τα Σαββατοκύριακα, για να μη συγκεντρώνεται ο κόσμος στα σπίτια και εκτοξεύεται η μετάδοση, όπως και έγινε, πάλι με μεγάλη καθυστέρηση.
Όπως επίσης, είναι προφανώς αντιφατικό το να μένουν κλειστά τα μικρά εμπορικά καταστήματα σε περιοχές που ανοίγουν τα σχολεία και μάλιστα να… απαγορεύεται να το συζητάμε κιόλας.
Και αυτά είναι μόνο ελάχιστα παραδείγματα.
Ουδείς βέβαια αμφισβητεί ότι στη δημοκρατία αποφασίζει η πλειοψηφία. Είτε πρόκειται για την εκλεγμένη κυβέρνηση, το κοινοβούλιο, μια σύνθεση δικαστηρίου ή μια επιτροπή γιατρών.
Η πλειοψηφία αποφασίζει, όμως δεν σημαίνει ότι έχει πάντα δίκιο ή ότι είναι υπεράνω κριτικής. Και κυρίως δεν πρέπει να ξεχνά ότι δεν θα είναι για πάντα πλειοψηφία...