Ήταν ένας από εμάς ο Nick Cave εκείνα τα πρώτα χρόνια που βρίσκονταν στη Αθήνα για συναυλίες.
Και ακριβώς επειδή δεν κρατούσε εκείνη την διακριτή απόσταση που έχουν ακόμα και οι «σκοτεινοί» σταρ με το κοινό τους είχε «βαπτιστεί» με τον ελληνικότατον «Νίκος ο Σπηλιάς».
Πάντως ο Νίκος ή Nick είχε κερδίσει επάξια τη θέση του στις καρδιές των εγχώριων φαν του. Όχι μόνο για τις εκρηκτικές και ταυτόχρονα «υποχθόνιες» μουσικά συναυλίες του, αλλά και για τα όσα ακουλουθούσαν μετά.
Αρκετοί είναι αυτοί (μαζί και εγώ) που τον θυμούνται ακόμα να «στριμώχνεται» μετά το τέλος της συναυλίας στην μπάρα του Ρόδον ή του Club 22 πίνοντας και μιλώντας (συνήθως) με θαυμάστριες του.
Άλλοι τον είχαν «τρακάρει» ζαλισμένο να κόβει βόλτες μόνος του στο πάρκο του Πεδίου του Άρεως που ήταν τότε το ίδιο σκοτεινό όπως και σήμερα αλλά ασφαλές και ειρηνικό.
Οι πιο τυχεροί για την ακρίβεια οι πιο τυχερές είχαν μαζί του και εκτενείς συζητήσεις.
Φίλη μου εκεί στα τέλη της δεκαετίας του 80 τα έπινε στον «Κούκο» (ένα από τα καλύτερα καλοκαιρινά club της εποχής εκείνης κοντά στο Εθνικό Κολυμβητήριο). Αργά το βράδυ ένας τύπος με μαύρο πουκάμισο και μαύρο παντελόνι της έπιασε κουβέντα φλερτάροντας την διακριτικά στην αρχή, στην συνέχεια και με την βοήθεια του αλκοόλ πιο έντονα αλλά πάντα ευγενικά.
Κάτι της θύμιζε αλλά δεν μπορούσε να κάνει focus μέχρι που εκείνος της συστήθηκε. Έμειναν μαζί (στο μπάρ) μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες. Στην συνέχεια εκείνος αποχώρησε αθόρυβα όπως εμφανίστηκε.
Από τότε έχουν περάσει χρόνια. Η μουσική και οι στίχοι του πάντα με φορτίζουν όπως με συγκλόνισε και η απώλεια του υιού του – όχι μόνο επειδή είμαι και εγώ πατέρας.
Θα είμαι εκεί στο καλοκαιρινό ραντεβού. Μήπως και πιούμε όπως παλιά ένα στην υγεία του.