
Η Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί μια ένωση κρατών, τα οποία αποφάσισαν να παραιτηθούν από ένα μέρος της ανεξαρτησίας τους, για να επωφεληθούν από μια σειρά κοινών δράσεων, κυρίαρχη των οποίων είναι η νομισματική ένωση. Στην πορεία βέβαια προτάχθηκε ως κοινό όραμα και μια πολιτική ένωση ως ομοσπονδία κρατών ή κάτι παρόμοιο. Αυτά αφορούσαν την περίοδο πριν το 2008.
Έτσι, διερωτάται ο μέσος Ευρωπαίος πολίτης, ο οποίος πιστεύει και ελπίζει σε μια ενωμένη Ευρώπη και σέβεται τις αξίες και τις αρχές πάνω στις οποίες οικοδομήθηκε, πού είναι η αλληλεγγύη που αποτελεί κυρίαρχο, συνδετικό στοιχείο της Ένωσης;
Με την έναρξη της κρίσης και κυρίως μετά το 2010, μερικές χώρες, μεταξύ των οποίων και η χώρα μας, βρέθηκαν πολύ κοντά στην χρεοκοπία. Η διαχείριση της κρίσης, αλλά και τα αντικειμενικά γεγονότα που ακολούθησαν, οδήγησαν την Ευρωπαϊκή Ένωση σε μια νέα διχοτόμηση. Σε χρεώστριες και πιστώτριες χώρες, σε ενάρετες (Βορράς) και σε προβληματικές (Νότος). Η Ευρώπη αυτή τη στιγμή ουσιαστικά είναι χωρισμένη στα δύο.
Από τη μια μεριά έχουμε τη Γερμανία, την Ολλανδία και κάποιες σκανδιναβικές χώρες, που επιμένουν στην εφαρμογή πολιτικών σκληρής λιτότητας για τις νότιες, προβληματικές χώρες, διατηρώντας βέβαια για τον εαυτό τους το χαμηλό κόστος εξυπηρέτησης των δικών τους χρεών, και από την άλλη σχεδόν ολόκληρο το Νότο που παραπαίει πνιγμένος στα χρέη, στην ύφεση, στην πιστωτική ασφυξία και στην κοινωνική εξαθλίωση. Κέρδη συνεπώς για τους μεν, ζημιές για τους δε. Έτσι, διερωτάται ο μέσος Ευρωπαίος πολίτης, ο οποίος πιστεύει και ελπίζει σε μια ενωμένη Ευρώπη και σέβεται τις αξίες και τις αρχές πάνω στις οποίες οικοδομήθηκε, πού είναι η αλληλεγγύη που αποτελεί κυρίαρχο, συνδετικό στοιχείο της Ένωσης;
Η Γερμανία, ως ηγεμονική οικονομική δύναμη, φαίνεται να μη συνειδητοποιεί, ότι το βραχυπρόθεσμο κέρδος που αποκομίζει από την κρίση, επωφελούμενη σε μεγαλύτερο βαθμό από το κοινό νόμισμα καταγράφοντας πλεόνασμα στο ισοζύγιο πληρωμών της πάνω από 200 δισ. ευρώ, δεν πρέπει να την εμποδίζει στη λήψη αποφάσεων που θα διασφαλίζουν μια μακρόχρονη προοπτική για το μέλλον του συνόλου των χωρών της Ευρώπης. Παρά τις δηλώσεις χειλέων, όπως του πρώην Καγκελαρίου Σρέντερ ότι «η Γερμανία είναι μεγάλη χώρα για να σκέφτεται μόνο τον εαυτό της», ή την υιοθέτηση του Μανιφέστου για την Ευρώπη των τριών σοφών (Habernas, Bofinger και Nida-Ruemelin) εκ μέρους του συγκυβερνώντος σοσιαλδημοκρατικού κόμματος, στην πράξη η ασκούμενη πολιτική παραμένει η ίδια.
Δηλώσεις πίστης στο Ευρώ, είτε προέρχονται από την Καγκελάριο κ. Merkel, είτε από τον Διοικητή της ΕΚΤ κ. Draghi δεν επαρκούν για να λύσουν το πρόβλημα.
Εμποδίζει για παράδειγμα την εισαγωγή των Eurobonds, ως μοναδικού εργαλείου, τόσο για τη δραστική μείωση των επιτοκίων στις υπερχρεωμένες χώρες, κάτι που θα βοηθούσε και στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεών τους, όσο και για την απεμπλοκή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας από την ανάγκη να προβαίνει σε αθρόες αγορές κρατικών ομολόγων. Έτσι, αντί με την καθιέρωση των Eurobonds να δοθεί ένα τέλος, διαιωνίζεται η ευρωπαϊκή κρίση, με τις γνωστές καταστροφικές οικονομικές συνέπειες, αλλά και τις άγνωστες κοινωνικές αναταράξεις που μπορεί να προκαλέσει.
Δηλώσεις πίστης στο Ευρώ, είτε προέρχονται από την Καγκελάριο κ. Μέρκελ, είτε από τον Διοικητή της ΕΚΤ κ. Ντράγκι δεν επαρκούν για να λύσουν το πρόβλημα. Αυτό που χρειάζεται η Ευρώπη είναι πραγματική αλληλεγγύη για τις φτωχότερες χώρες και όχι λιτότητα με την οποία τιμωρούνται οι πολίτες ενώ αυτοί που προκάλεσαν την χρηματοπιστωτική κρίση παραμένουν στο απυρόβλητο.
Η επίδειξη αλληλεγγύης εξάλλου, δεν είναι ζητούμενο της εποχής, δηλαδή δημιούργημα της κρίσης, αλλά απαίτηση που απορρέει από την ίδια τη σύμβαση του Maastricht, όπου γίνεται συχνά αναφορά στην ανάγκη δημιουργίας συνθηκών στήριξης και αλληλοβοήθειας μεταξύ των κρατών-μελών. Στο προοίμιο μάλιστα της σύμβασης εκφράζεται η επιθυμία για «εμβάθυνση της αλληλεγγύης των εθνών λαμβάνοντας υπόψη την ιστορία, τον πολιτισμό και της παραδόσεις του καθενός».
Αν κρίνει κανείς από την πολιτική λιτότητας, την οποία επέβαλλαν οι ισχυρές χώρες τα τελευταία χρόνια στις αδύναμες και προβληματικές, μόνο την εμβάθυνση της αλληλεγγύης δεν εξυπηρετεί.
Αν κρίνει κανείς από την πολιτική λιτότητας, την οποία επέβαλλαν οι ισχυρές χώρες τα τελευταία χρόνια στις αδύναμες και προβληματικές, μόνο την εμβάθυνση της αλληλεγγύης δεν εξυπηρετεί. Αντίθετα, η πολιτική αυτή αποδομεί κάθε βασική ευρωπαϊκή ιδέα στην πράξη και παρέχει στους κάθε λογής ευρωσκεπτικιστές επιχειρήματα για να βάλουν κατά της ενιαίας Ευρώπης.
Για να πάρει συνεπώς σάρκα και οστά η επιταγή του συμφώνου του Maastricht, η εισαγωγή των Eurobonds θα σήμαινε μια καλή αρχή. Η χρηματοδότηση των χωρών σε μια κοινή επιτοκιακή βάση θα αποτελούσε πράξη αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών και θα συνέβαλε στην ανάπτυξη του αισθήματος δικαιοσύνης ανάμεσα στους πολίτες της Ευρώπης. Είναι ανάγκη το γρηγορότερο να επιστρέψουμε στις αξίες που χαρακτήριζαν επί πολλές δεκαετίες τη λειτουργία της Ευρώπης και τη διαφοροποιούσαν από τους άλλους κρατικούς σχηματισμούς.
- Ο Χαράλαμπος Γκότσης είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr