Για μια σειρά ντοκιμαντέρ η οποία πραγματεύεται το θρυλικό ζευγάρι του Χόλιγουντ και μεταδόθηκε πρόσφατα από το OCS, ο συγγραφέας και σκηνοθέτης Bertrand Tessier συναντήθηκε με τον γιο του Χάμφρεΐ Μπόγκαρτ και της Λορίν Μπακόλ στη Φλόριντα, λίγες εβδομάδες πριν από το θάνατο της μητέρας του. Γεννημένος στις 6 Ιανουαρίου του 1949, ο Στέφεν Μπόγκαρτ ζει σε μια υπέροχη, καταπράσινη έπαυλη στη Νάπολης.
Την ώρα της συνέντευξης ο Στέφεν Μπόγκαρτ καθόταν στην αγαπημένη δερμάτινη καρέκλα του πατέρα του. Αυτή η καρέκλα, βέβαια, δεν είναι το μόνο αντικείμενο που γεμίζει το σπίτι του με την ανάμνηση των γονιών του -εκεί που ζει με την αρραβωνιαστικιά του Κάρλα- , αφού παντού υπάρχουν φωτογραφίες της οικογένειας Μπόγκαρτ.
Η μητέρα του
Ο Στέφεν μίλησε για τα φτωχά παιδικά χρόνια της Λορίν Μπακόλ: «Ζούσαν στο Μπρούκλιν. Ο πατέρας της μητέρας μου παράτησε τη γυναίκα του και το παιδί του όταν ήταν 2 χρονών και έτσι η μητέρα της αναγκάστηκε να μετακομίσει στη Νέα Υόρκη, στο Μπρούκλιν. Είχαν πάντα λίγα χρήματα, τόσα όσα για το απαραίτητο φαγητό και λίγα ρούχα. Η μητέρα μου όταν μεγάλωσε και αποφάσισε να σπουδάσει θέατρο ανγκάστηκε να δουλέψει ταξιθέτρια σε έναν κινηματογράφο».
Η γνωριμία της Λορίν Μπακόλ και του Χάμφρεΐ Μπόγκαρτ και ο γάμος
Το πλατό της ταινίας «Το λιμάνι της αγωνίας» στάθηκε μοιραίο για τη ζωή της Λορίν Μπακόλ που συνάντησε εκεί τον Χάμφρεΐ Μπόγκαρτ. Όπως λέει ο γιος της «Ναι, τότε ήταν παντρεμένη με τον Μάριο Μέτο, αλλά δεν ήταν ευτυχισμένοι. Ο γάμος τους ήταν μια ανάσα από το τέλος του. Χώρισαν λίγο μετά τη συνάντησή του πατέρα μου με τη μητέρα μου. Εκείνη ήταν μόλις 19 χρονών και εκείνος 44 όταν συναντήθηκαν».
Η δημοσιοποίηση της σχέσης τους βρήκε τη μητέρα της Μπακόλ προβληματισμένη και διστακτική. «Όταν, όμως, η γιαγιά μου συνάντησε τον πατέρα μου όλα τακτοποιήθηκαν, αφού συνειδητοποίησε ότι είχε να κάνει με έναν ειλικρινή άνθρωπο που δεν επρόκειτο να της κάνει κακό και θα την πρόσεχε», λέει ο Στέφεν Μπόγκαρτ.
Το ζευγάρι αποφάσισε να παντρευτεί στο αγρόκτημα του Λούις Μπρόντφιλντ, του συγγραφέα του «Monsoon» και βραβευμένου με Πούλιτζερ, στο Οχάιο. «Είναι ένα όμορφο μέρος εκεί που παντρεύτηκαν. Ο γάμος τους έγινε εκεί γιατί ο πατέρας μου αγαπούσε τη φύση και δεν ήθελε να βλέπουν το φως της δημοσιότητας οι προσωπικές τους στιγμές. Οι φίλοι του δεν ήταν ηθοποιοί και όσοι ήταν δεν είχαν εμμονή με τη φήμη. Δεν ήθελε να περιβάλλεται από την... ελίτ του Χόλιγουντ, με τις κάμερες στραμμένες πάνω του» περιγράφει ο γιος του Μπόγκαρτ και της Μπακόλ.
Η γέννησή του σηματοδότησε το τέλος του σινεμά για το ζευγάρι , αφού όταν γεννήθηκε -όπως λέει- είχαν ήδη πάρει την απόφαση να ένας παό τους υδο τους να μείνει στο σπίτι με το παιδί. «Θα υπολόγιζαν να μεγαλώσω λίγο για να ξεκινήσουν πάλι να κάνουν ταινίες, αλλά όλα ανατράπηκαν αφού ο πατέρας μου αρρώστησε. Η μητέρα μου ήταν που ήθελε παιδιά, όχι ο πατέρας μου. Μάλιστα, ο Χάμφρεΐ έλεγε «Δεν έχω παιδιά, επειδή δεν πίνουν»! Όταν αρρώστησε άρχισα να έρχομαι πιο κοντά του κι εκείνος σε μένα. Η μητέρα μου ήταν πάντα δίπλα του , αυτός ήταν ο όρος του, την ήθελε μαζί του παντού και πάντα. Μεγάλωσα με νταντάδες γιατί η μητέρα μου ήταν πραγματικά πάντα μαζί του».
Το πάθος του Χάμφρει Μπόγκαρτ και η ασθένεια
Η προσωπικότητα του Χάμφρεΐ Μπόγκαρτ, όπως και η σχέση του με τη Λορίν Μπακόλ, περιγράφεται γλαφυρά από τον γιο τους, ο οποίος μιλάει για την εμμονή του Μπόγκαρτ και τον όρο που είχε θέσει στη Μπακόλ: «Δεν ήταν ποτέ μέρος της αγέλης του Χόλιγουντ. Αγαπούσε με πάθος τους φίλους του, τη θάλασσα και το σκάφος του. Το μεγαλύτερο πάθος του πατέρα μου ήταν το «Santana», ένα ιστιοφόρο 56 ποδιών, με το οποίο συμμετείχε σε αγώνες ιστιοπλοΐας. Το «Santana» ήταν πολύ σημαντικό γι 'αυτόν, ήταν διαφυγή του. Δεν χρειαζόταν μέσα στη θάλασσα, όταν ήταν με το σκάφος του, να ανησυχεί για δημοσιογράφους, φωτογράφους ή κουτσομπολιά. Τριανταπέντε από τα Σαββατοκύριακα του χρόνου τα περνούσε στη θάλασσα. Όταν αρρώστησε ένα από τα χειρότερα πράγματα γι' αυτόν ήταν ότι στερούνταν τη θάλασσα. Η μητέρα μου δεν ήθελε να πηγαίνει στο σκάφος γιατί είχε ναυτία και ο πατέρας μου δεν ήθελε γυναίκες στη βάρκα, γιατί με μια γυναίκα πάνω στο σκάφος δεν μπορούσε να κατουρήσει άνετα στη θάλασσα! Η διαφορά της ηλικίας τους ήταν τόσο μεγάλη, ώστε ένας απαραίτητος όρος για τον γάμο τους ήταν ότι ο πατέρας μου μπορεί να συνεχίσει να κάνει ό, τι έκανε και πριν και να κάνει ό,τι θέλει στο σκάφος μαζί με τον Ντέιβιντ Νίβεν, τον Φρανκ Σινάτρα και τον Ρίτσαρντ Μπάρτον».
Τα δύσκολα χρόνια της αρρώστιας του Μπόγκαρτ θα μείνουν χαραγμένα στο μυαλό του γιου του: «Δεν ήθελε κανείς να τον δει σε αυτή την κατάσταση. Ήθελε να τον θυμόμαστε ζωντανό και υγιή. Η μητέρα μου σεβόταν την επιλογή του. Το δωμάτιο του ήταν στον πρώτο όροφο του σπιτιού μας στο Mappleton Drive στο Μπέβερλι Χιλς. Κατέβαινε για μια ώρα στο σαλόνι και όταν έρχονταν οι φίλοι του να τον επισκεφθούν, μιλούσε και έπινε ένα ποτό μαζί τους σαν να μη συνέβαινε τίποτα. Τις τελευταίες του μέρες ήθελε να τις περάσει στο σπίτι με την οικογένειά του. Αρνήθηκε να πάει στο νοσοκομείο. Μετά τον θάνατό του η μητέρα μου πούλησε το σπίτι και πήγαμε στο Bel Air σε ένα όμορφο σπίτι, που εγώ το μισούσα γιατί ήταν μακριά από τους φίλους μου, μακριά από τα πάντα».
Ένας έρωτας για πάντα
«Ναι, ο πατέρας μου ήταν η μοναδική αγάπη της μητέρας μου. Μπορεί να παντρεύτηκε αργότερα τον Τζέισον Ρόμπαρτς, αλλά ο Χάμφρεΐ Μπόγκαρτ παρέμεινε πάντα η μεγάλη της αγάπη. Τον σύγκρινε με όλους. Τον αγαπούσε πραγματικά και δεν μπορούσε να πιστέψει ότι θα πέθαινε στην ακμή της ζωής του,ενώ εκείνη είχε ονειρευτεί ότι θα μείνουν μαζί για πάρα πολλά χρόνια και εκείνος θα έβλεπε τα παιδιά του να μεγαλώνουν».
Τα λόγια του Στέφεν Μπόγκαρτ, με τα οποία έκλεισε τη συνέντευξή του μπορούν να φτιάξουν μόνα τους μια ολόκληρη Χολιγουντιανή παραγωγή, μία ταινία ασίγαστου πάθους, με ρομαντισμό και δυστυχώς χωρίς ευτυχισμένο τέλος.
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr