Αρνούμαι να αποδεχθώ πως στην Ελλάδα της ανεργίας του 50% στους κάτω των 30 ετών και της φυγής στο εξωτερικό χιλιάδων νέων για μια θέση στον ήλιο της εργασίας, υπάρχουν γονείς που στερούν από τα παιδιά τους το πολυτιμότερο αγαθό, αυτό της παιδείας, εξαιτίας της φοίτησης προσφυγόπουλων στις ίδιες σχολικές αίθουσες αλλά σε διαφορετικό ωράριο.
Πιστεύω ότι ακόμη και η ιδεολογική τύφλωση και ο φανατισμός έχει ένα όριο ειδικά όταν αυτό σχετίζεται με ό,τι πιο πολύτιμο διαθέτουμε σε αυτήν τη ζωή, τα παιδιά μας.
Φαίνεται όμως πως όχι! Οι άνθρωποι αυτοί -δεν έχει σημασία ποιοι ούτε πού αφού δεν είναι σωστό να στοχοποιούνται ολόκληροι τόποι- εξέδωσαν και σχετική ανακοίνωση στην οποία αναφέρουν ότι «Αποφασίσαμε την αποχή των παιδιών μας από τα μαθήματα ως διαμαρτυρία της φοίτησης των παιδιών των προσφύγων στο σχολείο».
Στην ανακοίνωσή τους μιλούν για λόγους υγιεινής και για έλλειψη ενημέρωσης. Φυσικά τίποτε από τα δύο δεν ισχύει και δεν έχει κανέναν νόημα η αντιπαράθεση επιχειρημάτων επ’ αυτού.
Ποιοι όμως είναι αυτοί οι άνθρωποι; Γιατί δεν αντέδρασαν στο παρελθόν, όταν από τη δεκαετία του ’80 δύο εκατομμύρια οικονομικοί πρόσφυγες από τις πρώην ανατολικές χώρες ήρθαν στην Ελλάδα και τα παιδιά τους πήγαν στα σχολεία όλης της χώρας; Είναι ο συνδυασμός οικονομικής κρίσης και προσφυγικού που τους έκανε να αντιδράσουν; Είναι που ο πολιτικός βραχίονας παρόμοιων σκοταδιστικών αντιλήψεων (Χρυσή Αυγή) εκπροσωπείται στη Βουλή, γεγονός που τους παρέχει μια επίφαση νομιμότητας σε παρόμοιες πράξεις;
Θα αναφερόμουν στη υποχρεωτικότητα της 12ετούς εκπαίδευσης των Ελληνόπουλων από το Σύνταγμα αν δεν ήμουν σίγουρος ότι οι φορείς παρόμοιων αντιλήψεων γράφουν στα παλαιότερα των υποδημάτων τους τη νομιμότητα.
Η ουσία είναι πως σήμερα (Πέμπτη), στην πρωινή βάρδια του συγκεκριμένου σχολείου πήγαν 32 από τους 130 και πλέον μαθητές του σχολείου. Είναι κρίμα για τα παιδιά αυτά και κρίμα για την κοινωνία του μέλλοντος στην οποία θα ανδρωθούν, θα προσφέρουν και θα υπηρετήσουν.
Θα θυμίσω μόνο τα λόγια μιας μαθήτριας σε χωριό της επαρχίας Λευκωσίας, που συμμετείχε στο Πρόγραμμα Αλφαβητισμού στο Γυμνάσιο που εφάρμοσαν οι κυπριακές αρχές το 1989-90, στα Γυμνάσια Ομόνοιας και Επισκοπής Λεμεσού: «Όταν πήρα προβιβάσιμο βαθμό, ήθελα να το φωνάξω τόσο δυνατά, που να το ακούσουν στο άλλο χωριό!».
Στο δικό μας χωριό τι φωνάζουμε και ποιοι μας ακούν;