Ένα ολόκληρο κεφάλαιο της ιστορίας του κινηματογράφου κλείνει με τον θάνατο του εμβληματικού Γάλλοελβετού σκηνοθέτη Ζαν-Λικ Γκοντάρ.
Ο πατέρας της γαλλικής "νουβέλ βαγκ" η ενασχόληση του οποίου με θέματα που θεωρούνταν ταμπού καθώς και με νέες τεχνικές τάραξε το κινηματογραφικό κατεστημένο και ενέπνευσε εικονοκλάστες σκηνοθέτες, δεκαετίες μετά την κορύφωση της καριέρας του στα χρόνια του 1960.
Ο Γκοντάρ πέθανε σήμερα σε ηλικία 91 ετών, όπως έκανε γνωστό η γαλλική εφημερίδα Liberation.
"Με κομμένη την ανάσα"
Το 1960 ο Γκοντάρ προκάλεσε σεισμό στο καλλιτεχνικό κατεστημένο με την ταινία του "Με κομμένη την ανάσα".
Στο φιλμ που ήταν η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του, ο Ζαν Πολ Μπελμοντό έκανε την πρώτη κινηματογραφική του εμφάνιση στο πλευρό της Τζιν Σίμπεργκ. Ο Γκοντάρ υπέγραφε σενάριο και σκηνοθεσία.
Ο πρωτότυπος τίτλος À bout de souffle αποδόθηκε στα ελληνικά "Με κομμένη την ανάσα".
Η ταινία αποτελεί πρώιμο δείγμα του γαλλικού νέου κύματος και μαζί με τα "400 χτυπήματα" του Φρανσουά Τριφό και το "Χιροσίμα, αγάπη μου", που γυρίστηκαν έναν χρόνο νωρίτερα, επέφερε παγκόσμια αναγνώριση αυτού του νέου είδους κινηματογράφησης.
Ποιος ήταν ο Ζαν-Λικ Γκοντάρ
Γεννημένος στις 3 Δεκεμβρίου 1930 στο Παρίσι, πέθανε στις 13 Σεπτεμβρίου 2022. Υπήρξε ένας από τους διαμορφωτές του σύγχρονου ευρωπαϊκού κινηματογράφου, ένας auteur των ταινιών του που υπέγραφε σενάριο και σκηνοθεσία ενώ συχνά έκανε και το μοντάζ των ταινιών του.
Συνήθιζε, επίσης, να κάνει μικρά περάσματα κλείνοντας το μάτι στους θεατές και υπογραμμίζοντας με τις εμφανίσεις του ένα θέμα της ταινίας.
Ο Γκοντάρ ήταν και ένας μεγάλος θεωρητικός του κινηματογράφου. Ξεκίνησε την μεγάλη καριέρα του τη δεκαετία του 1950 ως κριτικός κινηματογράφου.
Έγραφε στα Gazette du cinema, Cahiers du cinema και Arts. Παράλληλα με αυτή τη δραστηριότητα, άρχισε να γυρίζει ταινίες μικρού μήκους: το Operation Béton (1954), ένα ντοκιμαντέρ για την κατασκευή του φράγματος Grande-Dixence στην Ελβετία, το Une femme coquette (1955), ταινία εμπνευσμένη από το έργο του συγγραφέα Γκι ντε Μοπασάν, "Όλα Τα αγόρια ονομάζονται Πάτρικ", ένα marivaudage (μια θεατρο-κινηματογραφική προσέγγιση ενός θέματος) που γράφτηκε με τον Ερίκ Ρομέρ, το Une histoire d'eau (1958), που ήταν ουσιαστικά επεξεργασία πλάνων που είχε κινηματογραφήσει ο Τριφό, και τέλος το Charlotte et son jules (1958).
Η πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία, το À bout de souffle, γνώρισε μεγάλη επιτυχία και έγινε μια από τις ιδρυτικές ταινίες της "Νουβέλ Βαγκ", του "Νέου Κύματος" στον κινηματογράφο.
Άλλες σημαντικές ταινίες του είναι το Vivre sa vie (1962), μια ταινία για μια νεαρή γυναίκα που εκπορνεύεται, το Les Carabiniers (1963), μια νέα ταινία για τον πόλεμο και το Le Mépris (1963), για τον κόσμο του κινηματογράφου.
Το Pierrot le Fou, θεωρήθηκε από πολλούς το αριστούργημά του.
Ο Γκοντάρ υπήρξε ένας σημαντικός διανοητής
Τα γεγονότα του Μάη του '68 θεωρήθηκε ότι είχαν προβλεφθεί από τις ταινίες του. Η ρήξη με το σύστημα έγινε καθολική. Πολιτικά ριζοσπαστικοποιημένος και καλλιτεχνικά απομονωμένος προσπάθησε να κάνει πολιτικό σινεμά υπογράφοντας τις ταινίες του με το συλλογικό ψευδώνυμο "ομάδα Dziga Vertov". Οι ταινίες αυτές είχαν ελάχιστη απήχηση.
Από το 1974, πειραματίστηκε με το βίντεο, εργάστηκε για την τηλεόραση και απομακρύνθηκε από τον κινηματογράφο.
Επέστρεψε στον κινηματογράφο στις αρχές της δεκαετίας του 1980 με την ταινία Sauve qui peut (la vie) που τον βοήθησε να ανακτήσει την κυρίαρχη θέση του.
Histoire(s) du cinema: Έγραψε ιστορία και την Ιστορία του Κινηματογράφου
Από τα τέλη της δεκαετίας του 1980, αφοσιώθηκε σε μια σειρά ταινιών-δοκιμίων με τίτλο Histoire(s) du cinema, που ολοκληρώθηκε το 1998 και η οποία προσπάθησε να χαράξει μια κινηματογραφική ιστορία του κινηματογράφου.
Στη δεκαετία του 2000, συνέχισε την κινηματογραφική του δουλειά με τους Éloge de l'amour (2001), Notre musique (2004) και Film Socialisme (2010).
Ο Ζαν-Λικ Γκοντάρ κέρδισε τη Χρυσή Άρκτο στο Φεστιβάλ του Βερολίνου το 1965 για το Alphaville, καθώς και δύο Αργυρές Άρκτους (καλύτερης σκηνοθεσίας το 1960 για το "Με κομμένη την ανάσα" και την Ειδική Αργυρή Άρκτο το 1961 για το "Η κυρία θέλει έρωτα").
Έλαβε επίσης έναν Τιμητικό Χρυσό Λέοντα το 1982 στο Φεστιβάλ Βενετίας και τον Χρυσό Λέοντα Καλύτερης Ταινίας για το "Όνομα Κάρμεν" το 1983.
Επίσης του απονεμήθηκε το βραβείο της κριτικής επιτροπής στις Κάννες για το αντίο στη γλώσσα το 2014.
Γκοντάρ και Ελλάδα: "Είναι η Δύση που χρωστάει στην Ελλάδα"
Ήταν 2010 με την Ελλάδα να έχει εισέλθει σε εποχή βαθιάς κρίσης και αβεβαιότητας, όταν ο Γκοντάρ εξέφραζε τα φιλελληνικά αισθήματά με επιστολή του στο 63ο Φεστιβάλ των Κανών τονίζοντας ότι "όλος ο κόσμος χρωστάει χρήματα σήμερα στην Ελλάδα".
Μάλιστα, ο σπουδαίος σκηνοθέτης ήταν ο μεγάλος απών εκείνης της χρονιάς από τις Κάνες, καθώς με επιστολή του προς το διευθυντή του φεστιβάλ είχε ανακοινώσει πως δεν θα παραστεί στην πρεμιέρα της ταινίας του, "λόγω προβλημάτων ελληνικού τύπου".
"Θα έπρεπε να ευχαριστήσουμε την Ελλάδα. Είναι η Δύση που χρωστάει στην Ελλάδα. Η φιλοσοφία, η δημοκρατία, η τραγωδία... Πάντα ξεχνάμε τη σχέση ανάμεσα στην τραγωδία και τη δημοκρατία", δήλωσε σε συνέντευξή του, που δημοσιεύτηκε σε γαλλικό περιοδικό.
"Χωρίς Σοφοκλή δεν θα υπήρχε Περικλής. Χωρίς τον Περικλή δεν θα υπήρχε Σοφοκλής. Ο τεχνολογικός κόσμος στον οποίο ζούμε τα χρωστά όλα στην Ελλάδα. Ποιος ανακάλυψε τη λογική; Ο Αριστοτέλης... Ολος ο κόσμος χρωστάει χρήματα σήμερα στον Ελλάδα. Θα μπορούσε να ζητήσει από το σημερινό κόσμο μας χιλιάδες εκατομμύρια για τα δικαιώματα του συγγραφέα και θα ήταν λογικό να της τα δώσουμε. Πάραυτα. Κατηγορούν τους Έλληνες ότι είναι και ψεύτες... Αυτό μου θυμίζει ένα παλιό συλλογισμό που είχα μάθει στο σχολείο. Ο Επαμεινώνδας είναι ψεύτης ή όλοι οι Έλληνες είναι ψεύτες, άρα ο Επαμεινώνδας είναι Έλληνας. Δεν έχουμε προχωρήσει καθόλου", ανέφερε μεταξύ άλλων ο σκηνοθέτης.
Η χώρα έχασε έναν "εθνικό θησαυρό", λέει ο πρόεδρος Μακρόν
Η Γαλλία έχασε έναν "εθνικό θησαυρό" με το θάνατο του κινηματογραφικού σκηνοθέτη Ζαν-Λικ Γκοντάρ, του "νονού" της "νουβέλ βαγκ", του "νέου κύματος" στον γαλλικό κινηματογράφο, δήλωσε σήμερα ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν.
"Ο Ζαν-Λικ Γκοντάρ ήταν ο πιο εικονοκλάστης από τους κινηματογραφιστές του Νέου Κύματος (...). Χάσαμε έναν εθνικό θησαυρό (...)", έγραψε ο Μακρόν στο Twitter.