
Οι παρακάτω στίχοι από το ποίημα "Αλαφροΐσκιωτος" καταδεικνύουν τον έντονο λυρισμό που διαπνέει την ποίηση του Άγγελου Σικελιανού, ενός φιλοσόφου-ποιητή που άφησε ανεξίτηλο στο στίγμα του στον πολιτισμό και την πνευματική κληρονομιά της Ελλάδας.
Ακούστε, ακούστε με! Αν ετρέμανε
στην κούνια τα βυζασταρούδια,
εμένα με νανούρισαν,
των αντρειωμένων τα τραγούδια.
Εμέ, λεχώνα η μάνα μου,
στην μπόρα τη μαρτιάτικη
που ‘χε τα ουράνια ανοίξει,
εσκώθη και με πήρε στην αγκάλη της
τον πρώτο κεραυνό για να μου δείξει!
Μάνα φωτιά με βύζαξες
κ’ είναι η καρδιά μου αστέρι;

Γέννημα-θρέμμα της Λευκάδας, ο Άγγελος Σικελιανός πρωτομύρισε το χώμα της στις 15 Μαρτίου του 1884. "Χώμα Λευκαδίτικο / πρωτόχωμα / τιτάνια ζύμη του κορμιού μου / του ίδιου μου του ακοίμητου μυαλού" αναφέρει σε ποίημά του, όμως ως "χώμα του" θεωρούσε και άλλα μέρη της Ελλάδας όπου έζησε, όπως η Αίγινα, η Σαλαμίνα, η Κορινθία, το Άργος, αλλά και οι Δελφοί.
Γιος του καθηγητή γαλλικών Ιωάννη Σικελιανού και της αρχόντισσας Χαρίκλειας, ο Άγγελος Σικελιανός είχε από μικρός έφεση στις τέχνες και τα γράμματα. Μόλις αποφοίτησε από το τετρατάξιο γυμνάσιο, γράφτηκε στη Νομική Σχολή της Αθήνας, ωστόσο δεν ολοκλήρωσε ποτέ τις σπουδές του εκεί.
Η οικονομική επιφάνεια της οικογένειάς του, παρά το γεγονός ότι είχε άλλα έξι αδέλφια, του επέτρεψαν να ταξιδεύει, να διαβάζει, να γράφει και να ερευνά την Αρχαία Ελλάδα που τόσο αγαπούσε.
Το 1909 δημοσίευσε την πρώτη του ποιητική συλλογή "Αλαφροΐσκιωτος", η οποία προκάλεσε ιδιαίτερη αίσθηση στους φιλολογικούς κύκλους, αναγνωριζόμενη ως έργοσταθμός στην ιστορία των νεοελληνικών γραμμάτων.
Η Εύα Πάλμερ και η "ανάσταση" της Δελφικής Αμφικτυονίας
Σημαντικό ρόλο στη ζωή και τη σταδιοδρομία του έπαιξε ο έρωτάς του και ο γάμος του με την αρχαιολόγο και χορογράφο Εύα Πάλμερ.
Η ίδια αποφάσισε να αφήσει τη φίλη της και ερωμένη της, Νάταλι Μπάρνεϊ, για να ακολουθήσει τον Λευκαδίτη ποιητή στην Ελλάδα. Μάλιστα, αγάπησε το νησί και το ησυχαστήριο του Σικελιανού, ένα νησάκι στην είσοδο της Λευκάδας, με ένα σπίτι και ένα ολιγομελές προσωπικό να το φροντίζει.

"Ο Σικελιανός με τη γυναίκα του ζούσαν χειμώνα καλοκαίρι σε μια σκηνή μια ζωή ροβινσώνων. Μια ανιψιά του Σικελιανού, μια υπηρέτρια, 3-4 ψαράδες - ιπποκόμοι και ένας μαύρος ήταν η συντροφιά και το προσωπικό τους.
Ψάρεμα με τα δύο μονόξυλα, κυνήγι στην απέναντι Ακαρνανία και έφιπποι περίπατοι πάλι στην Ακαρνανία με τα δυο ταχύτατα Σέρβικα άλογά τους. Η Εύα δεινή αμαζόνα, αληθινή της εποχής εκείνης αμαζόνα με τη χλαμύδα της που κυμάτιζε στον αέρα. Γιατί η Εύα ζούσε σαν αρχαία Ελληνίδα και έτσι ντυνότανε.
Χλαμύδα που κρατούσε μια πόρπη στη μέση, σανδάλια και τα πλούσια κόκκινα μαλλιά της συγκρατούσε μια ταινία με μαιάνδρους. Ο κόσμος τους αγαπούσε και τους σέβονταν, μα όταν περνούσε η Εύα η περιέργεια κατανικούσε το σεβασμό και τρέχανε όλοι να την δουν. "Τρεχάτε η "ζόρκα” (γυμνή)”", έγραφε το 1951 ο Τ. Μαμαλούκας στην εφημερίδα "Λευκάς".
Μαζί με την Αμερικανίδα σύζυγό του, ο Σικελιανός συνέλαβε το σχέδιο ν’ αναστήσει τη Δελφική Αμφικτυονία. Μαζί οργάνωσαν το 1927 και το 1930 με δικά τους έξοδα τις "Δελφικές Εορτές", με παραστάσεις αρχαίων τραγωδιών, με αγώνες και λαϊκές εκθέσεις, που τράβηξαν την προσοχή του κόσμου. Ωστόσο η επιτυχία δεν ήταν η αναμενόμενη και αυτό προκάλεσε προστριβές ανάμεσα στο ζευγάρι.
Έχοντας διαθέσει μεγάλο μέρος της περιουσίας της, η Πάλμερ χωρίζει με τον Σικελιανό και επιστρέφει στην πατρίδα της, από όπου όμως δεν σταμάτησε να στηρίζει οικονομικά και ηθικά το εγχείρημα του πρώην συντρόφου της, αλλά και δικό του. Αιτία του χωρισμού όμως ήταν και ο νέος έρωτας του ποιητή.
Τον Μάρτιο του 1938 ο Άγγελος Σικελιανός γνωρίζει την Άννα Καραμάνη, σύζυγο του φυματιολόγου Γεωργίου Καραμάνη, την οποία ερωτεύεται κεραυνοβόλα ζητάει από την Εύα να χωρίσουν. Αυτή συναινεί, όπως και ο γιατρός Καραμάνης. Ο γάμος τους θα γίνει στις 17 Ιουνίου του 1940.
Η φιλία με τον Νίκο Καζαντζάκη

Η γνωριμία του το 1914 με τον Νίκο Καζαντζάκη αποτέλεσε σταθμό στη ζωή του Σικελιανού, αφού μαζί ταξίδεψαν σε πολλά μέρη της Ελλάδας: Αθήνα, Ελευσίνα, Δελφοί, Κόρινθος, Μυκήνες, Άργος, Τεγέα, Σπάρτη, Μυστράς είναι μερικά από τα σημεία όπου περιηγήθηκαν, ενώ το 1947 προτάθηκαν μαζί για το Νόμπελ Λογοτεχνίας, για να τιμηθούν από κοινού.
Η κυβέρνηση Τσαλδάρη όμως δεν επέτρεψε αυτή την τιμή, για να μη θεωρηθεί ότι "βραβεύεται η Αριστερά".
"…Σαράντα χρόνια φιλία ακατάλυτη μ’ έσμιγε με το Σικελιανό, ήταν ο μόνος άνθρωπος που μπορούσα ν’ αναπνέω, να μιλώ, να γελώ και να σωπαίνω μαζί του. Τώρα η Ελλάδα άδειασε…", είχε πει ο Καζαντζάκης μετά το θάνατο του Σικελιανού, ο οποίος είχε μετατρέψει το σπίτι του στη Συκιά Κορινθίας σε σημείο συνάντησης καλλιτεχνικών προσωπικοτήτων, όπως ο Κωστής Παλαμάς και ο Κώστας Καρυωτάκης.
Στην Ιστορία θα μείνει το πύρινο ποίημά του "Ηχήστε οι σάλπιγγες", που έγραψε λίγες ώρες πριν την κηδεία του Κωστή Παλαμά, στις 28 Φεβρουαρίου του 1943 και θεωρήθηκε αντιστασιακός λόγος εναντίον της γερμανικής κατοχής.
Ηχήστε οι σάλπιγγες… Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ώς πέρα…
Βογκήστε τύμπανα πολέμου…
Οι φοβερές σημαίες, ξεδιπλωθείτε στον αέρα!
Σ’ αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα!
Ένα βουνό με δάφνες αν υψώσουμε
ώς τ ο Πήλιο κι ώς την Όσσα,
κι αν τ ο πυργώσουμε ώς τον έβδομο ουρανό,
ποιον κλεί, τι κι αν το πει η δικιά μου γλώσσα;
Μα εσύ Λαέ, που τη φτωχή σου τη μιλιά,
Ήρωας την πήρε και την ύψωσε ώς τ’ αστέρια,
μεράσου τώρα τη θεϊκή φεγγοβολιά
της τέλειας δόξας του, ανασήκωσ’ τον στα χέρια
γιγάντιο φλάμπουρο κι απάνω από μας
που τον υμνούμε με καρδιά αναμμένη,
πες μ’ ένα μόνο ανασασμόν: "Ο Παλαμάς!",
ν’ αντιβογκήσει τ’ όνομά τ ου η οικουμένη!

Κατά τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940 ο Άγγελος Σικελιανός μαζί με άλλους Έλληνες λογίους προσυπέγραψε την Έκκληση των Ελλήνων διανοουμένων προς τους διανοούμενους ολόκληρου του Κόσμου με την οποία αφενός μεν καυτηριάζονταν η ιταλική επίθεση εναντίον της Ελλάδας, αφετέρου δε διέγειρε την παγκόσμια κοινή γνώμη σε επανάσταση συνειδήσεων για κοινό νέο πνευματικό Μαραθώνα.
Tο 1943-1945 ήταν πρόεδρος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών. Υπήρξε μέλος του Ελληνοσοβιετικού Συνδέσμου και συνολικά 5 φορές υποψήφιος για Νόμπελ Λογοτεχνίας.
Ο Άγγελος Σικελιανός έχει χαρακτηριστεί "ελεύθερος" ποιητής, με σποραδική ομοιοκαταληξία στα ποιήματά του και έντονη ανισοσυλλαβία, ενώ οι στίχοι είναι ετερόμετροι (συνήθως ιαμβικοί, αλλά και τροχαϊκοί).
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του έζησε φτωχός, έχοντας απωλέσει την περιουσία του και υποφέροντας από χρόνια ημιπληγία. Στις 4 Ιουνίου 1951 από λάθος της οικιακής βοηθού του αντί για το φάρμακό του λαμβάνει απολυμαντικό, με αποτέλεσμα να υποστεί σοβαρά εγκαύματα στα αναπνευστικά του όργανα.
Στις 19 Ιουνίου 1951 θα αφήσει την τελευταία του πνοή στην κλινική "Η Παμμακάριστος" της Αθήνας.

Μαζί με την Εύα του
Το 1950, ο Άγγελος Σικελιανός κατάφερε να αποσπάσει χρηματική επιχορήγηση για την αναβίωση των "Δελφικών Εορτών" και η Εύα Πλαμερ ετοιμάστηκε να ταξιδέψει στην Ελλάδα. Μάταια. Δεν της εξέδιδαν διαβατήριο.
Ήρθε στην Ελλάδα το 1952, ένα χρόνο μετά τον θάνατο του Σικελιανού. Στις 4 Ιουνίου του 1952, η Πάλμερ υπέστη καρδιακή προσβολή, ενώ παρακολουθούσε στους Δελφούς τον "Προμηθέα Δεσμώτη".
Σε ηλικία 78 χρόνων, τάφηκε δίπλα στον Άγγελο Σικελιανό στους Δελφούς, ο οποίος είχε πεθάνει ένα χρόνο νωρίτερα, στις 19 Ιουνίου 1951.
Ζευγάρια
Κάτου ζευγάρια αλάτρευαν
τ ᾿ άτια τ᾿ ανεμόποδα,
στ ᾿ αλώνι από το πέταλο
και το στουρνάρι ευώδα,
σπιθοβο λώντας έλαμπαν,
οι αθημωνιές εβάραιναν,
να ξαναμπούνε πάλευαν
στους σβώλους τα σκουλήκια.
Ανακοχλάαν στις ελιές
μια βράση τα τζιτζίκια,
το λυγερόν αγέρι
εσήμαινε αιθερόηχον,
ψηλά το μεσημέρι,
στις λαγκαδιές εσειόντανε
σαν ποταμός η φτέρη
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr