Συμβιβαστική πρόταση για την Ελλάδα παρουσιάστηκε τη Δευτέρα στο εκτελεστικό συμβούλιο του ΔΝΤ, με στόχο την άρση του αδιεξόδου στις διαπραγματεύσεις με την Ελλάδα. Νωρίτερα την Πέμπτη, το Spiegel σε ανάλυσή του παρουσίασε ένα plan Β πέντε σημείων ώστε το Grexit να γίνει ένα "δευτερεύον ζήτημα", ενώ συμφωνία τριών σημείων μεταξύ Ελλάδας και δανειστών για χρέος, πλεονάσματα και μεταρρυθμίσεις προτείνει το ινστιτούτο Bruegel.
Η πρόταση του ΔΝΤ προβλέπει μία μεταβατική λύση, με μικρά πρωτογενή πλεονάσματα, επιλεγμένες μεταρρυθμίσεις, και επαρκείς λεπτομέρειες για το πώς θα επιτευχθούν. Σε αντάλλαγμα, οι πιστωτές θα προσφέρουν παράταση της διαπραγμάτευσης κατά 4-6 μήνες, με προσφορά ενός ποσού ικανού να καλύψει τις υποχρεώσεις της χώρας προς το ΔΝΤ και την ΕΚΤ – αλλά και την υπόσχεση για αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους στο μέλλον.
Όπως αναφέρει το αποκλειστικό ρεπορτάζ από την Ουάσινγκτον της ηλεκτρονικής έκδοσης της "Καθημερινής", την πρόταση κατέθεσε ο Βραζιλιάνος εκτελεστικός διευθυντής του ΔΝΤ, ο οποίος εκπροσωπεί τη χώρα του και έντεκα ακόμη χώρες στο Ταμείο, την περασμένη Δευτέρα, κατά τη διάρκεια μίας συνεδρίασης του εκτελεστικού συμβουλίου για την οικονομία της Ευρώπης.
Οπως είπε στο συμβούλιο, «η προηγούμενη και κυρίως αυτή η ελληνική κυβέρνηση έχουν χωρίς αμφιβολία σημαντικό μερίδιο της ευθύνης για την δύσκολη κατάσταση στην οποία βρίσκεται η χώρα. Αλλά ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθο βαλέτω. Οι αρχές της Ευρωζώνης, οι τράπεζες και το ΔΝΤ επίσης έχουν ευθύνη». Σημείωσε, πάντως, ότι το Ταμείο έχει τουλάχιστον κάνει κάποια αυτοκριτική.
Η πρόταση του Spiegel
"Χρειάζεται ένα σχέδιο με το οποίο θα μπορέσουν να ζήσουν πολιτικά τόσο οι δανειστές όσο και η Ελλάδα", σημειώνει ο αρχισυντάκτης του οικονομικού τμήματος του γερμανικού περιοδικού, Christian Rickens, και εξηγεί ότι δεν ωφελεί αυτή τη στιγμή να γίνουν απλά κάποιες περικοπές ή να εξαναγκαστεί η Ελλάδα, όπως "ένα μικρό παιδί για να ταχτοποιήσει το δωμάτιό του".
1. Κανένα νέο πρόγραμμα βοήθειας
Τα 7,2 δισ. ευρώ που απομένουν από το δεύτερο πρόγραμμα πρέπει να εκταμιευτούν, αρκεί η Αθήνα αποδεχτεί τα επόμενα 4 σημεια. Την ίδια στιγμή οι δανειστές πρέπει να αποκλείσουν ένα τρίτο πρόγραμμα, αλλά και να εγκαταλείψουν τις ψευδαισθήσεις για υπέρογκα πρωτογενή πλεονάσματα.
2. Αναπόφευκτη η αναδιάρθρωση χρέους
Το πρόβλημα χρεοκοπίας της Ελλάδας δεν έχει να κάνει με τα διμερή δάνεια των χωρών της Ευρωζώνης ή του ευρωπαϊκού μηχανισμού EFSF, η πληρωμή των οποίων (κεφάλαιο και τόκοι) έχουν αναστελεί έως το 2023. Το πρόβλημα βρίσκεται στα δάνεια της ΕΚΤ και του ΔΝΤ, δύο οργανισμών που για νομικούς και πολιτικούς λόγους δε μπορούν να δώσουν παράταση στην εξόφληση. Επομένως τα κράτη της Ευρωζώνης πρέπει να αναλάβουν αυτά τα δάνεια μέσω του ευρωπαϊκού μηχανισμού, χωρίς αποπληρωμή κεφαλαίου και τόκων έως το 2023 και με ρήτρα ανάπτυξης.
Αυτό θα μπορούσε να το "πουλήσει" στην Αθήνα ως νίκη ο Αλέξης Τσίπρας, αλλά και να το δεχτούν οι γερμανοί ψηφοφόροι της Α. Μέρκελ.
3. Επιβολή capital controls
Λόγω άγχους για έξοδο από το ευρώ οι Έλληνες σηκώνουν εκατομμύρια από τους τραπεζικούς λογαριασμούς τους. Αυτό πρέπει να σταματήσει και χρειάζονται περιορισμοί στις αναλήψεις μετρητών, αλλά και στα εμβάσματα.
4. Όχι πατρονάρισμα στους Έλληνες
Με διακοπή της εκροής κεφαλαίων και ρύθμιση του χρέους, η Ελλάδα μπορεί να νοικυρέψει τα οικονομικά της. Δε χρειάζονται νέες περικοπές, θα μπορούσαν να αυξηθούν οι φόροι ή ακόμη καλύτερα να ενισχυθεί η ανάπτυξη μέσω μεταρρυθμίσεων. Το κλειδί γι' αυτό είναι να τις επιλέξουν οι ίδιοι οι Έλληνες τις μεταρρυθμίσεις αυτές και να μην τους επιβληθούν από τους δανειστές.
5. Η Αθήνα να αποφασίσει το Grexit.
Νομικά και πολιτικά είναι σχεδόν αδύνατο να εκδιωθεί η Ελλάδα από το ευρώ. Αν επιτευχθούν τα προηγούμενα 4 σημεία, η ερώτηση αυτή δεν έχει πίεση χρόνου για να απαντηθεί. Η Ελλάδα μπορεί να προσπαθήσει να ανακτήσει την ανταγωνιστικότητά της μέσω στο ευρώ ή να αποφασίσει να το κάνει μέσω της υποτίμησης ενός νέου εθνικού νομίσματος. Και οι δύο τρόποι είναι πιθανοί.
"Με τον τρόπο αυτό, το Grexit μετατρέπεται σε ένα δευτερεύον ζήτημα", καταλήγει το περιοδικό.
H πρόταση του Bruegel
Μια συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και εταίρων απαιτεί τρία απαραίτητα στοιχεία, σημειώνει ο G. B. Wolff σε άρθρο του που δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα του οργανισμού Bruegel:
1) χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα από αυτά που ζητούνται,
2) μικρές ενέργειες αναφορικά με το χρέος και
3) θεσμικές μεταρρυθμίσεις
Όπως σημειώνει ο αρθρογράφος, αναφορικά με το θέμα του πρωτογενούς πλεονάσματος η διαφορά ανάμεσα στην πρόταση της ελληνικής πλευράς και των ευρωπαίων είναι ουσιαστική και έχει να κάνει με την επίπτωση που θα έχουν τα πλεονάσματα αυτά στο ΑΕΠ της χώρας. Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, μια δημοσιονομική προσαρμογή της τάξης του 1% του ΑΕΠ κάθε χρόνο θα οδηγήσει σε απώλειες στο ΑΕΠ της τάξης του 1%. Η Ελλάδα -σημειώνει ο αρθρογράφος- έχει ένα δίκιο που ζητά χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσμα, δεδομένου ότι έχει ήδη χάσει το 25% του ΑΕΠ της. Τα πλεονάσματα αυτά πρέπει να είναι 0,75% για φέτος, 1,25% για το 2016 και 2,5% για τα επόμενα χρόνια.
Αναφορικά με τον δεύτερο παράγοντα, το ύψος του δημόσιου χρέους, ο αρθρογράφος σημειώνει πως αυτό σχετίζεται με μια σειρά θεμάτων που πρέπει να εξεταστούν. Ένα από τα πιο διαμφισβητούμενα ζητήματα αφορά το πρόγραμμα αποπληρωμών προς το ΔΝΤ. Όπως σημειώνει, σε αντίθεση με τις παραχωρήσεις που έκανε το 2012 το Eurogroup παρατείνοντας την αποπληρωμή των δανείων κατά 15 χρόνια (οι αποπληρωμές θα αρχίσουν το 2023), το ΔΝΤ μέχρι στιγμής έχει αρνηθεί να κάνει κάτι τέτοιο. Ένα λογικό βήμα θα ήταν να ζητηθεί από ΔΝΤ να αλλάξει στρατηγική. Πρόκειται για 30 δισ. που πρέπει να αποπληρωθούν μέχρι το 2021. Θα μπορούσε λοιπόν, αναφέρει ο αρθρογράφος να δοθεί μια περίοδος χάριτος και μια αναβολή της αποπληρωμής του ΔΝΤ. Το τελευταίο πρέπει να μοιραστεί την ευθύνη για τις αποτυχίες του προγράμματος.
Το τρίτο και πιο σημαντικό στοιχείο, σύμφωνα με τον Wolff, αφορά το ζήτημα της εμπιστοσύνης και της αυτοπεποίθησης. Το μεγαλύτερο ίσως μάθημα της πρόσφατης αναταραχής είναι ότι μια οικονομία δεν μπορεί να αναπτυχθεί εάν δεν υπάρχει εμπιστοσύνη στην οικονομία. Από τότε που ανέλαβε την εξουσία ο ΣΥΡΙΖΑ και άρχισε τις διαπραγματεύσεις οι οποίες είχαν στοιχεία αντιπαράθεσης, έλαβε χώρα μια δραματική μείωση της εμπιστοσύνης. Τούτο σημαίνει ότι μια χώρα όπως η Ελλάδα χρειάζεται εμπιστοσύνη πάνω από όλα και η τελευταία είναι το αποτέλεσμα πολιτικής δράσης και οικοδόμησης εμπιστοσύνης με τους ευρωπαίους εταίρους, αναφέρει ο αρθρογράφος. Οι δομικές μεταρρυθμίσεις αποτελούν ένα σημαντικό στοιχείο για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης και τη βελτίωση των προοπτικών ανάπτυξης.
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr