΄Εχουν πει πως συγγραφέας δεν γίνεσαι με το πρώτο σου βιβλίο, αλλά μόνο αν ακολουθήσει το επόμενο...
΄Ενα βιβλίο για τις «άτρωτες» αγάπες, τις μεγάλες, ήταν το σημείο εκκίνησης. Και η δημοσιογράφος, Τασούλα Επτακοίλη, που ξεκίνησε την πορεία της στο χώρο του βιβλίου με μια ελεγεία για την απώλεια, «Το άλλο μου ολόκληρο» (εκδόσεις Πατάκη 2016), απέδειξε ότι η συνέχεια μπορεί να είναι εξίσου συναρπαστική. Ακολούθησε το παιδικό βιβλίο «Ο Γουργούρης» (Πατάκης 2017), η ποίηση «Η γυναίκα στο ασανσέρ» (Καστανιώτης 2018), ενώ το 2019 είχε διπλή συγκομιδή. Το παιδικό παραμύθι «Ο Γκάρης» (Πατάκης) και το μυθιστόρημα «Κέρμα στον αέρα» (Καστανιώτης) που κυκλοφόρησε πρόσφατα. Σ' αυτό, η γνωστή δημοσιογράφος της εφημερίδας «Καθημερινή» σκιαγραφεί οκτώ δεκαετίες, δέκα πρόσωπα, μια μέρα στη ζωή καθενός. Πρόσωπα που υπήρξαν ή υπάρχουν ακόμα στη ζωή της και κάποια άλλα είναι επινοημένα, πρόσωπα που ξεδιπλώνουν τη ζωή μιας οικογένειας και τις εμπειρίες, σκοτεινές ή φωτεινές, αυτές που μας δίνουν «σχήμα», όπως η ίδια λέει.
|
- Μαρτυρία, ποίηση, παιδικό βιβλίο. Μας έχεις συνηθίσει σε λογοτεχνικές διαδρομές. Ποια απόσταση διάλεξες να διανύσεις αυτή τη φορά και σε ποια όχθη να βρεθείς με το «Κέρμα στον αέρα»;
Αποφάσισα να αφηγηθώ την ιστορία μιας οικογένειας, μέσα από δέκα πρόσωπα – μία μέρα στη ζωή καθενός. Καθώς οι πρωταγωνιστές διαδέχονται ο ένας τον άλλο, με σειρά χρονολογική, από το 1940 μέχρι σήμερα, καταλαβαίνουμε τι έχει μεσολαβήσει στο μεταξύ, ποια γεγονότα έχουν συμβεί, ευχάριστα ή δυσάρεστα, ποιες σχέσεις έχουν διαρραγεί, ποιες έχουν γίνει ακόμα πιο δυνατές.
- Τι γέννησε αυτό το βιβλίο; Είχε πάρει σχήμα στο μυαλό σου ή αυτό συνέβη όταν το έγραφες;
Δεν είχα προκαθορίσει τίποτα· καλώς ή κακώς δεν γράφω βάσει σχεδίου. Το βιβλίο πήρε το σχήμα του στην πορεία.
- Πόσο χρονικό διάστημα χρειάστηκε για να πάρει σάρκα και οστά το «Κέρμα στον αέρα»; Από πού άντλησες στοιχεία για να στήσεις το ιστορικό υπόβαθρο;
Η πρώτη ιστορία -παραδόξως όχι η πρώτη, αλλά εκείνη της Νατάσας, δηλαδή η πέμπτη- άρχισε να γράφεται στη διάρκεια μιας πτήσης προς τη Γαλλία, πριν από τρία χρόνια. Έμεινε όμως για αρκετό καιρό «ανέγγιχτη». Ουσιαστικά πριν από έναν χρόνο επανήλθα αποφασισμένη να ολοκληρώσω αυτό που είχα ξεκινήσει. Και -όμορφη σύμπτωση- οι τελευταίες παράγραφοι γράφτηκαν πάλι κατά τη διάρκεια ενός αεροπορικού ταξιδιού... Για τα πραγματικά γεγονότα που αναφέρονται χρειάστηκε να ανατρέξω σε ιστορικά βιβλία.
- Οκτώ δεκαετίες, δέκα πρόσωπα, μια μέρα στη ζωή καθενός. Πώς και γιατί αποφάσισες να αρθρώσεις με χρονική σειρά το λόγο, και τι ήταν αυτό που θα ήθελες να δηλώσεις με τη συγκεκριμένη δομή;
Δεν συμπαθώ ιδιαίτερα το σχήμα πρωθύστερο, μου αρέσει η ανεμπόδιστη ροή στην αφήγηση, χωρίς άλματα. Στο βιβλίο, η μικρή ιστορία, δηλαδή των ηρώων, συναντά τη μεγάλη Ιστορία, της χώρας μας, μέσα σ' αυτές τις οκτώ δεκαετίες. Έτσι, το να ακολουθήσω χρονολογική σειρά ήταν μάλλον μονόδρομος.
- Ποια είναι τα πρόσωπα που πρωταγωνιστούν σ' αυτές τις ιστορίες; Είναι υπαρκτά;
Η μυθοπλασία και η πραγματικότητα μπλέκονται στις σελίδες αυτού του μυθιστορήματος. Κάποια από τα δέκα πρόσωπα, δηλαδή, υπήρξαν ή υπάρχουν ακόμα στη ζωή μου και κάποια άλλα είναι επινοημένα. Δεν έχει και τόση σημασία, όμως. Έτσι κι αλλιώς όλους τους γνωρίζω καλά, κατά μία έννοια τους περιέχω. Τους κατανοώ, τους νιώθω, τους μοιάζω.
- Από τα βουνά της Αλβανίας στις διαψεύσεις της κρίσης: Γιατί αποφάσισες η Ελλάδα του δεύτερου μισού του 20ού αι. και της αρχής του 21ου να σκιαγραφηθεί σ' αυτό το βιβλίο;
Γιατί σ' αυτό το χρονικό διάστημα ξεδιπλώνεται η ζωή της οικογένειας. Γιατί μ' αυτές τις δεκαετίες σχετίζονται οι μνήμες μας (όσα μας έχουν μεταφέρει οι προηγούμενες γενιές, οι παππούδες και οι γονείς μας) αλλά και οι δικές μας εμπειρίες.
- Ήταν ένα χρέος προς την οικογένειά σου ή τον εαυτό σου η συγγραφή και κυκλοφορία αυτού του βιβλίου; Πώς το αντιλαμβάνεσαι;
Ως ανάγκη το αντιλαμβάνομαι περισσότερο, όχι ως χρέος. Ήθελα να φωτίσω τις ζωές κάποιων ανθρώπων που κλήθηκαν να πάρουν σημαντικές αποφάσεις υπό αντίξοες συνθήκες, που όρθωσαν το ανάστημά τους στα δύσκολα, που έκαναν υπερβάσεις. Όπως η γιαγιά μου, που χήρα με δυο μωρά στην αγκαλιά, στην μετεμφυλιακή Ελλάδα της φτώχιας και του διχασμού, τα έβγαλε πέρα παλικαρίσια. Τέτοιοι ήρωες υπάρχουν σε κάθε οικογένεια. Γι' αυτό και πιστεύω πως πάρα πολλοί από τους αναγνώστες θα αναγνωρίσουν οικεία τους πρόσωπα στις σελίδες του βιβλίου.
- «Είναι αυτό που είναι, η περιουσία μας, ό,τι μας τσάκισε κι ό,τι μας έδωσε ξανά σχήμα», γράφει η αδερφή σου, Γιούλη Επτακοίλη αναφερόμενη στο περιεχόμενο του βιβλίου. Πώς θα το σχολίαζες;
Με συγκίνησε πολύ αυτή η ανάρτηση της Γιούλης, που αναφέρεται στο παρελθόν μας, ως οικογένειας. Και, αν το σκεφτείς, ισχύει για όλους μας. Πάντα κουβαλάμε όσα έχουμε ζήσει, χαρές και συμφορές. Αυτά μας έχουν κάνει τους ανθρώπους που είμαστε. Οι εμπειρίες μας, σκοτεινές ή φωτεινές, είναι αυτές που μας δίνουν «σχήμα».
- Ποιος είναι ο στόχος σου με το «Κέρμα στον αέρα»; Τι θα ήθελες να αφουγκραστούν και να κερδίσουν οι αναγνώστες του; Πιστεύεις ότι θα τα καταφέρεις;
Στόχος; Δεν ξέρω. Ο στόχος ήταν κυρίως... εσωτερικός: ένα ταξίδι αυτογνωσίας και συμφιλίωσης με τα τραύματα του παρελθόντος μου, οικογενειακά και προσωπικά. Αυτό που θα ήθελα να μείνει, ίσως, στους αναγνώστες, είναι πως όλοι έχουμε την ίδια αφετηρία: από το κλάμα ερχόμαστε. Το αφόρητο μας γεννάει, μας πλάθει. Μόνο που όταν είμαστε μπροστά του, ενστικτωδώς αποστρέφουμε από αυτό το βλέμμα μας. Κι όταν το έχουμε πλέον περάσει, η αγωνία μας είναι πώς θα το απαλείψουμε από τη μνήμη μας. Αν κάτι συνδέει τα δέκα άτομα για τα οποία μιλώ στο «Κέρμα στον αέρα», αν υπάρχει ένα αόρατο νήμα που τα ενώνει, είναι ο πόνος που ένιωσαν σε κάποιες στιγμές της ζωής τους και πώς στάθηκαν απέναντί του: δεν του επέτρεψαν να τους λυγίσει αλλά τον άφησαν να τους αλλάξει, να τους κάνει καλύτερους – πιο σοφούς και πιο δυνατούς. Και, φυσικά, κοινός παρονομαστής είναι και η αγάπη τους, η οποία, όπως αποδεικνύεται, δεν χάνεται ακόμα κι όταν όλα έχουν καταρρεύσει.
- Τι θα ήθελες να περάσεις μέσα απ' αυτό το βιβλίο στις νεώτερες γενιές;
Η γνώση και το συναίσθημα μιας άλλης Ελλάδας, περασμένων δεκαετιών, την οποία δεν έζησαν αλλά καλό είναι να μάθουν - και να μην ξεχάσουν.
-Και εν συνεχεία... Πώς θα ήθελες να δεις αυτό το βιβλίο να εξελίσσεται; Ποια πορεία πιστεύεις ότι θα σε δικαιώσει;
Έστω και ένας αναγνώστης να ταυτιστεί -σε κάποιο βίωμα ή συναίσθημα- με έναν από τους ήρωες, θα είμαι πανευτυχής.
-Τασούλα, η τέχνη του λόγου είναι κάτι έμφυτο ή κάτι που διδάσκεται;
Και τα δύο, μάλλον. Καλό είναι να υπάρχει γόνιμο έδαφος για να φυτρώσει ο σπόρος που θα σπείρεις. Αλλά, από την άλλη, καμιά «καλλιέργεια» δεν αποδίδει χωρίς να κοπιάσεις.
- Αν σου ζητούσε κανείς να διαλέξεις κάποιο/α από τα «παιδιά» σου ανάμεσα στα βιβλία που έχουν κυκλοφορήσει με την υπογραφή σου, τι θα απαντούσες;
Ποια «μάνα» θα μπορούσε να απαντήσει σ' αυτό;
- Τι σου είναι τελικά πιο εύκολο να γράφεις; Ποίηση, παιδικό βιβλίο, ή μυθιστόρημα;
Η διαδικασία της γραφής -ανεξαρτήτως είδους- είναι επίπονη και πολύπλοκη, αλλά και πηγή χαράς και κίνητρο ζωής: σαν βαθιά ανάσα καθαρού αέρα μέσα στην πιο πνιγηρή ατμόσφαιρα.
-Πόσο συγγενείς είναι η δημοσιογραφία με τη λογοτεχνία;
Ο συγγραφέας πρέπει να λειτουργεί και ως δημοσιογράφος: να παρατηρεί με οξυδέρκεια και ψυχραιμία πρόσωπα και καταστάσεις, να ξύνει την επιφάνεια των πραγμάτων για να δει τι βρίσκεται από κάτω, να ερευνά, να συλλέγει στοιχεία και να τα συνθέτει. Κι από την άλλη, ο δημοσιογράφος, ο καλός δημοσιογράφος, τουλάχιστον, πρέπει να είναι βαθύς γνώστης της γλώσσας και της τέχνης της αφήγησης και να τις χειρίζεται με μαεστρία, για να γράψει ένα άρτιο κείμενο. Επίσης, έχουν κοινό στόχο: να κρατήσουν αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη, ώστε να μη γυρίσει σελίδα στην εφημερίδα ή στο βιβλίο που κρατά στα χέρια του. Έτσι, από τη συνάντηση της δημοσιογραφίας με τη λογοτεχνία, μόνο καλά μπορούν να προκύψουν.
- Αν, ωστόσο, σου ζητούσαν να διαλέξεις μεταξύ των δυο (οριστικά και αμετάκλητα), τι θα διάλεγες;
Θα άφηνα την ίδια τη ζωή να διαλέξει. Κέρμα στον αέρα...
- Ποια ώρα της ημέρας γράφεις συνήθως τα βιβλία σου; Τι είναι αυτό που σου δίνει τη μεγαλύτερη ώθηση να ξεκινήσεις;
Συνήθως το βράδυ, μετά τη δουλειά. Μέσα στη μέρα, όμως, συχνά έρχονται στο μυαλό μου ιδέες, ακόμα και φράσεις, τις οποίες σημειώνω πρόχειρα, για μην πετάξουν μακριά, για να τις θυμάμαι όταν θα τις χρειαστώ...
- Και μετά το «Κέρμα», ποιο θα είναι το μελλοντικό σου βήμα στο χώρο της συγγραφής;
Κυκλοφορεί πολύ σύντομα, επίσης από τις Εκδόσεις Καστανιώτη, την «οικογένεια των λέξεών μου», το παιδικό βιβλίο μου «Η τσαγιέρα που ανθίζει»: μια τρυφερή και αστεία ιστορία για την αγάπη που όλα τα κάνει να ζωντανεύουν και τα μισά τα κάνει ολόκληρα!
www.kastaniotis.com
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για ό,τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα και τον Κόσμο στο thetoc.gr