
Την αίσθηση ότι η εγκληματικότητα καλπάζει και αναβαθμίζεται δίνουν τις τελευταίες ημέρες τα νέα περιστατικά ληστειών πουν έχουν συγκλονίσει το πανελλήνιο. Και όταν μιλά κανείς για «καλπασμό» δεν αναφέρεται απαραίτητα στα νούμερα και τους αριθμούς αλλά στο είδος και στον τρόπο των εγκληματικών πράξεων που βλέπουν το φως της δημοσιότητας και δημιουργούν ένα κλίμα τεράστιας ανασφάλειας στην κοινωνία.
Οι πολίτες παρακολουθούν με κομμένη την ανάσα την υπόθεση του 52χρονου επιχειρηματία που έπεσε θύμα ληστείας στην Κηφισιά και βρίσκεται διασωληνωμένος στη ΜΕΘ του νοσοκομείο «Γ. Γεννηματάς» δίνοντας μάχη για τη ζωή του. Παρατηρεί ακόμη υποθέσεις στις οποίες οι δράστες μπαίνουν ακόμη και σε σπίτια ακόμη ηλικιωμένων γυναικών, όπως συνέβη πριν από μερικές ημέρες στη Σαλαμίνα, για μερικές δεκάδες ευρώ ή απειλούν με όπλα όποιον βρουν μέσα στην οικία όπου εισβάλουν. Όπως για παράδειγμα με τη ληστεία που έγινε σε μονοκατοικία στη Γλυφάδα.
Με αυτό το κλίμα ανησυχίας και ανασφάλειας που -δικαίως ή αδίκως- αισθάνεται ο πολίτης έρχεται σε ευθεία αντιπαράθεση ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζει την κατάσταση ο αρμόδιος υπουργός, με ιδιαίτερα αμφιλεγόμενες δηλώσεις.
Οι δηλώσεις του υπουργού
Η αρχή έγινε με την υπόθεση του 88χρονου που πυροβόλησε εναντίον δύο ληστών που μπήκαν στο σπίτι του: «Όλοι οι άνθρωποι που σκέφτονται κάπως συνετά σε αυτή τη χώρα καταδικάζουν φυσικά τις εγκληματικές πράξεις αλλά επίσης και τις περιπτώσεις αυτοδικίας. Εδώ δεν είμαστε Φαρ Ουέστ, δεν μπορεί ο κάθε πολίτης να κατέχει και να κάνει χρήση όπλου από μόνος του απλά γιατί βρέθηκε σε δύσκολη θέση. Εδώ πρέπει να εφαρμόζονται οι κανόνες και οι αρμόδιες αρχές είναι που έχουν το δικαίωμα της νόμιμης βίας».
Και ακολούθησε ακόμη μια δήλωση, λίγες μόλις ημέρες μετά, με αφορμή τον σοβαρό τραυματισμό του επιχειρηματία στην Κηφισιά, μετά την εισβολή αγνώστων στην οικία του: «Γνωρίζουμε ότι ο κόσμος δεν είναι αγγελικά πλασμένος και χωρίς προβλήματα. Ωστόσο καταβάλουμε κάθε προσπάθεια προκειμένου να μειωθούν τέτοιου είδους περιστατικά». Στην ίδια τοποθέτηση, ο κ. Τόσκας ανέφερε: «Στη διάρκεια του ‘17 σε σχέση με το ‘16, οι ληστείες σε σπίτια είναι γύρω στο 13%, αν θυμάμαι καλά, μειωμένες και ορισμένα άλλα στοιχεία είναι πολύ καλύτερα σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά».
Υπάρχουν δύο θεμελιώδη ζητήματα στις παραπάνω δηλώσεις του υπουργού:
Το πρώτο βασικό πρόβλημα δεν σχετίζεται τόσο με το περιεχόμενό τους όσο με το υποκείμενο της εκφοράς τους. Ο κ. Τόσκας δεν είναι ούτε κοινωνικός επιστήμονας που παρατηρεί μια κατάσταση ούτε εγκληματολόγος που διατυπώνει φιλοσοφικές κρίσεις για την ύπαρξη του κακού στις κοινωνίες. Αντιθέτως είναι ο πολιτικός προϊστάμενος που έχει την ευθύνη για την αντιμετώπιση της εγκληματικότητας στη χώρα. Είναι δηλαδή εκείνος που πρέπει με τις κινήσεις του να διαμορφώσει μια διαφορετική πραγματικότητα και όχι να διαπιστώνει σαν εξωτερικός παρατηρητής τι συμβαίνει. Επιπρόσθετα, οι συγκεκριμένες τοποθετήσεις του αποκρύπτουν επιμελώς τις ευθύνες του ίδιου για την κατάσταση που επικρατεί. Αυτή είναι άλλωστε και η βασική αιχμή των όσων καταλογίζει στον υπουργό η αντιπολίτευση.
Ποιοτική αναβάθμιση της εγκληματικότητας;
Το δεύτερο και εξίσου σημαντικό πρόβλημα σχετίζεται με την ουσία όσων λέει υπουργός. Το πολιτικό επιχείρημα του κ. Τόσκα είναι ότι επί της θητείας του η εγκληματικότητα και ειδικότερα οι ληστείες σε σπίτια μειώθηκαν κατά 13% και άρα τα πράγματα είναι λίγο καλύτερα. Επ'αυτού, αξίζει να ρίξει κανείς μια ματιά στα σχετικά στοιχεία της ΕΛΑΣ. Οι ληστείες σε σπίτια ήταν 708 για το 2017 κάτι που μεταφράζεται σε 1,9 ληστεία την ημέρα. Μόνο στην περιοχή της Αττικής οι ληστείες που σημειώθηκαν ήταν 498, δηλαδή πάνω από τις μισές. Αναφορικά με τις διαρρήξεις σε σπίτια αυτές ανήλθαν σε 22.043, δηλαδή 60 την ημέρα. Και πάλι το πρόβλημα εντοπίζεται σε μεγάλο βαθμό στην Αττική καθώς μόνο εκεί έλαβαν χώρα 12.809 διαρρήξεις. Κοντολογίς, στη χώρα σημειώνονται 2 ληστείες και 60 διαρρήξεις την ημέρα. Είναι προφανές ότι τα συγκεκριμένα νούμερα δεν ενδείκνυνται για πολιτικούς πανηγυρισμούς.
Ακόμη, όμως, και εάν τα παραπάνω στοιχεία στοιχειοθετούν μια μείωση των συγκεκριμένων μορφών εγκληματικότητας, δεν μπορούν να καταγράψουν αυτό που αναλυτές ονομάζουν ποιοτική αναβάθμιση της. Η μείωση, με άλλα λόγια, δεν σημαίνει ότι οι εγκληματικές πράξεις είναι και λιγότερο επώδυνες για τα θύματα. Αντιθέτως, εάν σημειώνονται λιγότερα τέτοια εγκλήματα, αυτά όμως οδηγούν σε μεγαλύτερη βλάβη προς τα θύματα -εάν για παράδειγμα στην πλειονότητα τους έχουν αιματηρή κατάληξη- το συνολικό αποτέλεσμα οδηγεί στο ίδιο ή ακόμη και σε αυξημένο κλίμα ανασφάλειας.
Στο ίδιο πλαίσιο, θα πρέπει κανείς ακόμη να επιμείνει και στο θέμα της διάρθρωσης των αστυνομικών δυνάμεων και των ενδεχόμενων ελλείψεων του επιχειρησιακού σχεδίου του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη για την συνολική αντιμετώπιση της εγκληματικότητας. Ένα από τα βασικά προβλήματα που επισημαίνουν όσοι γνωρίζουν καλά την κατάσταση και τα πράγματα είναι το γεγονός ότι σχεδόν το 1/3 των δυνάμεων της αστυνομίας χρησιμοποιούνται για την φύλαξη στόχων. Σε βάρος προφανώς της γενικότερης αστυνόμευσης και της επιχειρησιακής ετοιμότητας.
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr