
Τίποτε δεν είναι τόσο ρευστό και απροσδιόριστο στην ελληνική πολιτική σκηνή όσο η εκλογή ρυθμιστή του πολιτεύματος. Στις τέσσερις δεκαετίες ανεμπόδιστου κοινοβουλευτικού βίου, δημιουργήθηκαν όλων των ειδών οι πλειοψηφίες που απαιτούνται για την εκλογή Προέδρου: από την οριακή και με το ζόρι μέχρι την ευρύτατη και τη συναινετική. Αυτό που ορίζει το αποτέλεσμα είναι κάθε φορά η πολιτική συγκυρία και όχι η διάταξη των πολιτικών δυνάμεων στη Βουλή, όπως θα πίστευε κάποιος που γνωρίζει το ελληνικό πολιτικό σύστημα.
Ουσιαστικά η πρώτη προεδρική εκλογή με πολιτικό ενδιαφέρον, με σασπένς και με πολιτικές συνέπειες ήταν η «μίζερη», όπως η χαρακτήρισε ο ίδιος εκ των υστέρων, ανάδειξη του ίδιου Κωνσταντίνου Καραμανλή στην Προεδρία της Δημοκρατίας
Αυτό εξηγεί γιατί ο θεμελιωτής της Μεταπολίτευσης δυσκολεύτηκε να μεταπηδήσει στο προεδρικό αξίωμα, ή γιατί η ανάδειξη προέδρου οδήγησε μέχρι και σε ακρότητες. Αν εξαιρεθεί η δική του περίπτωση στις υπόλοιπες, οι συμβιβασμοί επιτυγχάνονταν σε πρόσωπα που είχαν κλείσει τον πολιτικό τους κύκλο, ενώ ποτέ έως τώρα δεν αναδείχτηκε στο ανώτατο πολιτειακό αξίωμα πρόσωπο προερχόμενο από την Αριστερά. Η περιπετειώδης διαδρομή του προεδρικού θεσμού παρακολουθεί τους κύκλους της Μεταπολίτευσης, τους επηρεάζει και επηρεάζεται από αυτούς.
Ο πρώτος Πρόεδρος της Γ' Ελληνικής Δημοκρατίας ήταν ένας μονοκομματικός πρόεδρος. Ο Μιχαήλ Στασινόπουλος, 71 ετών, ακαδημαϊκός, και βουλευτή Επικρατείας της Ν.Δ. εξελέγη το 1974, ως προσωρινός πρόεδρος με 206 ψήφους, αποκλειστικά από τη Ν.Δ. που είχε στην τότε Βουλή…. 220 έδρες.
Το ίδιο και ο επόμενος πρόεδρος που εξελέγη το 1975. Ο Κωνσταντίνος Τσάτσος πανεπιστημιακός, πρώην υπουργός, βουλευτής Επικρατείας της Ν.Δ. και στενός συνεργάτης του πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή έλαβε 210 ψήφους, σε σύνολο ψηφισάντων 295. Τον ψήφισαν πάλι οι βουλευτές της Ν.Δ. ενώ ως αντίπαλος του, που υποστηρίχθηκε από την Ενωση Κέντρου, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος. Το ΠΑΣΟΚ και η Ενωμένη Αριστερά ψήφισαν λευκό. Αυτό το παιχνίδι ήταν καθ' ολοκληρίαν ελεγχόμενο από τον Καραμανλή.
Ουσιαστικά η πρώτη προεδρική εκλογή με πολιτικό ενδιαφέρον, με σασπένς και με πολιτικές συνέπειες ήταν η «μίζερη», όπως η χαρακτήρισε ο ίδιος εκ των υστέρων, ανάδειξη του ίδιου Κωνσταντίνου Καραμανλή στην Προεδρία της Δημοκρατίας το 1980, για την όποια χρειάσθηκε ιδιαίτερη προετοιμασία, καθώς μετά τις εκλογές του 1977 η Ν.Δ. διέθετε μόνο 175 έδρες .
Τις δύο από τις πέντε που του έλειπαν τις εξασφάλισε ανοίγοντας την πόρτα της Ν.Δ. στον Κ. Μητσοτάκη και τον Αθ. Κανελλόπουλο το 1978 με αντάλλαγμα της υπουργοποίησή τους. Οι υπόλοιπες ώς τις 183 με τις οποίες εξελέγη τελικά, βρέθηκαν με αποσκιρτήσεις από την Εθνική Παράταξη, το ΚΟΔΗΣΟ και την ΕΔΗΚ που οδηγήθηκαν σε διάλυση μετά τις διαρροές υπέρ του Καραμανλή. Υποψήφιοι ήταν επίσης οι Γιάννης Ζίγδης της ΕΔΗΚ, ο Γιώργος Μυλωνάς του ΚΟΔΗΣΟ, ο Ηλίας Ηλιού, ο Λεωνίδας Κύρκος και Στέλιος Παπαθεμελής.
Αλλά η εκλογή που έμεινε -με αρνητικό πρόσημο- στην Ιστορία, ήταν η ανάδειξη του Χρήστου Σαρτζετάκη το 1985, που εξελίχθηκε σε σκληρή πολιτική σύγκρουση. Ηταν το πρόσωπο που πρότεινε ο Ανδρέας Παπανδρέου, διαψευδοντας την εντύπωση ότι θα επανεκλέξει τον Καραμανλή και συνδυάσθηκε με την τροποποίηση του Συντάγματος που αποδυνάμωνε το προεδρικό αξίωμα, όπως ανακοινώσε στην περίφημη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής στις 9 Μαρτίου.
Ο Καραμανλής παραιτήθηκε αμέσως και το πρώτο θέμα που ανέκυψε ήταν εάν ο πρόεδρος της Βουλής, Γιάννης Αλευράς -που τον αντικατέστησε τον Καραμανλή στην προεδρία της Δημοκρατίας- είχε δικαίωμα ψήφου ως βουλευτής. Πλείστοι όσοι συνταγματολόγοι, μεταξύ των οποίων και ο νεαρός τότε Βαγγέλης Βενιζέλος, τάχτηκαν υπέρ της ψήφου Αλευρά.
Το δεύτερο και ουσιώδες θέμα ήταν αν οι ψήφοι για την εκλογή Σαρτζετάκη επαρκούν καθώς στην πρώτη ψηφοφορία -που ήταν τότε μυστική- βρέθηκαν τρία λευκά και τρία άκυρα ψηφοδέλτια, ενώ η Ν.Δ. απείχε. Για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της διαρροής στην τελευταία ψηφοφορία τα ψηφοδέλτια υπέρ του Σαρτζετάκη ήταν μπλε και οι φάκελοι σχεδόν διαφανείς ώστε να διακρίνεται το περιεχόμενό τους.
Στην πρώτη ψηφοφορία ο Σαρτζετάκης πήρε 178 ψήφους με τρία άκυρα και ένα λευκό, αλλά κανείς δεν έμαθε ποτέ σε ποιον ανήκαν. Τελικά με τη μέθοδο των χρωματιστών ψηφοδελτίων και σκληρή επιτήρηση των υπόπτων για ανυπακοή ο Σαρτζετάκης εξελέγη Πρόεδρος στην τρίτη ψηφοφορία, στις 29 Μαρτίου, με 180 ψήφους ακριβώς -αν και στη συνέχεια όσοι τον εξέλεξαν μάλλον μετάνιωσαν.
Ηταν μια διαδικασία όνειδος για τον κοινοβουλευτισμό. Ο βουλευτής της Ν.Δ., Λευτέρης Καλογιάννης άρπαξε την κάλπη από την αίθουσα Ολομέλειας για να τη μεταφέρει στα γραφεία της Ν.Δ. Ο αντιπρόεδρος της Βουλής, Μιχαήλ Στεφανίδης, ερμήνευσε το Σύνταγμα με το πρωτότυπο επιχείρημα ότι απαιτεί τα ψηφοδέλτια να είναι ομοιόμορφα, αλλά δεν λέει και ομοιόχρωμα. Και την ίδια στιγμή το κτίριο της Βουλής είχε περικυκλωθεί από φανατικούς οπαδούς του ΠΑΣΟΚ που απειλούσαν όποιον βουλευτή δεν θα υπερψηφίσει τον «ανακριτή της υπόθεσης Λαμπράκη».
Αλλά η εκλογή που έμεινε -με αρνητικό πρόσημο- στην Ιστορία, ήταν η ανάδειξη του Χρήστου Σαρτζετάκη το 1985, που εξελίχθηκε σε σκληρή πολιτική σύγκρουση.
Το 1990 με τη Ν.Δ. νικήτρια των εκλογών χωρείς την απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή –είχε 150 έδρες- και τον Κ. Μητσοτάκη να σχηματίζει Κυβέρνηση με τη στήριξη του βουλευτή της ΔΗΑΝΑ Θεόδωρου Κατσίκη, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έλαβε 149 ψήφους στην πρώτη ψηφοφορία και οι συνυποψήφιοί του (Γιάννης Αλευράς από το ΠΑΣΟΚ και Κωνσταντίνος Δεσποτόπουλος από τον Συνασπισμό) 123 και 21 αντίστοιχα. Στη δεύτερη ψηφοφορία όπου απαιτούνται 151 ψήφοι, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έλαβε 153 ψήφους και εκλέχθηκε Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Συγκέντρωσε τις 150 ψήφους της Ν.Δ. και από μία από τους Θ. Κατσίκη, Α. Σαδίκ και Φ. Φαΐκογλου. Ουσιαστικά κατάφερε να εκλεγεί στην πέμπτη ψηφοφορία καθώς είχαν ήδη πραγματοποιηθεί χωρίς αποτέλεσμα άλλες τρεις, αφού είχε ήδη πραγματοποιηθεί διάλυση της Βουλής που αναδείχθηκε τον Νοέμβριο του 1989.
Το 1995 ήταν η σειρά του ΠΑΣΟΚ να δοκιμαστεί στην προεδρική εκλογή και να κινδυνεύει με εκλογές με τον Ανδρέα Παπανδρέου ασθενικό και πολλά εσωκομματικά προβλήματα. Διεσώθη με την πρόταση της Πολιτική Ανοιξης του Αντώνη Σαμαρά υπέρ της υποψηφιότητας του 70άρη Κωνσταντίνου Στεφανόπουλου, ενώ η Νέα Δημοκρατία πρότεινε τον Αθανάσιο Τσαλδάρη. Το αποτέλεσμα και στις τρεις ψηφοφορίες ήταν το ίδιο. Ο κ. Στεφανόπουλος συγκέντρωσε 181 ψήφους και εξελέγη Πρόεδρος της Δημοκρατίας, 170 του ΠΑΣΟΚ και 11 της ΠΟΛΑΝ. Ο συνυποψήφιός του Αθανάσιος Τσαλδάρης έλαβε 109 ψήφους από τη Ν.Δ. Εννέα βουλευτές του ΚΚΕ και ο Μιχάλης Παπακωνσταντίνου δήλωσαν «παρόντες».
Υστέρα από όλα αυτά φάνηκε να ωριμάζει το πολιτικό σύστημα και να τελειώνει η περιπέτεια της προεδρικής εκλογής. Τα Χριστούγεννα του 1999 ο Κ. Καραμανλής ως αρχηγό της Ν.Δ. δηλώνει ότι θα υπερψηφίσει υπέρ της επανεκλογής του Κ. Στεφανόπουλου που πρότεινε ήδη το ΠΑΣΟΚ και το πρόβλημα είχε ο Κ. Σημίτης που έψαχνε τρόπο να φέρει τις εκλογές πριν από την ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ και τελικά κατέφυγε στα εθνικά θέματα. Στις επόμενες δύο προεδρικές εκλογές του 2005 και του 2010 ο Κάρολος Παπούλιας, τον οποίο είχε προτείνει ο Κ. Καραμανλής, έκανε ρεκόρ εκλεγόμενος με 279 και 266 ψήφους αντίστοιχα.
Ωστόσο η συναινετική διάθεση δεν κράτησε πολύ. Ο Αλέξης Τσίπρας -στηριζόμενος στο κακό προηγούμενο του Γ. Παπανδρέου που απειλούσε να καταψηφίσει τον Παπούλια για να προκηρυχτούν πρόωρες εκλογές και μετά να τον.. ψηφίσει, σχεδιάζει να κάνει το ίδιο και ο κύκλος των προέδρων που εξασφάλιζαν ευρύτατη πλειοψηφία -κάτι που διευκολύνει το ρόλο τους στη συνέχεια- κλείνει.
Η προεδρική εκλογή επανέρχεται στη μέγγενη της κομματικής διαμάχης και δεν αποκλείεται να δούμε ακόμη και πρόεδρο εκλεγμένο με σχετική πλειοψηφία -με ό,τι σημαίνει αυτό για το μέλλον του θεσμού.
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr