
Ακόμα και μέχρι σήμερα, η Γκρέτα Γκάρμπο αποτελεί ένα αίνιγμα. Η απόκοσμη παρουσία της, ο μονήρης χαρακτήρας της την έκαναν ανεξιχνίαστη, μια άγνωστη μέσα στο μυθικό κόσμο των στούντιο και της αμερικάνικης βιομηχανίας του κινηματογράφου. Η Γκάρμπο και η μυθική ομορφιά της κατέκτησαν τον κόσμο του βωβού κινηματογράφου και τον σημάδεψαν με την απαράμιλλη παρουσία της. Και είναι από τις λίγες πρωταγωνίστριες που πέρασαν με επιτυχία στον κόσμο του ομιλούντος κινηματογράφου, διέσχισε με την αγέρωχη παρουσία της το πέρασμα σε μια άλλη εποχή σφραγίζοντάς την με αισθησιασμό και μοναδική χάρη.

Η Γκάρμπο στα είκοσί της χρόνια κατάφερε να έχει στα πόδια της όλο τον πλανήτη σε μια εποχή που η επικοινωνία ήταν δυσκολότερη και γινόταν ελεγχόμενα και μόνο από τη βιομηχανία του θεάματος. Η Γκάρμπο δεν άφησε ποτέ το χρόνο να ραγίσει την εικόνα της. Όταν η λάμψη της άρχισε να θαμπώνει πήρε την απόφαση και αποσύρθηκε, βυθίζοντας το μύθο και τη ζωή της σε σκοτάδι, μακριά από την αδηφάγο αδιακρισία και περιέργεια του κόσμου. Ήταν ένα παιχνίδι που ήξερε να παίζει καλά, η πρώτη σταρ που δημιούργησε μια περσόνα ισχυρή ανώτερη της ίδιας της προσωπικότητάς της. Ήταν ο τρόπος να κρατήσει τη ζωή και τις επιλογές της στο απυρόβλητο και τα κατάφερε μέχρι το τέλος. Ήταν η φορά που ο τύπος όσο και να σκανδαλοθηρούσε επάνω στο όνομά της έπεφτε σε τοίχο και απέτυχε παταγωδώς. Για την Γκάρμπο γνωρίζουμε μόνο αυτά που μας επέτρεψε να μάθουμε. Ούτε λέξη παραπάνω.

Η Γκρέτα Γκάρμπο γεννιέται ως Greta Lovisa Gustafson στις 8 Σεπτεμβρίου 1905 στη Στοκχόλμη της Σουηδίας. Οι γονείς της, Karl και Anna, υποδέχτηκαν το τρίτο παιδί με σκεπτικισμό. Η φτωχή οικογένεια είχε άθλια οικονομικά, προβλήματα υγείας, ενώ ο πατέρας της πάλευε σαν ανειδίκευτος εργάτης με την ανεργία. Τα δύσκολα παιδικά της χρόνια λένε ότι την όπλισαν με πείσμα και επιμονή. Ο πατέρας πέθανε από νεφρική ανεπάρκεια όταν εκείνη ήταν 15 ετών, είχε αφήσει το σχολείο για να τον φροντίζει. Η Γκρέτα Γκάρμπο άρχισε να δουλεύει ως πωλήτρια σε πολυκατάστημα της Στοκχόλμης. Για να προωθήσει μάλιστα το πολυκατάστημα την ανδρική σειρά ρούχων του, αναγκάζει την Γκρέτα να πρωταγωνιστεί σε μια σειρά από σύντομα διαφημιστικά σποτάκια: το φυσικό ένστικτό της μπροστά από την κάμερα την κάνει σχετικά δημοφιλή και καταφέρνει πάντως να της εξασφαλίσει το πρώτο της ρολάκι στον κινηματογράφο: συμμετέχει στη βωβή κωμωδία του 1922 «Peter the Tramp» (1922).

Η ερμηνεία της και το πηγαίο ταλέντο που διέθετε της εξασφαλίζουν υποτροφία στην κορυφαία δραματική σχολή της Σουηδίας, το φημισμένο Royal Dramatic Theater. Η ίδια ωστόσο θα εγκαταλείψει τις σπουδές της μόλις έναν χρόνο αργότερα, όταν της πρόσφερε δουλειά ο Mauritz Stiller, ο κορυφαίος σκηνοθέτης της βωβής εποχής του σουηδικού σινεμά: θέλει τη νεαρή και άσημη ηθοποιό για πρωταγωνίστρια στη νέα του ταινία «The Legend of Gosta Berling» (1924)!

Η επιτυχία του φιλμ σε Σουηδία και Γερμανία καθιερώνει την Γκάρμπο ως ηθοποιό. Επιπλέον, μονιμοποιεί τη συνεργασία της με τον Stiller, που έμελλε να αλλάξει τόσο την καριέρα όσο και τη ζωή της. Ο Stiller αναλαμβάνει επιπροσθέτως την προγύμνασή της ως ηθοποιού, ενώ ο ίδιος την παρακινεί να αλλάξει το επίθετό της σε «Γκάρμπο».

Η επόμενη ταινία της Γκάρμπο, «Streets of Sorrow» (1925), στην οποία ενσαρκώνει μια ιερόδουλη, την κάνει κινηματογραφικό αστέρι στην Ευρώπη. Η ταινία τράβηξε επίσης την προσοχή του περίφημου χολιγουντιανού παραγωγού Louis Mayer της Metro-Goldwyn-Mayer (MGM), ο οποίος θέλησε να φέρει τον Stiller στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Ο επιδεικτικός σκηνοθέτης δέχεται, μόνο όμως υπό τον όρο να φέρει και την Γκάρμπο στην Αμερική. Ο Mayer δέχεται απρόθυμα και υπογράφει συμβόλαιο για έναν χρόνο με την ευρωπαία σταρ...

Η 19χρονη Γκάρμπο φτάνει στον Νέο Κόσμο το 1925. Μαθημένη αλλιώς, δείχνει απρόθυμη να συνεργαστεί με τον Τύπο και να προβεί σε αποκαλύψεις για την προσωπική της ζωή, το μόνο πράγμα που λαχταρούσαν από κείνη οι σκανδαλοθηρικές φυλλάδες. Στην πρώτη της συνέντευξη μάλιστα σε αμερικανικό έδαφος απαντά απρόθυμα στον καταιγισμό ερωτήσεων από τους ρεπόρτερ: «Γεννήθηκα. Είχα μητέρα και πατέρα. Πήγα σχολείο. Τι σημασία έχει;».

Η πρώτη της αμερικανική ταινία, το «The Torrent» (1926), την αναπαριστά ως Ισπανίδα χωρική που προσπαθεί απεγνωσμένα να γίνει αστέρι της όπερας. Η προγραμματισμένη συνεργασία ωστόσο της Γκάρμπο με τον Stiller δεν πραγματοποιείται ποτέ στο Χόλιγουντ: ο Stiller δεν επιλέχθηκε ως σκηνοθέτης του «Torrent» και έπειτα από μια σειρά αψιμαχίες με τα στελέχη της MGM εγκατέλειψε το στούντιο για λογαριασμό της Paramount, όπου και εκεί βέβαια αντιμετώπισε προβλήματα με τους παραγωγούς. Το 1928 επέστρεψε αηδιασμένος στη Σουηδία και πέθανε έναν χρόνο αργότερα.

Οι επόμενες δύο ταινίες της, «The Temptress» (1926) και «Flesh and the Devil» (1926), έσπασαν τα ταμεία και την καθιέρωσαν τόσο στις ΗΠΑ όσο και τον κόσμο ολόκληρο. Η MGM έτριβε τα χέρια της, καθώς η Γκάρμπο είχε αποδειχτεί θησαυρός. Το στούντιο έφτασε μάλιστα να τη θεωρεί το μεγαλύτερο περιουσιακό του στοιχείο: οι 3 πρώτες ταινίες της ήταν υπεύθυνες για το 13% των κερδών της MGM κατά τη διάρκεια 1925-26!

Η Γκάρμπο είχε μεγαλώσει ως φτωχή και ήξερε τι σημαίνει οικονομικά. Απειλώντας ότι θα παρατήσει τα πάντα και θα επιστρέψει στη Σουηδία, κατορθώνει και υπογράφει το μεγαλύτερο και ακριβότερο συμβόλαιο της εποχής της, συμβόλαιο 270.000 δολαρίων ανά ταινία, την ίδια ώρα που αποκτά τον -πρωτοφανή για το star system του καιρού- απόλυτο έλεγχο τόσο των ταινιών που θα πρωταγωνιστεί όσο και των ρόλων που θα ενσαρκώνει.
Η Γκάρμπο τροφοδότησε με τη σιωπή της τον μύθο της χολυγουντιανής σταρ όσο καμία άλλη. Άντρες και γυναίκες την θαύμαζαν σε βαθμό υστερίας. Το μοναδικό στιλ της έμελλε να αλλάξει την πορεία της αμερικανικής μόδας, το μυστηριώδες ανδρόγυνο λουκ της και η σιωπή της απέναντι στο κοινό που περίμενε μια σταγόνα ειδήσεων που την αφορούσαν θέριεψαν ένα μύθο που δεν είχε προηγούμενο. Η Γκάρμπο έδωσε την τελευταία της συνέντευξη το 1927.

Καθώς ο κόσμος περνούσε από τον βωβό στον ομιλούντα κινηματογράφο με τους σταρς της εποχής να αφανίζονται μόλις το κοινό άκουγε τη φωνή τους, τα στελέχη της MGM δίσταζαν να ακούσει το κοινό την προφορά και τη βραχνή φωνή της Γκάρμπο. Η Γκάρμπο έκανε το ηχητικό της ντεμπούτο στο σινεμά το 1930 με την κινηματογραφική προσαρμογή του θεατρικού του Ευγένιου Ο'Νιλ «Anna Christie».
Το 1931, η Γκάρμπο συνεργάζεται με τον Κλαρκ Γκέιμπλ στο «Susan Lenox: Her Fall and Rise» και την επόμενη χρονιά πρωταγωνιστεί στο πλευρό του Melvyn Douglas στο «As You Desire Me». Το 1932 περιλαμβάνεται στο all-star καστ του περίφημου «Grand Hotel», που κέρδισε το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας, και το 1933 έρχεται ο πιο φιλόδοξος ρόλος της καριέρας της, ενσαρκώνοντας τη μυθιστορηματική βασίλισσα Χριστίνα της Σουηδίας («Queen Christina»). Πολυάριθμα ακόμα φιλμ ευτύχησαν να έχουν τη μεθυστική Γκάρμπο στον πρωταγωνιστικό ρόλο, με αξιοσημείωτα τα «Anna Karenina» (1935), «Camille» (1936) και «Conquest» (1937).
Στα τέλη της δεκαετίας του 1930 η μαγεία που ασκούσε στο κοινό φάνηκε να φθίνει, με τα εισιτήρια να μην είναι πια ανάλογα της φήμης της. Οι ΗΠΑ ήατν στην καρδιά της Μεγάλης Ύφεσης και η Ευρώπη βάδιζε ολοταχώς για πόλεμο.
Σε μια τελευταία προσπάθεια να επανεφεύρει την καλλιτεχνική της περσόνα, η Γκάρμπο εμφανίζεται σε δυο κωμωδίες, τη «Ninotchka» (1939) και το «Two Faced Woman» (1941), καμιά ωστόσο δεν σημείωσε την πορεία που είχε συνηθίσει η σταρ το πάντα απαιτητικό χολιγουντιανό στούντιο. Έπειτα λοιπόν από μία ακόμα διαμάχη με τους παραγωγούς της MGM, η Γκάρμπο αποσύρεται μια για πάντα από τη μεγάλη οθόνη.

Η σταρ, που μέτρησε πολυάριθμα φλογερά ειδύλλια με άντρες και τουλάχιστον ένα με γυναίκα, δεν παντρεύτηκε ποτέ ούτε και απέκτησε παιδιά. Πολλοί λίγοι είχαν πρόσβαση στο περιβάλλον της. Δε μίλησε ποτέ ούτε κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, πράγμα που θα την έβαζε στο στόχαστρο της κριτικής. Για τον υπόλοιπο μισό αιώνα της ζωής της, η Γκρέτα Γκάρμπο θα αποδεικνυόταν ακόμα μεγαλύτερο μυστήριο.

Επένδυσε την περιουσία της σε γη και έργα τέχνης, καταλήγοντας στον θάνατό της να μετρά προσωπική περιουσία μεγαλύτερη από 55 εκατομμύρια δολάρια. Η ίδια θα εγκατέλειπε αργότερα την Καλιφόρνια για χάρη της Νέας Υόρκης, αλλά θα ζούσε και εκεί απομονωμένη με μόνη δημόσια εμφάνιση τις βόλτες που έκανε στην πόλη.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1980 η Γκάρμπο εμφάνισε νεφρική ανεπάρκεια, κατάσταση που την ανάγκασε να κόψει τις βόλτες που απολάμβανε στην πόλη, αποκόπτοντάς τη ακόμα περισσότερο από τον έξω κόσμο. Η σπουδαία ηθοποιός πέθανε στις 15 Απριλίου 1990 σε νοσοκομείο της Νέας Υόρκης.
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr